Αισχρότερη πράξη και από τη χειροδικία μέσα στη Βουλή είναι η στάση του Κυριάκου Βελόπουλου. Αυτός ο κύριος, με αφορμή την καταδίκη του γνωστού συμβάντος της Τετάρτης μέσα στη Βουλή, όχι μόνο δεν δίστασε να δικαιολογήσει τη χειροδικία σε ένα άλλο σχετικό περιστατικό (το χαστούκι εις βάρος της κ. Δεληκάρη), αλλά το χρησιμοποίησε και ως απειλή κιόλας, προς όσους «ψήφισαν αντιχριστιανικούς νόμους και πηγαίνουν στον ναό του Θεού χωρίς να έχουν μετανιώσει», όπως το έθεσε. Είναι αισχρότερη, διότι για εκείνον που χειροδικεί μπορείς να πεις (αναλόγως και των συνθηκών πάντα) ότι ενδεχομένως να τελούσε εν βρασμώ. Δεν είναι σπάνιο οι άνθρωποι να το χάνουν και να παραφέρονται, συμβαίνει. Αυτό δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση δικαιολογία για τη βία, υπό προϋποθέσεις όμως ίσως είναι ελαφρυντικό. Αντιθέτως, ο τρίτος, που παρακολουθεί και παρεμβαίνει μετά για να το εκμεταλλευτεί με τον χυδαιότερο τρόπο προς όφελός του, το κάνει από ψυχρό υπολογισμό. Για τον λόγο αυτόν, νομίζω ότι ηθικά η στάση του πολιτικού αρχηγού κ. Βελόπουλου είναι η αισχρότερη. Προσωπικώς, τη βρίσκω εμετική, γι’ αυτό και πάω σε άλλη πτυχή του θέματος.
Η λέξη αίσχος και τα παράγωγά της ταιριάζουν στην περίσταση, διότι διανύουμε περίοδο κατά την οποία την αξιοπρέπεια του ΣΥΡΙΖΑ μετρά και επιβραβεύει ένας κ. Στίγκας, δήθεν πρόεδρος των «Σπαρτιατών». Σουρεαλιστικό εντελώς, να επαινεί ο κ. Στίγκας την αξιοπρέπεια του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα προσωπικά του κ. Κασσελάκη, όταν τον θυμόμαστε με πόση περιφρόνηση και χυδαιότητα αναφερόταν στους ομοφυλόφιλους («αυτούς που τους σπρώχνουνε», ήταν η γλαφυρή διατύπωσή του) από το βήμα της Βουλής, μόλις πριν από τρεις μήνες.
Δεν είναι όμως μονόπλευρο και ανικανοποίητο το αίσθημα. Καταλαβαίνω ότι υπάρχει ανταπόκριση, διότι ο κ. Βασίλης Κασσελάκης, προεδρικός εξάδελφος και υποψήφιος ευρωβουλευτής, καλωσορίζει τις ψήφους των «Σπαρτιατών» στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως κάποτε ο Νίκος Βούτσης, ως πρόεδρος της Βουλής, καλωσόριζε τις ψήφους της Χρυσής Αυγής. (Κυνισμός κλασικής προελεύσεως, αν θεωρήσουμε ως αφετηρία του τη σοφή παρατήρηση του αυτοκράτορα Βεσπασιανού ότι «το χρήμα δεν μυρίζει», όταν έφτιαξε δημόσια αποχωρητήρια στη Ρώμη με εισιτήριο).
Για ένα μέρος τουλάχιστον της αντιπολίτευσης, για τους λαϊκιστές της Δεξιάς και τους ριζοσπαστικούς της Αριστεράς, είναι φανερό ότι αντιλαμβάνονται τον κοινοβουλευτισμό και τις διαδικασίες του ως μια προέκταση του πολέμου με άλλα μέσα. Αυτό προκαλεί προβλήματα στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, διότι η δημοκρατία δεν χρειάζεται μόνο την τήρηση των νόμων. Εκτός από το γράμμα των νόμων και των κανονισμών, υπάρχουν και οι άγραφοι κανόνες, οι ηθικές νόρμες, η τήρηση των οποίων εναπόκειται στην προσωπική ηθική του καθενός. Αν ο άλλος δεν ντρέπεται για τον εαυτό του, όταν κάνει κάτι αισχρό, ποιος μπορεί να τον εμποδίσει; Στη δική μας περίπτωση, τα όρια έχουν πάψει να υπάρχουν, από την ώρα που βλέπουμε έναν καθηγητή πανεπιστημίου να μας λέει ότι η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας δεν τρώγεται. Από την ώρα, δηλαδή, που βλέπουμε έναν κατά τεκμήριο μορφωμένο άνθρωπο να παίζει τον βλάκα επειδή έτσι μπορεί να εκλεγεί.
Το συμπέρασμά μου είναι ότι, με την εξαίρεση του ΠΑΣΟΚ, η αντιπολίτευση νοσταλγεί το 2010 και προσπαθεί απεγνωσμένα να ξαναφτιάξει τις συνθήκες για την επανάληψή του. Δεν νομίζω ότι είναι συμπτωματικό ότι η αφρικανική σκόνη έδωσε την ευκαιρία στους συνωμοσιολόγους να φρεσκάρουν κάπως τις βλαμμένες θεωρίες τους, μια και ο δράκος με τους ψεκασμούς μπαγιάτεψε.
Επειδή όμως πάντα πιστεύω στην ακτίδα της αισιοδοξίας που προβάλλει ακόμη και από τη μεγαλύτερη τραγωδία, να κλείσω με κάτι θετικό για τη συνέχεια των θεσμών στη χώρα μας. Χαιρετίζω τη θορυβώδη είσοδο του κ. Β. Κασσελάκη, εξαδέλφου, στο πολιτικό προσκήνιο, παρότι διαφωνώ με τη δήλωσή του. Εύχομαι να τα καταφέρει το παιδί και να εκλεγεί, διότι η σταθερή παρουσία του ενισχύει περαιτέρω, τολμώ να πω ότι θεμελιώνει, τον θεσμό του Προεδρικού Εξαδέλφου στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας είχε τον δικό του. Γιατί όχι και ο κ. Κασσελάκης;