Στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, απόγευμα Δευτέρας, 96 Νεοϋορκέζοι πέρασαν από τους ανιχνευτές μετάλλων και οδηγήθηκαν σε μία αίθουσα στον 15ο όροφο του ποινικού δικαστηρίου του Κάτω Μανχάταν. Είχαν επιλεγεί ως υποψήφιοι ένορκοι στην υπόθεση «Λαός της Πολιτείας της Νέας Υόρκης εναντίον Ντόναλντ Τραμπ» – την πρώτη στα χρονικά ποινική δίκη αμερικανού προέδρου. Ενόσω κατευθύνονταν στις θέσεις τους, αρκετοί τέντωσαν τον λαιμό τους για να ρίξουν μια ματιά στον κατηγορούμενο. Εκεί ήταν: το πρόσωπό του όσο πορτοκαλί φαίνεται στην τηλεόραση, μία κόκκινη γραβάτα κρεμασμένη πάνω στην κοιλιά του. Τους ανταπέδωσε το βλέμμα και έσκυψε να ψιθυρίσει κάτι στο αφτί ενός δικηγόρου του. Μία υποψήφια ένορκος ξέσπασε σε χαχανητά και κάλυψε με το χέρι το στόμα της.
Ενας υπάλληλος του δικαστηρίου τους έβαλε όλους να σταθούν όρθιοι και να ορκιστούν να πουν την αλήθεια κατά τη διαδικασία επιλογής των ενόρκων. «Δίκαιος ένορκος είναι ο άνθρωπος που θα τηρήσει την υπόσχεση να είναι δίκαιος και αμερόληπτος», τόνισε ο δικαστής Χουάν Μερτσάν. «Παρακαλώ σηκώστε το χέρι αν πιστεύετε ότι δεν το μπορείτε». Περισσότερα από τα μισά χέρια στην αίθουσα σηκώθηκαν. Ο Μέρτσαν απήλλαξε αυτούς τους μεροληπτικούς ανθρώπους έναν προς έναν.
Η σκηνή που μετέφερε στο New Yorker ο Ερικ Λακ επαναλήφθηκε ξανά και ξανά τις επόμενες τέσσερις ημέρες. Σχεδόν 300 υποψήφιοι ένορκοι παρήλασαν από τη δικαστική αίθουσα, οι μισοί απαλλάχθηκαν με το «καλημέρα». Δεν είναι κι εύκολο, άλλωστε, να είναι κανείς αμερόληπτος όταν πρόκειται για τον Τραμπ. Ακόμα και από αυτούς που παρέμειναν αρχικά, αρκετοί εξέφρασαν ισχυρές απόψεις. Ενας μετανάστης από την Ιταλία τον συνέκρινε με τον Μπερλουσκόνι. Ενας συνταξιούχος φωτογράφος της αστυνομίας είπε αμέσως πως γνώριζε προσωπικά κάποιους από τους πέντε αφροαμερικανούς και λατινοαμερικανούς εφήβους που είχαν φυλακιστεί άδικα για τον βιασμό μιας λευκής τζόγκερ στο Σέντραλ Παρκ το 1989 – όταν συνελήφθησαν, ο Τραμπ είχε αγοράσει ολοσέλιδες καταχωρίσεις σε εφημερίδες ζητώντας επαναφορά της θανατικής ποινής και παρότι, χρόνια αργότερα, αθωώθηκαν, έχει δηλώσει επανειλημμένως πως τους θεωρεί ενόχους.
Κάποιοι ένορκοι επέμειναν πως μπορούσαν να φανούν αμερόληπτοι αλλά τους διέψευσαν παλαιότερα ποστ τους στα σόσιαλ μίντια. Κι άλλοι, ομολόγησαν ότι φοβούνται, αν όχι τον ίδιο τον κατηγορούμενο, τότε την προοπτική να υπηρετήσουν ως ένορκοι σε μία τέτοια υπόθεση. Το λιθαράκι του έβαλε σίγουρα και το Fox News, που παρουσίαζε τους επιλεγμένους ενόρκους έναν προς έναν, με γραφήματα όπου αναγράφονταν το επάγγελμά τους, το φυλετικό υπόβαθρο, οι αναγνωστικές τους συνήθειες – όλα εκτός από το ονοματεπώνυμό τους. Οι 12 που επελέγησαν, καθώς και οι έξι αναπληρωματικοί, ήταν, τελικά, εκείνοι που έδωσαν τις πιο αινιγματικές απαντήσεις στις ατελείωτες ερωτήσεις. Ενας ηλικιωμένος με καταγωγή από το Πουέρτο Ρίκο χαρακτήρισε τον Τραμπ «συναρπαστικό και μυστηριώδη»: «Με το που μπαίνει σε ένα δωμάτιο, αναστατώνει τους ανθρώπους, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο», δήλωσε. «Το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον αυτό». Θα είναι ένας από τους ενόρκους που θα κρίνουν την τύχη του.
Με τον Τραμπ στο εδώλιο, και μία πρώην πορνοστάρ (συμ)πρωταγωνίστρια, η δίκη που ξεκίνησε χθες προαγγέλλεται πλούσια σε θέαμα. Σαφώς πλουσιότερη σε ουσία αναμένεται, βέβαια, η προγραμματισμένη για την Πέμπτη συνεδρίαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, κατά την οποία θα εξεταστεί το ζήτημα της ποινικής ασυλίας που επικαλείται ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ προκειμένου να γλιτώσει από τις δύο δίκες που αντιμετωπίζει για την απόπειρά του να ανατρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα του 2020. Ετυμηγορία όμως δεν αναμένεται πριν από το κλείσιμο των εργασιών του Δικαστηρίου, την 1η Ιουλίου. Που σημαίνει ότι, πιθανότατα, οι Αμερικανοί θα προσέλθουν στις κάλπες τον Νοέμβριο χωρίς να έχουν κριθεί από τη Δικαιοσύνη οι πράξεις του Τραμπ από την ημέρα των εκλογών του 2020 μέχρι την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν.
Στο μεταξύ, εδώ και μερικές εβδομάδες, έχει ξεκινήσει μία περίεργη εκστρατεία στις προοδευτικές τάξεις των ΗΠΑ, ώστε να πειστεί η Σόνια Σοτομαγιόρ, η πρώτη ισπανόφωνη που έγινε ποτέ (το 2009, από τον Μπαράκ Ομπάμα) δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, να παραιτηθεί πριν από τη λήξη της τρέχουσας θητείας του Μπάιντεν, παρότι είναι μόλις 69 χρόνων, ώστε να μπορέσει ο δημοκρατικός πρόεδρος των ΗΠΑ να διορίσει στη θέση της έναν (ή μία) νεότερο, φιλελεύθερο δικαστή και να μην ξαναγίνει ό,τι έγινε με τη Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ – αν επανεκλεγεί πρόεδρος ο Τραμπ, και αποβιώσει ή παραιτηθεί η Σοτομαγιόρ στη διάρκεια της θητείας του, τότε εκείνος θα μπορέσει να διορίσει ακόμα έναν δικαστή, από 6:3 σήμερα, η αναλογία των φιλελεύθερων προς τους συντηρητικούς δικαστές θα γίνει 7:2, και όλοι μπορούν να φανταστούν τι σημαίνει αυτό. Η ίδια η ύπαρξη της εκστρατείας αυτής, βέβαια, υποδηλώνει πως οι Δημοκρατικοί δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξοι για τις εκλογές του Νοεμβρίου.
Ποτέ άλλοτε δεν είχαν βαρύνει τόσο τα δικαστήρια στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ. Και ταυτόχρονα, ποτέ δεν έμοιαζαν τόσο ανήμπορα να απονείμουν δικαιοσύνη, ουσιαστικά και εγκαίρως. Ποτέ άλλοτε δεν έδινε η χώρα τόσο την εντύπωση ότι οδεύει σαν υπνοβάτης προς τον γκρεμό. Και το χειρότερο, απειλεί να μας συμπαρασύρει όλους.