Πριν από λίγες μέρες άρχισε να εφαρμόζεται στη Βενετία το μέτρο του εισιτηρίου των πέντε ευρώ για τους τουρίστες που επισκέπτονται αυθημερόν την πόλη. Πρόκειται για μια ιδέα του δήμαρχου Λουίτζι Μπρουνιάρο για να αντιμετωπιστούν, λέει, ο υπερτουρισμός και τα παρελκόμενά του. Την περασμένη Πέμπτη, που έκανε «πρεμιέρα» το βενετσιάνικο εισιτήριο, κάποιοι κάτοικοι διαμαρτυρήθηκαν, ψιλοπλακώθηκαν με τους αστυνομικούς, αλλά στο τέλος της ημέρας ο δήμαρχος δήλωσε ευχαριστημένος για τα 15.000 εισιτήρια που έκοψαν οι 113.000 συνολικά επισκέπτες της Γαληνότατης – από το μέτρο εξαιρούνται όσοι διανυκτερεύουν στην πόλη και πληρώνουν, ούτως ή άλλως, τέλος διανυκτέρευσης στα ξενοδοχεία, οι φοιτητές, οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής του Βένετο και όσοι επισκέπτονται τη Βενετία για εργασία ή ιατρικούς λόγους.
Βέβαια, απ’ όσο αντιλαμβάνομαι, το μέτρο δεν μπήκε σε ισχύ για να αποθαρρύνει τους τουρίστες (δεν φαντάζομαι ότι κάποιος που έφτασε έως εκεί θα τσιγκουνευτεί τα 5 ευρώ, λιγότερο απ’ όσο στοιχίζει ένα πακέτο τσιγάρα στην Ιταλία), αλλά για να έχει άμεσα έσοδα ο δήμος ώστε να προχωρήσει, σύμφωνα με τα λεγόμενα του δημάρχου, σε έργα και μέτρα προστασίας από τις επιπτώσεις του υπερτουρισμού που επιφέρουν αλλοίωση της πόλης και μπλα, μπλα, μπλα. Βέβαια, η «μάστιγα του υπερτουρισμού» δεν έπεσε ως τιμωρία εξ ουρανού. Είναι το αποτέλεσμα μιας έστω και ασυνείδητης πολιτικής που ανέδειξε, απολύτως δικαίως, τη Βενετία, ήδη από τον προπροηγούμενο αιώνα, στον απόλυτο τουριστικό προορισμό. Φτάνει να θυμηθούμε λίγες μόνο από τις αναφορές σε τραγούδια, κινηματογράφο, λογοτεχνία – από τον Βισκόντι έως τη Χάισμιθ – που καλλιέργησαν τον μύθο της μοιραίας Bella Venezia.
Λίγο παραπέρα, στα Κανάρια Νησιά της Ισπανίας, δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι κατέβηκαν στους δρόμους της Τενερίφης, σε μια από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις που έχουν γίνει ποτέ εκεί, για να διαμαρτυρηθούν επίσης για τον υπερτουρισμό που, το 2023, έφερε σχεδόν 14 εκατομμύρια τουρίστες σε ένα νησιωτικό σύμπλεγμα που ο ντόπιος πληθυσμός φτάνει τα 2,2 εκατομμύρια. Και που, παρ’ όλα αυτά, είναι η δεύτερη, μετά την Ανδαλουσία, φτωχότερη περιοχή της Ισπανίας, με έναν στους τρεις κατοίκους να βρίσκονται στο φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού – και που, φαντάζομαι, θα ήταν πολύ περισσότεροι αν δεν είχε αναδειχθεί ο τόπος τους σε «τουριστικό προϊόν».
Ωστόσο, όπως ισχυρίζονται οι συντονιστές του κινήματος διαμαρτυρίας, δεν είναι κατά του τουρισμού, αλλά ζητούν να αλλάξει το μοντέλο που επιτρέπει την αλόγιστη ανάπτυξή του. Προσπαθώ να φανταστώ το μοντέλο εκείνο που θα έβαζε «κόφτη» στην ανάπτυξη του τουρισμού. Και το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι η μεγάλη αύξηση των τιμών, αν γινόταν δηλαδή ένας πανάκριβος, «μόνο για λίγους» προορισμός. Θα ήταν όμως καλό αυτό;
Συνέβη στην Αθήνα
Ο τουρισμός, εδώ και κάποια χρόνια, έχει γίνει πεδίο διαμαρτυρίας και ανάπτυξης διαφόρων κοινωνικών κινημάτων. Ειδικά στη χώρα μας. Οι συλλογικότητες δεν θέλουν, σου λέει, το Airbnb. Ούτε και τα πολλά ξενοδοχεία. Γιατί αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της πόλης. Δηλαδή, να μη γίνει ένα ξενοδοχείο που θα αναβαθμίσει ένα κτίριο που παρακμάζει προκειμένου να σωθεί ένας κινηματογράφος που λειτουργεί κυρίως ως καύσιμη ύλη της νοσταλγίας και στον οποίο δεν πατάνε το πόδι τους.
Ναι, κατανοώ κάποια προβλήματα που προκύπτουν, αλλά ξεχνάμε ότι η εύκολη πρόσβαση στο ταξίδι που δίνει ένα οικονομικό κατάλυμα κινεί μια ολόκληρη οικονομία. Ενώ ένα σωρό μαγαζιά, ειδικά εστίασης, που συντηρούνται από τους διερχόμενους τουρίστες αλλά και την αναβάθμιση περιοχών που προ Airbnb ήταν στα αζήτητα. Και τέλος πάντων, εφόσον ζούμε σε ελεύθερη οικονομία, κάποιος που έχει ένα-δύο διαμερίσματα μπορεί να τα εκμεταλλευτεί όπως τον συμφέρει καλύτερα.
Βεβαίως και πρέπει να γίνουν ρυθμίσεις, βεβαίως και πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε να μη γίνει τελικά παραποίηση του λεγόμενου «τουριστικού προϊόντος», κάτι που, στην τελική, δεν το θέλουν ούτε οι ίδιοι οι τουρίστες. Βεβαίως και δεν θα πρέπει να ξεβρακωνόμαστε στους ξένους. Ούτε όμως και να τους βλέπουμε σαν «εισβολείς» που έρχονται να επιβληθούν στα νέα «προλεταριάτα», αυτά τα οποία αγωνιούν να εφεύρουν οι παρηκμασμένες ιδεολογίες.