Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι ασαφής ως τώρα ασθένεια, με ποικιλία συμπτωμάτων. Μια νέα μελέτη από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) των ΗΠΑ πραγματοποίησε εκτενείς βιολογικές μετρήσεις ατόμων που το εμφανίζουν. Χρησιμοποιώντας ανοσολογικά τεστ, τομογραφίες εγκεφάλου και άλλα διαγνωστικά εργαλεία, οι ερευνητές αναζήτησαν ανωμαλίες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν τα συγκεκριμένα παράπονα για την υγεία, όπως κόπωση και θόλωση της σκέψης.
Οσοι είχαν το σύνδρομο ανέφεραν ότι ήταν απολύτως υγιείς πριν αντιμετωπίσουν κάτι που φαινόταν σαν μια απλή «γρίπη», με πονόλαιμο, βήχα, πόνους στους μυς και ελαττωμένη ενέργεια. Ωστόσο, σε αντίθεση με παλαιότερες εμπειρίες τους, αυτή τη φορά δεν ανέρρωσαν ποτέ. Για χρόνια έμειναν με εξουθενωτική κόπωση, δυσκολία στη σκέψη, έξαρση των συμπτωμάτων ύστερα από σωματική ή πνευματική καταπόνηση. Μερικοί ήταν τόσο εξασθενημένοι που έπρεπε να μένουν σπίτι. Ολοι οι συμμετέχοντες πέρασαν μια εβδομάδα στο NIH, που βρίσκεται έξω από την Ουάσιγκτον. Κάθε μέρα ελάμβαναν εκτενή τεστ, που είναι και η μεγάλη δύναμη αυτής της έρευνας. Η μελέτη είχε τέσσερα βασικά ευρήματα.
Πρώτον, όπως ίσχυε σε πολλές προηγούμενες μελέτες, η ομάδα του NIH ανακάλυψε στοιχεία χρόνιας ενεργοποίησης του ανοσοποιητικού συστήματος. Φάνηκε σαν το ανοσοποιητικό σύστημα να είχε εμπλακεί σε έναν μακρύ πόλεμο ενάντια σε ένα ξένο μικρόβιο, έναν πόλεμο που δεν μπορούσε να κερδίσει εντελώς και ως εκ τούτου έπρεπε να συνεχίσει να πολεμά.
Δεύτερον, η μελέτη διαπίστωσε ότι ένα μέρος του εγκεφάλου που είναι γνωστό ότι είναι σημαντικό για την αντίληψη της κόπωσης και την ενθάρρυνση της προσπάθειας, στην κροταφοβρεγματική περιοχή, δεν λειτουργούσε σωστά. Κανονικά, όταν ζητείται από υγιείς ανθρώπους να ασκηθούν σωματικά ή διανοητικά, αυτή η περιοχή του εγκεφάλου φωτίζεται κατά τη διάρκεια μιας μαγνητικής τομογραφίας. Ωστόσο, στα άτομα με το σύνδρομο φώτιζε μόνο αμυδρά. Αυτή η συγκεκριμένη αλλαγή καθιστά πιο δύσκολο για τα άτομα να ασκηθούν σωματικά ή πνευματικά. Κάνει κάθε προσπάθεια σαν να προσπαθείς να κολυμπήσεις ενάντια σε ένα ρεύμα.
Τρίτον, στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό τα επίπεδα διαφόρων χημικών ουσιών του εγκεφάλου που ονομάζονται νευροδιαβιβαστές και δείκτες φλεγμονής διέφεραν στα άτομα με το σύνδρομο συγκριτικά με υγιή άτομα.
Τέταρτον, βρέθηκαν σημαντικές διαφορές σε πολλές βιολογικές μετρήσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.