Ηταν 10 Φεβρουαρίου του 2022, λίγες ημέρες πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όταν ο Νικίτα Ουβάροφ, ένας 16χρονος από την πόλη Κανσκ της Σιβηρίας, κρίθηκε ένοχος για «προετοιμασία διάπραξης τρομοκρατικών ενεργειών» και καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση. Ο Νικίτα είχε συλληφθεί μαζί με δύο φίλους του ενάμιση χρόνο νωρίτερα, καθώς κολλούσαν αφίσες κατά της πολιτικής καταστολής: «Ελευθερία για τους πολιτικούς μας κρατουμένους», «Ενώ εσείς παχαίνετε, εμείς ικετεύουμε»… Από τα κινητά τους τηλέφωνα, οι Αρχές διαπίστωσαν πως οι τρεις τους σχεδίαζαν να ανατινάξουν ένα κτίριο της FSB… στο Minecraft, το βιντεοπαιχνίδι που επιτρέπει στους παίκτες να χτίζουν κατασκευές από κύβους σε έναν τρισδιάστατο κόσμο. Το φοβερό αυτό σχέδιο, καθώς και οι καταθέσεις «ειδικών γλωσσολόγων» που είχαν κρίνει ύποπτο τον θαυμασμό του νεαρού για τον τραγουδιστή των Nirvana, τον Κερτ Κομπέιν, ή και το γεγονός ότι διάβαζε άρθρα γύρω από τις καταχρήσεις εξουσίας της FSB, βάρυναν αποφασιστικά στην καταδίκη του.
Μάταια προσπάθησε ο νεαρός αναρχικός να πείσει τους στρατοδίκες που πήγαν επί τούτου στο Κανσκ πως δεν ήταν «τρομοκράτης». «Αν καταδικαστώ», είχε πει σε μία από τις τελευταίες του παρεμβάσεις στο στρατοδικείο, «θα εκτίσω την ποινή μου με τη συνείδηση καθαρή και με αξιοπρέπεια. […] Δεν νιώθω ντροπή απέναντι στους ανθρώπους, τους δικούς μου ή τους ξένους, που γνωρίζουν την ιστορία μας […] Θα ήθελα απλώς να τελειώσω τις σπουδές μου και να φύγω μακριά από δω, για να μην εκνευρίζω πια κανέναν από τις υπηρεσίες ασφαλείας και να μην εκνευρίζομαι ούτε εγώ. Ζητώ από το δικαστήριο να μου αφήσει αυτή τη δυνατότητα». Δεν του την άφησε.
Κάτι σε αυτή την υπόθεση είχε τραβήξει την προσοχή του Μπενουά Βιτκίν, του ανταποκριτή της γαλλικής εφημερίδας Le Monde στη Μόσχα. Τον Απρίλιο του 2021, ενώ ο Νικίτα ήταν ακόμα προφυλακιστέος, ταξίδεψε στο Κανσκ μαζί με μία φωτογράφο προκειμένου να μιλήσει με την οικογένειά του. Η μητέρα του, η Αννα Ουράνοβα, τους είχε προτείνει να μείνουν στο σπίτι της αδελφής της, της Εκατερίνα. Μαζί της ζούσε ο γιος της, ο 14χρονος Μαξίμ, και ένας άλλος ξάδελφος, ο 18χρονος Πάβελ, ή «Πάσα», παιδί μιας δυσλειτουργικής οικογένειας (πατέρας που πέθανε πρόωρα, αλκοόλ, φυλακή…), από κείνες που δεν είναι καθόλου ασυνήθιστες σε αυτές τις ξεχασμένες γωνιές της Ρωσίας. Ο Μαξίμ είχε τα μαλλιά του βαμμένα μπλε-πράσινα και αγαπούσε τη ροκ μουσική. Ο Πάσα ήταν ένας ντροπαλός νέος που μιλούσε με τα μάτια χαμηλωμένα, χαζογελούσε για να κρύψει την αμηχανία του και είχε μόνο ένα όνειρο: να καταταγεί στον στρατό. Οι δυο τους είχαν ξεναγήσει τους ξενόφερτους δημοσιογράφους στην πόλη, σε αυτόν τον δίχως έλεος, και κυρίως δίχως ορίζοντα, κόσμο των εφήβων του Κανσκ. «Εδώ, αν χαμογελάς, σημαίνει ότι είσαι ή τοξικομανής ή ηλίθιος», είχε συνοψίσει ο Μαξίμ.
Τρία χρόνια μετά, ο Νικίτα είναι πάντα στη φυλακή. Αρνήθηκε να γράψει γράμματα υποστήριξης στους ρώσους στρατιώτες που πολεμούν στην Ουκρανία, και τιμωρήθηκε με στέρηση επισκεπτηρίου. Αναγκάστηκε επίσης να εγκαταλείψει το όνειρό του να σπουδάσει. Θεωρητικά, θα βγει από τη φυλακή το 2026, όταν θα είναι 20 χρόνων. Την ίδια ηλικία που είχε ο Πάσα όταν πέθανε: η θεία του το έμαθε από έναν συστρατιώτη του, τον Δεκέμβριο. Ο Πάσα είχε σκοτωθεί από θραύσμα οβίδας στην πλάτη, κοντά στην Αβντιίβκα, την πόλη του Ντονμπάς που θα κατακτούσε ο ρωσικός στρατός δύο μήνες αργότερα. Μάταια είχαν προσπαθήσει οι δικοί του να τον πείσουν να μην καταταγεί εθελοντικά στον στρατό μετά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας. Μάταια προσπαθούσαν, επίσης, επί μήνες, να μάθουν από επίσημα χείλη τι απέγινε. Αρχικά, τους είπαν ότι η σορός του βρισκόταν στο νεκροτομείο του Ροστόφ επί του Ντον, κοντά στο μέτωπο: το μακρύ ταξίδι αποδείχθηκε ανώφελο, είχε γίνει λάθος. Χρειάστηκε να περιμένουν μέχρι τις αρχές Απριλίου ώστε να επιτρέψει μία ανάλυση DNA την επίσημη ταυτοποίηση, και να θάψουν, τελικά, τον Πάσα. Το Κανσκ των 85.000 κατοίκων μετράει ήδη τουλάχιστον 42 νεκρούς στην Ουκρανία. Αλλά οι στρατολόγοι έχουν πάντα εύκολο έργο εκεί, δεν υπάρχουν και πολλοί τρόποι να ξεφύγει ένας νέος.
Δύσκολα μπορεί να βγει από αυτή την ιστορία, την ιστορία του Νικίτα και του Πάσα, δύο εφήβων που δεν είχαν τον χρόνο να μεγαλώσουν στην πουτινική Ρωσία, κάτι άλλο πέρα από μια βαθιά απαισιοδοξία για το μέλλον. Που απλά εντείνεται όταν διαβάζει κανείς πως από την επόμενη σχολική χρονιά, το Κρεμλίνο σκοπεύει να ξεκινήσει σε εκατοντάδες σχολεία ένα ειδικό πρόγραμμα ώστε να μαθαίνουν οι μαθητές πώς να κατασκευάζουν και να πιλοτάρουν τα φονικά Κανσκ που στέλνονται στην Ουκρανία. Και μιλάμε για τους ίδιους μαθητές που καλούνται να απαγγέλλουν σήμερα, ακόμα και από τα 10 τους χρόνια, στον πλαίσιο ενός μαθήματος περί πατριωτισμού, φράσεις του τύπου «Δεν υπάρχει φόβος στο να πεθαίνεις για την πατρίδα» ή «Η ευτυχία της χώρας αξίζει περισσότερο από τη ζωή». Σε ένα ανθρώπινο επίπεδο, λυπάσαι. Σε ένα πιο πολιτικό, φοβάσαι.