Για την εξέλιξη της υπόθεσης του Φρέντι Μπελέρη και τις σχέσεις του με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, τοποθετήθηκε στη διάρκεια τηλεοπτικής του συνέντευξης στο Report TV της Αλβανίας ο Έντι Ράμα.
Σχολιάζοντας τις σχέσεις με τον Έλληνα πρωθυπουργό, ο Ράμα ανέφερε πως «οι σχέσεις μου με τον πρωθυπουργό της Ελλάδας είναι πολύ καλές. Δεν έχουν αλλάξει ακόμη και όταν η επικοινωνία μεταξύ των δύο χωρών επιδεινώθηκε και όχι εξαιτίας μας. Πιστεύω στην επικοινωνία, έτσι πρέπει να αντιμετωπίζουμε την αλήθεια».
«Ταυτόχρονα, είμαι ανοιχτός και πρόθυμος να ακούσω ακόμη και αν διαφωνώ. Αυτός είναι ένας διάλογος που συνεχίστηκε και δεν διακόπηκε ποτέ. Συμβαίνει, ωστόσο, σε θέματα που άπτονται της πολιτικής ατζέντας και αφορούν το συμφέρον του ενός ή του άλλου κράτους, να υπάρχει και ένα σοκ στις σχέσεις. Από αυτή την άποψη, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει πρόβλημα από την πλευρά μου», συμπλήρωσε ο αλβανός πρωθυπουργός.
Αναφερόμενος στην υπόθεση προφυλάκισης του Φρέντι Μπελέρη, είπε πως «αναφορικά με την πρόοδο της διαδικασίας, απαιτείται από μένα να μην σχολιάζω. Είναι θέμα της αλβανικής δικαιοσύνης και εκεί τελειώνει το θέμα. Το τι συμβαίνει στην Ελλάδα και τι κάνουν όσοι έχουν την ίδια εθνικότητα με τον κύριο (σ.σ. Μπελέρη) δεν είναι δική μου δουλειά, αλλά εδώ κάθε Αλβανός πολίτης, ανεξάρτητα από την εθνικότητα, υπόκειται στην αλβανική δικαιοσύνη. Αυτή είναι μια πτυχή για την οποία δεν διαπραγματευόμαστε τίποτα και με κανέναν, ούτε εντός του κόμματος ούτε μεταξύ των κομμάτων, πόσο μάλλον με ένα άλλο κράτος».
Όταν του ζητήθηκε να τοποθετηθεί σχετικά με την κατάσταση στη Χειμάρρα, ο Ράμα είπε μεταξύ άλλων πως «αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου, διότι ο κύριος (Μπελέρης) έλαβε την εντολή από την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή. Στη συνέχεια ο πρόεδρος προκηρύσσει τις εκλογές. Τότε θα παρουσιάσουμε τον υποψήφιό μας. Η Χειμάρρα είναι αυτή που πρέπει να βγει κερδισμένη στο τέλος και να μείνει μακριά από κάθε αποσταθεροποιητική ενέργεια. Δεν θέλουμε καβγάδες εκεί και δεν μας ενδιαφέρει ποιοι είναι Αλβανοί και ποιοι αποτελούν τις μειονότητες».