Πολλοί αναρωτιούνται γιατί βγαίνουμε στις αγορές και πανηγυρίζουμε για την έκδοση ομολόγου σαν την ιδιαίτερα πετυχημένη χθεσινή, όταν χρήματα δεν χρειαζόμαστε και επιπλέον το επιτόκιο φτάνει στο 4,2%, όταν το μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης του χρέους δεν ξεπερνάει το 1,6%; Εύλογη ερώτηση, η οποία ωστόσο παραγνωρίζει έναν σημαντικό παράγοντα: ότι κάποια στιγμή θα αρχίζουν να λήγουν αυτά τα «φθηνά» δάνεια των μνημονίων και όταν συμβεί αυτό, η χώρα θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη. Θα πρέπει κυρίως να έχει χτίσει μια καλή σχέση με τις αγορές, ειδικά στις μεγάλες εκδόσεις, από 10 χρόνια και πάνω. Να έχουμε δηλαδή μια απόδειξη για πάσα χρήση ότι οι επενδυτές μάς εμπιστεύονται. Αν κρίνουμε, για παράδειγμα, από τη χθεσινή έκδοση που ζητούσαμε 3 δισ. και οι επενδυτές έστησαν «ουρά» με 33 δισ. ευρώ στο χέρι, τότε η εμπιστοσύνη που έχει χτιστεί είναι πλέον μεγάλη.
Αυτές οι εκδόσεις είναι σχεδόν «υποχρεωτικές» καθώς αποτελούν προαπαιτούμενο και από τους οίκους αξιολόγησης. Θεωρούν ότι ενόψει μελλοντικών αναβαθμίσεων αποδεικνύουν την ικανότητα της Ελλάδας να δανείζεται. Εχει μάλιστα την ίδια βαρύτητα με άλλα σημαντικά κριτήρια των αξιολογήσεων, όπως το δημοσιονομικό και η προώθηση των μεταρρυθμίσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση (της εξόδου στις αγορές) πιέζει και ο μεγαλύτερος δανειστής της Ελλάδας, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Διάσωσης (ESM).
Μέσω των νέων χρημάτων που αντλούνται δίνει πιο εύκολα το πράσινο φως για την πρόωρη εξόφληση παλαιότερων δανείων, μεταθέτοντας το βάρος των αποπληρωμών του ελληνικού χρέους. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ήδη έχει συμφωνηθεί η πρόωρη αποπληρωμή χρέους του πρώτου μνημονίου ύψους 5 δισ. ευρώ. Επιπλέον μειώνεται αργά αλλά σταθερά και το ύψος του βραχυχρόνιου δανεισμού, μέσω των εκδόσεων έντοκων γραμματίων. Ολα αυτά απαντούν και στο ερώτημα εάν το χρέος μειώνεται μόνο ως ποσοστό επί του ΑΕΠ ή μειώνεται και σε πραγματικές τιμές. Και η αλήθεια είναι ότι μέχρι τώρα το τελευταίο δεν συνέβαινε. Πέρυσι για πρώτη φορά μειώθηκε έστω και οριακά κατά 100 εκατομμύρια ευρώ και για το 2024 προγραμματίζεται μεγαλύτερη «πραγματική» μείωση.
Από τη συζήτηση για το χρέος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι αν δεν αλλάξει κάτι με νέα ευρωπαϊκή πολιτική απόφαση, τότε το 2032 θα αυξηθεί το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, καθώς θα ξεπαγώσουν οι τόκοι από το χρέος των 230 δισ. ευρώ προς τον ESM του δεύτερου και του τρίτου μνημονίου. Ο πρακτικός στόχος είναι το χρέος να έχει μειωθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ κοντά στο 100% έως τότε, από 158% που θα κλείσει φέτος, και για να γίνει αυτό δεν αρκεί μόνο η βελτίωση του αριθμητή (το ΑΕΠ), αλλά θα πρέπει να συμβάλει και ο παρονομαστής (χρέος).
Τέλος, για όσους αναρωτιούνται γιατί τώρα βγαίνουμε στις αγορές και όχι αργότερα, είναι σαφές ότι υπάρχει λόγος. Οι ευρωπαϊκές εκλογές θεωρούν πολλοί ότι θα μειώσει τη διάθεση για επενδυτικό ρίσκο στην Ευρώπη. Ακόμα περισσότερο θα αυξηθεί η αβεβαιότητα με τις εκλογές στις ΗΠΑ και ειδικά ύστερα από πιθανή εκλογή Τραμπ. Γενικώς το κλίμα αρχίζει και δείχνει πιο συννεφιασμένο για το επόμενο διάστημα και όσοι μπορούν, όπως εμείς, έχουν ξεκινήσει να προετοιμάζονται…