Ηχηρές προειδοποιήσεις για το πώς αλλάζει το κλίμα στην Ευρώπη στέλνει ο Κάρλο Μπουοντέμπο, διευθυντής της Υπηρεσίας Κλιματικής Αλλαγής Copernicus (C3S) μέσω της συνέντευξης την οποία παραχώρησε στα «ΝΕΑ» με αφορμή τη νέα έκθεση για τις κλιματικές συνθήκες στην Ευρώπη που έδωσαν στη δημοσιότητα η ευρωπαϊκή υπηρεσία Κοπέρνικος και ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός.
Ο ιταλός επιστήμονας εκτιμά ότι οι ημέρες ακραίας θερμικής καταπόνησης θα αυξηθούν, οι ξηρές περιοχές θα γίνουν ξηρότερες και παράλληλα οι κατακλυσμιαίες βροχοπτώσεις θα γίνουν πιθανώς ακόμα πιο έντονες, ενώ τονίζει ότι πρέπει να χρησιμοποιούμε καλύτερα τα διαθέσιμα στοιχεία για να προετοιμαστούμε για ένα κλίμα που είναι θεμελιωδώς διαφορετικό από αυτό στο οποίο μεγαλώσαμε.
«Παγκοσμίως το 2023 ήταν μια εξαιρετικά ιδιαίτερη χρονιά, γιατί ήταν η θερμότερη χρονιά που έχει καταγραφεί από τότε που έχουμε στοιχεία και γιατί είδαμε να καταρρίπτεται το ένα ρεκόρ μετά το άλλο από μήνα σε μήνα, σε μια ακολουθία χωρίς τέλος» λέει ο επιστήμονας του Κοπέρνικου καθώς ξεκινά η συζήτησή μας, δείχνοντας ευθύς εξαρχής ότι οι εξελίξεις για το κλίμα είναι εξαιρετικά αρνητικές.
«Στην Ευρώπη είχαμε το δεύτερο θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί και είδαμε μεγαλύτερη μεταβλητότητα. Οι επιδόσεις αυτές δεν είναι συμπτωματικές. Είναι απόρροια του ότι το κλίμα μας θερμαίνεται, και θερμαίνεται γενικά, σε όλες τις ηπείρους, σε όλες τις περιοχές.
Η Ευρώπη είναι η ήπειρος που θερμαίνεται ταχύτερα. Βασικό εύρημα για το 2023 αποτελεί η διαπίστωση ότι η αύξηση της θερμοκρασίας ήταν κατακόρυφη όχι μόνο στον αέρα, αλλά και στις θάλασσες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον καύσωνα στον Βόρειο Ατλαντικό. Ολες οι θερμοκρασίες αυξάνονται».
Στη Νότια Ευρώπη. Αλλά κατά τα λεγόμενά του ακόμα πιο ανησυχητικές είναι οι εξελίξεις σε σχέση με την «ακραία θερμική καταπόνηση».
«Για τη μέτρησή της χρησιμοποιήσαμε τον γενικό δείκτη θερμοκλίματος, ο οποίος λαμβάνει υπόψη διάφορους παράγοντες: τη θερμοκρασία, την υγρασία, την ταχύτητα ανέμου, την ηλιοφάνεια, τη ζέστη που αντανακλάται από τον περιβάλλοντα χώρο.
Διαπιστώσαμε ότι ο αριθμός των ημερών κατά τις οποίες η θερμική καταπόνηση ήταν ακραία σημείωσε ρεκόρ. Η ισχυρότερη σημειώθηκε στη Νότια Ευρώπη» τονίζει ο Μπουοντέμπο.
Οπως επεξηγεί, «μπορεί η Ευρώπη την περασμένη χρονιά να μην ξεπέρασε το ρεκόρ υψηλής θερμοκρασίας, τους 48,8 βαθμούς που είχε καταγραφεί στη Σικελία στις 11 Αυγούστου 2021, αλλά μια μοναδική αύξηση της θερμοκρασίας ακόμα και στους 50 βαθμούς δεν είναι απαραίτητα η πιο καταστροφική εξέλιξη για την υγεία, αλλά ο συνδυασμός παραγόντων.
Ακόμα και μια πολύ ζεστή ημέρα στην έρημο δεν είναι τόσο ανυπόφορη όσο μια ημέρα με χαμηλότερη θερμοκρασία, αλλά με αυξημένη υγρασία, ειδικά αν δεν υπάρχει δυνατότητα χαμηλότερης θερμοκρασίας τη νύχτα, οπότε έχουμε συνδυασμό θερμών ημερών και θερμής νύχτας.
Τέτοιες καταστάσεις είναι πιο επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία. Ο συνδυασμός υγρασίας και ζέστης είναι πολλές φορές πιο προβληματικός παρά όταν υπάρχουν πολύ υψηλή θερμοκρασία και ξηρά μέρη. Στη Νότια Ευρώπη είχαμε καύσωνες, που διήρκεσαν περισσότερο. Δεν ήταν το πιο θερμό καλοκαίρι, αλλά ήταν ένα καλοκαίρι κατά το οποίο η αίσθηση του καύσωνα ήταν εντονότερη από άλλες χρονιές. Υπάρχουν μέρη με υψηλή θερμοκρασία αλλά δεν είναι τόσο ανυπόφορη ή επικίνδυνη. Είναι σημαντικό να βλέπουμε τους παράγοντες συνδυαστικά. Με αυτή την έννοια το γεγονός ότι στην Ευρώπη βλέπουμε μια αύξηση στη συχνότητα της υπερβολικής ζέστης είναι ανησυχητικό».
Tο κλίμα συνεχίζει να αλλάζει. Ποια η γενικότερη λοιπόν αξιολόγησή του για την Ευρώπη; «Είναι δύσκολο να έχουμε ένα συμπέρασμα, ένα μήνυμα για την Ευρώπη. Ηταν η πιο υγρή χρονιά, είχαμε τεράστιες πλημμύρες στην Ελλάδα, στη Λιβύη, η οποία δεν βρίσκεται στην Ευρώπη αλλά είναι κοντά, στην Εμίλια Ρομάνια στην Ιταλία, αλλά την ίδια στιγμή η ξηρασία ήταν εμφανής στην Ανατολική Ισπανία που επηρεάστηκε σοβαρά από την ξηρασία. Επίσης ήταν η χρονιά με τη μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά που έχει καταγραφεί ποτέ στην ΕΕ στον Εβρο, στην Ελλάδα.
Ηταν η δεύτερη πιο θερμή χρονιά, αλλά από την άλλη η Βόρεια Ευρώπη είδε χαμηλές θερμοκρασίες. Στη Φινλανδία, τη Νορβηγία, τη Σουηδία ορισμένοι μήνες ήταν πιο ψυχροί από ό,τι συνήθως, ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη ψηνόταν. Πρέπει να δώσουμε προσοχή στα στοιχεία της έκθεσης διότι το κλίμα συνεχίζει να αλλάζει».
Μας εξηγεί ότι τα στοιχεία της έκθεσης επιβεβαιώνουν αυτά που προειδοποιούν οι επιστήμονες. «Οτι η υπερθέρμανση του πλανήτη προκαλεί μεγαλύτερη ανομβρία στις περιοχές που υποφέρουν ήδη από ξηρασία. Θα γίνουν πιο ξηρές.
Οι ημέρες ακραίας θερμικής καταπόνησης θα αυξηθούν. Παράλληλα, οι έντονες βροχοπτώσεις θα ενισχυθούν σε ένταση. Φαινόμενα παρόμοια με αυτά που είδαμε στην Εμίλια Ρομάνια στην Ιταλία, στη Σλοβενία και στην Ελλάδα είχαν υπάρξει και παλαιότερα, αλλά καταλαβαίνουμε ότι αυτές οι κατακλυσμιαίες πλημμύρες είναι πιθανό να αυξηθούν στο μέλλον. Πρέπει να κατανοούμε τι συμβαίνει και ποιες τάσεις επικρατούν για να προετοιμαζόμαστε καλύτερα σε σχέση με το τι πρέπει να κάνουμε για να γίνουμε λιγότερο ευάλωτοι στο μέλλον σε τέτοια φαινόμενα. Οι οικονομικές απώλειες ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια και γνωρίζουμε ότι θα είναι χειρότερες στο μέλλον. Στην Ευρώπη οι απώλειες ήταν 13,4 δισ. ευρώ, με το 81% να οφείλεται στις πλημμύρες.
Η ένταση των πιο έντονων βροχοπτώσεων θα αυξηθεί ακόμα και αν έχουμε λιγότερες βροχές, αλλά όταν θα βρέχει θα βρέχει καταρρακτωδώς. Είναι αδύνατο να πούμε ότι οι πλημμύρες στην Ελλάδα συνέβησαν εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, αλλά μπορούμε να πούμε ότι αυτού του είδους τα φαινόμενα είναι πιο πιθανά εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής».
Ωστόσο οι απώλειες δεν περιορίζονται στο οικονομικό κόστος. Σύμφωνα με την έκθεση οι θάνατοι που σχετίζονται με καύσωνες αυξήθηκαν κατά 94%. Το ποσοστό προκαλεί έκπληξη, λέμε στον διευθυντή του Κοπέρνικου.
«Δεν αποτελεί έκπληξη, διότι γνωρίζουμε ότι οι θάνατοι σχετίζονται με την αύξηση της ακραίας θερμικής καταπόνησης. Είναι μια θλιβερή πραγματικότητα. Ο αριθμός των επιπλέον θανάτων είναι κάπου 60.000, παρότι υπάρχει ήδη κάποιος βαθμός προσαρμογής.
Δεν είμαστε πια στο 2003, έχουμε προετοιμαστεί καλύτερα. Πρέπει να κατανοούμε τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουμε για να προετοιμαστούμε καλύτερα» τονίζει.
«Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τις πληροφορίες που έχουμε για να προετοιμαστούμε καλύτερα, να μειώσουμε τις απώλειες και να οργανώσουμε τις κοινωνίες μας για ένα κλίμα που θα είναι σαφώς διαφορετικό από αυτό στο οποίο μεγαλώσαμε.
Βρισκόμαστε σε τελείως αχαρτογράφητα νερά. Ζούμε σε μια κατάσταση που έχει ελάχιστη ομοιότητα με το κλίμα στο οποίο αναπτύχθηκε ο πολιτισμός μας και πρέπει να χρησιμοποιήσουμε καλύτερα τις πληροφορίες που έχουμε για να προσαρμοστούμε σε ένα κλίμα θεμελιωδώς διαφορετικό» καταλήγει.