«Αν είχε αντέξει η συντροφικότητα που απολάμβαναν Αμερικανοί και Σοβιετικοί στρατιώτες εκείνες τις πρόσκαιρες μέρες, τι διαφορετικός και καλύτερος θα ήταν ο κόσμος μας» αυτό πίστευε ο Ρώσος που μαζί με έναν Αμερικανό συνάδελφό του, την 25η Απριλίου του 1945, «τσάκισαν» στα γενοφάσκια του τον Ψυχρό Πόλεμο και το… πλήρωσαν.
Μπορεί στη Δύση να γιορτάζουν την Απόβαση στη Νορμανδία, αλλά υπάρχει μια άλλη επέτειος καθόλου αιματηρή, την οποία όμως αποφεύγουν σήμερα οι υπερδυνάμεις να την καθιερώσουν.
Τον Απρίλιο του 1945 λοιπόν, καθώς ο αμερικανικός στρατός εισχωρούσε όλο και πιο βαθιά στη Γερμανία από δυσμάς, ένας νεαρός υπολοχαγός ονόματι Μπιλ Ρόμπερτσον διατάχθηκε να εντοπίσει τον συμμαχικό σοβιετικό στρατό που πλησίαζε εξ ανατολάς.
Περιγράφοντας το περιστατικό ο πρώην Αμερικανός πρέσβης και απόστρατος Τζορτζ Κρολ, αναφέρει πως ο Ρόμπερτσον, ελπίζοντας να είναι ο πρώτος Αμερικανός που θα συναντήσει τους Σοβιετικούς, αψήφησε τις διαταγές: Αποφάσισε να προχωρήσει πέρα από την προβλεπόμενη περιοχή, φτάνοντας στη γέφυρα Τρογκάου στον Έλβα.
Το «έγκλημα» είχε διαπραχθεί, αν και μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε ακόμα η ψυχροπολεμική αντιπαλότητα ΗΠΑ-ΕΣΣΔ.
Την ίδια στιγμή, όμως, ένας σοβιετικός υπολοχαγός, ονόματι Αλεξάντερ Σιλβάσκο, βρέθηκε στην απέναντι πλευρά του ποταμού.
Οι Αμερικανοί τότε, έβγαλαν μια αμερικανική σημαία επιδεικνύοντάς τη για να τους δουν οι Ρώσοι.
Δίχως όμως, οι Σοβιετικοί, να έχουν δει στο παρελθόν αμερικανική σημαία ή Αμερικανούς στρατιώτες, νόμιζαν ότι ίσως να ήταν γερμανικό κόλπο. Τότε ο Σιλβάνσκο διέταξε τους άντρες του να ρίξουν δυο οβίδες στην αμερικανική ομάδα, δίχως όμως να προκληθούν θύματα.
Ύστερα από λίγο, ο υπολοχαγός Ρόμπερτσον, πήρε την απόφαση να πλησιάσει τη γέφυρα έχοντας αφήσει το όπλο του και κάνοντας σήματα στους Ρώσους με τα χέρια του. Παρότρυνε τον Σοβιετικό να τον συναντήσει.
Τότε ο Σιλβάνσκο αφού σκαρφάλωσε στα ερείπια της κατεστραμμένης γέφυρας πλησίασε τον Αμερικανό δίχως όμως να μπορούν να καταλάβουν την γλώσσα ο ένας του άλλου.
Στη συνέχεια, ο Ρόμπερτσον κάλεσε τον Σιλβάσκο να έρθει μαζί του στην αμερικανική βάση. Μόλις έφτασε ο σοβιετικός με τους δύο αξιωματικούς του, οι Αμερικανοί τους κέρασαν φαγητό, ποτό και αντάλλαξαν διακριτικά και ρολόγια χειρός.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ένας φωτογράφος αποθανάτισε τη στιγμή.
Αυτό ήταν. Το «έγκλημα» είχε διαπραχθεί, αν και μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε ακόμα η ψυχροπολεμική αντιπαλότητα ΗΠΑ-ΕΣΣΔ.
Η τιμωρία
Το επόμενο πρωί, οι Σοβιετικοί επέστρεψαν στις γραμμές τους όπου οι δύο ανώτεροι αξιωματικοί συνελήφθησαν αμέσως, στάλθηκαν σπίτι τους και τους αφαιρέθηκε η ιδιότητα του κομματικού μέλους.
Ο δε Σιλβάνσκο όμως, θα διηγούνταν πως απέφυγε την τιμωρία καθώς ήταν «πολύ νέος και ανόητος για να τιμωρηθεί» ενώ η μονάδα του είχε και άλλη αποστολή ενόψει εναντίον των Γερμανών.
Ο Ρόμπερτσον, επίσης, συνελήφθη επειδή δεν υπάκουσε τις εντολές, αλλά αφέθηκε γρήγορα ελεύθερος μετά από παρέμβαση του ανώτατου διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων στρατηγού Ντουάιτ Αϊζενχάουερ.
Μετά τον πόλεμο ο Ρόμπερτσον συνέχισε τις σπουδές του στην ιατρική και έγινε διάσημος νευροχειρουργός στο Λος Άντζελες ενώ ο Σιλβάσκο εγκατασταθηκε σε ένα μικρό χωριό Morach στη Λευκορωσία, διδάσκοντας ιστορία στο σχολείο της περιοχής.
Η πρώτη φορά που ξανασυναντήθηκαν ήταν έπειτα από 30 χρόνια, το 1975, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν σε ύφεση, ενώ ο Ρόμπερτσον μαζί με άλλους βετεράνους που βρέθηκαν στη γέφυρα του Τοργκάου θα επισκέπτονταν τον Σιλβάνσκο με τις συζύγους τους.
Ο Ρόμπερτσον απεβίωσε το 1999, ενώ ο Σιλβάσνκο δέχτηκε επίσκεψη από τον Αμερικανό πρέσβη στη Λευκωσία, ο οποίος του περιέγραψε την παραπάνω ιστορία.
Το 2010, οι πρόεδροι των ΗΠΑ και της Ρωσίας εξέδωσαν για πρώτη φορά κοινή δήλωση στις 25 Απριλίου για τον εορτασμό της Ημέρας του Έλβα.
Εάν σήμερα η αμερικανική διπλωματία είχε περισσότερους Ρόμπερτσον, η «γέφυρα» στον ποταμό Έλβα θα ήταν ακόμα όρθια και τα γεράκια δεν θα έπειθαν τον Λευκό Οίκο να διαβεί «Ρουβίκωνες».