Είναι πραγματικά υπέροχη… η συζήτηση για το πόσο πρέπει να αυξηθούν οι δαπάνες για την υγεία. Μήπως το 6% είναι λίγο; Μήπως πρέπει να γίνει 7%-7,5%; Γιατί να μη γίνει 11%! Αλλος λέει να αυξηθούν και οι δαπάνες για την άμυνα. Γιατί όχι και αυτές. Προφανώς και για την παιδεία. Ποιος όμως έχει προτεραιοποιήσει τις ανάγκες και με ποια κριτήρια; Αξιολογήθηκε ποτέ οι υφιστάμενες δαπάνες αν πηγαίνουν εκεί που πρέπει και κυρίως αν αποδίδουν; Κυρίως ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά; Για το αν αντέχει ο έλληνας φορολογούμενος, κανείς δεν αναρωτιέται.
Εδώ πάμε να ξεχάσουμε ότι πρόσφατα χρεοκοπήσαμε. Μας το θύμισαν χθες οι «Financial Times» σε εκτενές άρθρο τους και το μόνο που μας έμεινε ήταν ότι το εισόδημά μας έχει πέσει στον πάτο της Ευρώπης. Το άρθρο ασχολείται με το αντιφατικό της ελληνικής οικονομίας, που καταγράφει σε πολλούς δείκτες ισχυρή ανάκαμψη από τις μεγαλύτερες στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την ίδια στιγμή εμφανίζει εισοδήματα φτώχειας. Η απάντηση ήταν πολύ απλή και την έδωσε η πιο έγκριτη διεθνώς οικονομική εφημερίδα: η έκταση της οικονομικής ζημιάς που υπέστη η χώρα μπορεί να συγκριθεί μόνο με τη Μεγάλη Υφεση των ΗΠΑ στη δεκαετία του 1930.
Για να γίνει ακόμα πιο αντιληπτό αναφέρει ότι το 2016, οι καταναλωτικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 24% έναντι του 2007, οι κρατικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 20% και οι επενδύσεις μειώθηκαν κατακόρυφα κατά 65%. Την ίδια περίοδο, η μεταποιητική δραστηριότητα μειώθηκε σχεδόν στο μισό, το λιανικό εμπόριο και η επαγγελματική δραστηριότητα συρρικνώθηκαν σχεδόν κατά το ένα τρίτο. Η ανεργία εκτοξεύτηκε στο ιστορικό υψηλό σχεδόν 30%. Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία ακόμα και σήμερα είναι περίπου 19% μικρότερη από ό,τι το 2007 – παρά την ισχυρή ανάκαμψη της χώρας μετά την πανδημία – ενώ η οικονομία της ΕΕ στο σύνολό της έχει αυξηθεί κατά 17%.
Κανονικά σε μια οικονομία που υπέστη τέτοια ζημιά θα είχε δημιουργηθεί σε κλίμα πολιτικής συναίνεσης ειδικό υπουργείο οικονομικής αποκατάστασης, το οποίο θα λειτουργούσε για χρόνια. Που θα μελετούσε έναν έναν τους τομείς που επλήγησαν και θα προσπαθούσε να απαλύνει τις πληγές τους, ανάλογα με τις δυνατότητες της οικονομίας. Εμείς έχουμε επιλέξει έναν άλλο δρόμο. Να κάνουμε ότι δεν συνέβη τίποτα. Να υποκρινόμαστε ότι είμαστε στο ίδιο επίπεδο με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τη στιγμή που ακόμα απέχουμε παρασάγγας από αυτές. Ως αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης, η δημόσια συζήτηση γίνεται επίσης με χαρακτηριστικά «στρουθοκάμηλου που έχει βουτήξει το κεφάλι βαθιά στη λάσπη».
Και ο κόσμος γύρω μας συνεχίζει να αλλάζει και να τρέχει. Από το 2025 μπαίνει η περίφημη οροφή δαπανών και μόλις μια χώρα, όπως η Ελλάδα, ξεπερνάει το συμφωνημένο όριο, αυτόματα θα μπαίνει σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Αυτό θα συμβαίνει ακόμα και αν έχουμε υπερπλεόνασμα… του υπερπλεονάσματος στα έσοδα. Στις Βρυξέλλες έχουν καταλάβει ότι η «αχίλλειος πτέρνα» πολλών κρατών είναι ότι όταν πηγαίνουν οικονομικά καλύτερα, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα, «ξεχειλώνουν» τις κρατικές τους δαπάνες, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται «γυμνές» όταν τα πράγματα δυσκολεύουν στην οικονομία. Και εμείς τι κάνουμε; Προσπαθούμε να επιβεβαιώσουμε για μια ακόμα φορά πόσο δίκιο έχουν.