Πρέπει να είναι η πρώτη φορά που η κατάρτιση ευρωψηφοδελτίου περιείχε θρίλερ σαν αυτό με τον εκλεγμένο δήμαρχο Χειμάρρας Φρέντι Μπελέρη. Συνήθως η αγωνία περιστρέφεται γύρω από το ποια τηλεπερσόνα θα μπει σε ψηφοδέλτιο, ποια μεταγραφή θα κάνει ποιος, ή ποιο ρουσφέτι θα επικρατήσει στις προτιμήσεις κάποιου αρχηγού για την πολυπόθητη παχυλά αμειβόμενη θέση του Στρασβούργου από την οποία τόσο πολλοί είναι εκείνοι που διακαώς επιθυμούν να υπηρετήσουν με περισσή αυταπάρνηση την πατρίδα.
Αυτή είναι η πρώτη φορά που μία υποψηφιότητα διαιρεί μία κυβέρνηση, με το υπουργείο Εξωτερικών κάθετα αντίθετο στην υποψηφιότητα. Φυσικά ήταν αντίθετο: είναι πλέον πάντα αντίθετο σε οτιδήποτε απαιτεί την ελάχιστη τόλμη από ελληνικής πλευράς και έχει να κάνει με οποιαδήποτε χώρα θεωρεί ότι μπορεί να εκβιάζει την Ελλάδα, με πρώτη βεβαίως την Τουρκία, αλλά και με την Αλβανία να μη μένει πίσω.
Ομως αυτό δεν σημαίνει ότι ο έγκλειστος στις αλβανικές φυλακές έπειτα από μία δικαστική φάρσα εκλεγμένος δήμαρχος Χειμάρρας εντάχθηκε στο ψηφοδέλτιο από τον Πρωθυπουργό για «εθνικούς» λόγους. Τα κίνητρά του ήταν εντελώς άλλα: πρόκειται για προσπάθεια συγκράτησης των μαζικών απωλειών προς τα δεξιά. Τόσο εξόφθαλμη, ώστε την ομολογούν ακόμα και κομματικοί της ΝΔ. Και η οποία αναμένεται πράγματι κάτι να αποδώσει εκλογικά στο κυβερνών κόμμα, αν και αυτό δεν θα γίνει «δωρεάν». Γιατί, παράλληλα, θα φέρει σε δύσκολη θέση τόσο το κόμμα, όσο και την κυβέρνηση. Και μάλιστα διπλά. Και αυτό ακριβώς επειδή θα αποδώσει.
Πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι ο Μπελέρης θα υπερψηφιστεί. Και θα εκλεγεί και μάλιστα γερά. Αυτό θα σημαίνει δύο πράγματα για τον Πρωθυπουργό: πρώτον, ότι η βάση του κόμματός του θα του στείλει ένα μήνυμα που ναι μεν θα του αρέσει ως προς τη στιγμή, αλλά όχι ως προς την ουσία: είναι ελαφρώς οξύμωρο, όμως, όσο πιο πολλούς ψήφους λάβει ο Μπελέρης, τόσο πιο έντονη θα είναι και η αποδοκιμασία της κεντρώας πολιτικής και στελέχωσης της κυβέρνησης Μητσοτάκη που ουδεμία σχέση πλέον με τη λεγόμενη «Δεξιά» έχει.
Αυτό όμως είναι το λιγότερο σημαντικό. Το κυριότερο έρχεται μετά: τι θα γίνει όταν έρθει η ώρα να πάει ο Μπελέρης στο Στρασβούργο, αν υποθέσει κανείς ότι η Αλβανία δεν τον αποφυλακίζει; Εκεί, ο Μητσοτάκης θα πρέπει να πάει τα πράγματα μέχρι τέλους. Θα είναι πλέον αδύνατον γι’ αυτόν να κάνει πίσω. Δεν θα υπάρχει περιθώριο για τις γνωστές πιρουέτες όπως αυτές που συνηθίζονται μέχρι σήμερα: θα πρέπει να προκαλέσει όχι απλώς ελληνική, αλλά και ευρωπαϊκή ρήξη με την Αλβανία. Θα μπορέσει;
Πρέπει να υπενθυμίσει κανείς ότι στα μέσα Δεκεμβρίου 2023 ο γερμανός καγκελάριος Σολτς παρέσχε πλήρη κάλυψη στην Αλβανία για την υπόθεση και στήριξε την κυβέρνηση Ράμα λέγοντας το καταπληκτικό ότι εν προκειμένω «πρέπει να δούμε τη μεγάλη εικόνα». Με αυτή του τη φράση, ο Σολτς πέταξε σε δευτερόλεπτα στα σκουπίδια όλες τις «ευρωπαϊκές αξίες» για τις οποίες υποτίθεται ότι κόπτεται όσο για τίποτε άλλο και η χώρα του και η ΕΕ, προκειμένου να μη χαλάσει τον σχεδιασμό της ενταξιακής πορείας της Αλβανίας στην ΕΕ. Και φυσικά, όταν αυτό το κάνει το Βερολίνο, πρόκειται για στάση πλειοψηφίας της Ενωσης με την οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη η Ελλάδα αν αποφασίσει να κάνει αυτό που οφείλει σε περίπτωση που η Αλβανία επιδείξει ξανά σκληρή στάση και δεν αποφυλακίσει τον Μπελέρη για να του επιτρέψει να πάει να αναλάβει καθήκοντα ευρωβουλευτή. Αλλωστε, δεν υποχρεούται να το κάνει. Και μπορεί να «πετάξει το μπαλάκι» λέγοντας «βάλτε μας στην ΕΕ να τηρούμε τους κανόνες της».
Αν ο Ράμα θελήσει να παίξει σκληρά, το μπρα ντε φερ της κυβέρνησης δεν θα είναι με τα Τίρανα, αλλά με το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες. Και ο Μητσοτάκης δεν θα έχει απολύτως κανένα περιθώριο να κάνει πίσω.