Ο Αρειος Πάγος καθόρισε το σκηνικό της αναμέτρησης της 9ης Ιουνίου: έκοψε τους «Σπαρτιάτες» και άλλα 14 κόμματα, όπως, εν πολλοίς, αναμενόταν λόγω του υψηλότερου αυτή τη φορά παραβόλου (20.000 ευρώ) για συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία. Το 2019 συμμετείχαν 40 κόμματα (με τα 34 να λαμβάνουν κάτω από 3%), τώρα θα κατέβουν συνολικά 31, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πίτα της χαλαρότερης ψήφου ή της ψήφου διαμαρτυρίας η οποία ουσιαστικά μεγαλώνει για τους υπόλοιπους – όχι πάντως για τον πρώτο. Σε αυτό το περιβάλλον και ενόψει μιας ευρωκάλπης η οποία σε αντίθεση με το 2019 δεν προηγείται των εθνικών εκλογών, διευκολύνοντας ακόμα περισσότερο τη χαλαρή αντιμετώπιση, τα κόμματα δείχνουν να δυσκολεύονται στον δημόσιο προσδιορισμό του πήχη τους.
Η ΝΔ απέφευγε μέχρι πρότινος να μιλήσει με αριθμούς, αλλά τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να πει με σαφήνεια ποιο είναι, κατά τον ίδιο, το «λογικό μέτρο σύγκρισης»: ευρωεκλογές με ευρωεκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μη μιλάει με ποσοστά, με τον Στέφανο Κασσελάκη να καλεί σε «απόλυτη ανατροπή». Ούτε το ΠΑΣΟΚ δίνει δημόσια τον δικό του πήχη, δίνοντας μάχη «χωρίς ταβάνι» με στόχο τη δεύτερη θέση. Για τον Μητσοτάκη η σύγκριση Μαΐου 2019 – Ιουνίου 2024 είναι οπωσδήποτε βολική για την παράταξή του. Ο ίδιος άλλωστε μιλούσε εδώ και εβδομάδες για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ευρωκάλπης, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τις αναμενόμενες απώλειες της κεντροδεξιάς παράταξης σε σχέση με το 40%+ του περασμένου Ιουνίου.
Ο γαλάζιος πήχης του 33%+ είναι βολικός για ακόμα έναν λόγο. Με το σκεπτικό των κυβερνώντων δεν είναι δυνατόν τα υπόλοιπα κόμματα να θέλουν να συγκριθούν με όποια αναμέτρηση τους βολεύει. Σαν να λένε, ας πούμε, ξεχάστε το αποτέλεσμα του περασμένου Ιουνίου, εκείνο που μετράει για όλους είναι η απόδοση του 2019. Σαν να λένε πιο συγκεκριμένα ότι δεν είναι δυνατόν να θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να συγκριθεί με το 17%+ της τελευταίας εθνικής κάλπης, αλλά πρέπει να πιάσει το 23%+ των τελευταίων ευρωεκλογών για να έχει λόγο πανηγυρισμού το βράδυ της 9ης Ιουνίου.