Οι γροθιές στο Κοινοβούλιο αποτελούν ασφαλώς ένα αποτρόπαιο θέαμα, όπως αποτρόπαιη ήταν τα προηγούμενα χρόνια η παρουσία και η εν γένει συμπεριφορά των Χρυσαυγιτών στον ίδιο χώρο. Περισσότερο όμως από τους χαρακτηρισμούς («κτηνωδία», χυδαιότητα»), τις εξυπνάδες («προβατόσχημοι λύκοι») και τις συγκρίσεις (είναι πάντα προσβλητικό για τα ζώα να συγκρίνονται με τους ανθρώπους), αυτό που πάντα μετρούσε, μετράει και θα συνεχίσει να μετράει, αυτό που συνιστά το μεγάλο όπλο της δημοκρατίας, αφού προσφέρει ασπίδα προστασίας στους ανίσχυρους έναντι των ισχυρών, είναι η απονομή δικαιοσύνης και η επιβολή της νομιμότητας.
Δεν το έχει πει κανείς καλύτερα από τον Ηλία Ηλιού, όταν το 1962 ο τότε υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος τού είχε πει «Θα σας ταράξουμε στο ξύλο». «Κι εμείς θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα», απάντησε ο τότε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ.
Το ξύλο, βέβαια, δεν έχει αναγκαστικά σήμερα την έννοια που είχε τη δεκαετία του ’60. Μπορεί να αποτυπώνεται σε μια γροθιά, μπορεί να παίρνει και τη μορφή ενός εκβιασμού. Η επιβολή της νομιμότητας, όμως, είναι πάντα η εφαρμογή των νόμων, που φυσικά μπορεί και να αλλάζουν και να προσαρμόζονται στις ανάγκες της εποχής. Ενας βουλευτής που ασχημονεί αποβάλλεται, ενδεχομένως δικάζεται και σίγουρα καταδικάζεται, ή θα έπρεπε να καταδικάζεται, στη συνείδηση των ενεργών πολιτών. Ενα κόμμα που αποπειράται να εξαπατήσει τους ψηφοφόρους, και εν τέλει τη δημοκρατία, κρίνεται, αξιολογείται και εν τέλει αποκλείεται, σήμερα από μια εκλογική αναμέτρηση, αύριο από το Κοινοβούλιο. Ενας πολιτικός αρχηγός που κατηγορείται για συκοφαντική δυσφήμιση βλέπει την ασυλία του να αίρεται. Αλλά κι ένας μηχανισμός, κρατικός ή παρακρατικός, που παρεμβαίνει αυθαιρέτως στην ιδιωτική ζωή των πολιτών καλείται να δώσει εξηγήσεις για την πρακτική του.
H χθεσινή ημέρα είχε, πράγματι, πολλά παραδείγματα επιβολής της νομιμότητας. Τα πιο ηχηρά δεν είναι αναγκαστικά και τα πιο σημαντικά. Οσο εξαντλητική τηλεοπτική κάλυψη και αν έχει μια γροθιά, παραμένει μια μεμονωμένη πράξη και ο κίνδυνος περιορίζεται στο ενδεχόμενο αντιγραφής της. Αντιθέτως, όσο χαμηλή θέση κι αν έχει στις δημοσκοπήσεις η παρακολούθηση του τηλεφώνου ενός πολίτη, άπτεται των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ο κίνδυνος είναι η εξοικείωση μαζί της.
Το κρίσιμο ερώτημα εν τέλει δεν είναι γιατί παρακολουθούσαν τον Ανδρουλάκη: αυτό αργά ή γρήγορα θα απαντηθεί. Αυτό που προκαλεί πραγματικά απορία, και δικαιολογημένα καχυποψία, είναι γιατί η κυβέρνηση αντιστέκεται τόσο σθεναρά στη δημοσιοποίηση των λόγων για τους οποίους παρακολουθούσαν τον Ανδρουλάκη, τη στιγμή μάλιστα που υπάρχει και μια σαφής απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Ως πρόεδρος μιας ανεξάρτητης αρχής, της ΑΔΑΕ, ο Χρήστος Ράμμος λειτουργεί ως θεματοφύλακας της νομιμότητας. Στην αποστολή αυτή, θα έπρεπε να έχει την κυβέρνηση σύμμαχο, όχι ανταγωνιστή. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο επικεφαλής της έχει χαρακτηρίσει τη συγκεκριμένη παρακολούθηση «πολιτικά μη αποδεκτή» και «λάθος».