Οκτώ εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, αρχίζει και φουντώνει το πολιτικό κλίμα. Τα κόμματα ολοκλήρωσαν (ή σχεδόν) τα ψηφοδέλτια και ήδη οι πολιτικές αψιμαχίες διεκδικούν την επιλογή στην κάλπη των πολιτών. Αλλά τα θέματα που συζητιούνται περιστρέφονται κυρίως γύρω από τα δικά μας. Η προεκλογική διαπάλη θα κινηθεί στον απόηχο της τοξικότητας των προηγούμενων εβδομάδων – και είμαι βέβαιος ότι θα γίνει προσπάθεια επαναφοράς των θεμάτων που, όπως έδειξαν οι δημοσκοπήσεις, είναι τα μόνα που μπορούν να πλήξουν την κυβέρνηση, επειδή είναι τα μόνα που μπορούν να πλήξουν το κύρος του Πρωθυπουργού και των βασικών κυβερνητικών στελεχών του.
Αλλά το μεγάλο ζήτημα αυτών των ευρωεκλογών, ίσως περισσότερο έντονο από όλες τις ευρωεκλογές της Ιστορίας, είναι η απουσία από τις συζητήσεις της Ευρώπης.
Από μια άποψη η απουσία αυτή ίσως είναι εύλογη. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παρά τις νομοθετικές και ελεγκτικές αρμοδιότητές του, περισσότερο συμβολίζει παρά συμβάλλει στο πρόσωπο της ενωμένης Ευρώπης – όπου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η/ο πρόεδρος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο παίζουν σαφώς καθοριστικότερο ρόλο στη φυσιογνωμία και τις παρεμβάσεις της. Το Ταμείο Ανάκαμψης, ο τρόπος με τον οποίο προτάθηκε, εγκρίθηκε, βρήκε και κατένειμε χρήματα, δείχνει τις θεσμικές προτεραιότητες. Σε πολλές περιπτώσεις, και στο νομοθετικό και στο ελεγκτικό έργο υπεισέρχονται οι ειδικές διεκδικήσεις των χωρών – μελών, ενώ συχνά το Κοινοβούλιο εγκρίνει αποφάσεις που έχουν λάβει το Συμβούλιο και η Επιτροπή.
Αυτή η δυσαναλογία, συχνά, εκφράζεται στην ποιότητα των εκπροσώπων των χωρών. Στην Ελλάδα, εκτός από ελάχιστους πραγματικά ευρωπαϊστές, που παρενέβησαν ουσιαστικά στην κοινοβουλευτική διαδικασία, η θέση στο Ευρωκοινοβούλιο ήταν είτε θέση ανταμοιβής κομματικών στελεχών είτε τιμητικής αποστρατείας από το προσκήνιο του εσωτερικού μετώπου. Τα τελευταία χρόνια διευρύνεται και η επιλογή διασημοτήτων του θεάματος, του αθλητισμού και της τηλεόρασης, όχι φυσικά διότι αναμένεται ότι τα πρόσωπα αυτά, αν εκλεγούν, θα παίξουν ουσιαστικό ρόλο, αλλά επειδή ένα τμήμα των ψηφοφόρων, ίσως το μεγαλύτερο, έχει μάθει να ψηφίζει διασημότητες.
Μέσα στο κλίμα αυτό, ο πολιτικός διαγκωνισμός των ευρωεκλογών δεν περιέχει την Ευρώπη. Πολλοί πιστεύουν πως, ό,τι κι αν συμβεί στις εκλογές, η Ενωση θα συνεχίσει να πορεύεται τον δρόμο της μέσω των στρατηγικών επιλογών των κεντρικών οργάνων της. Συνεπώς, τα κόμματα μπορούν με όλη τους την άνεση να συνεχίσουν τους συνήθεις διαξιφισμούς τους, οι εκλογές πριν απ’ όλα είναι μια ασφαλής μέτρηση συσχετισμών. Γι’ αυτό, οι εξελίξεις που αναμένονται μετά τις ευρωεκλογές θα είναι πρωτίστως εξελίξεις στο εσωτερικό μέτωπο. Θα φανεί αν η κυβέρνηση διατηρεί την εμπιστοσύνη που της έδωσαν οι ψηφοφόροι στις εθνικές εκλογές, ποιο κόμμα και υπό ποιες προϋποθέσεις θα είναι δεύτερο, τι δυναμική θα αναπτύξουν οι φιλορωσικοί συνδυασμοί της αριστερής και της ακροδεξιάς αντιπολίτευσης.
Τα μεγάλα και τα οραματικά της ΕΕ, κυρίως την περαιτέρω υπέρβαση του εθνικού κράτους όπως την ορίζει π.χ. ο Χάμπερμας, ως μεταεθνικό αστερισμό, νομίζω ότι δεν θα τα δούμε να εκδηλώνονται στις ευρωεκλογές – κι όχι μόνο στην Ελλάδα. Τα εθνικά κράτη συνεχίζουν να κινούν την ιστορία – και, μεταξύ άλλων, το μέλλον της Ευρώπης θα το προδιαγράψει σε μεγάλο βαθμό η εξέλιξη στο μέτωπο της Ουκρανίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο απόηχος του πολέμου στην Ουκρανία συχνά εκδηλώνεται ως πολιτική σύγκρουση και στη δική μας, την ελληνική σκηνή.