Πανίσχυρα κράτη, όπως η Ισπανία των Αψβούργων, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ή πιο πρόσφατα η ΕΣΣΔ είτε αργοπέθαιναν είτε κατέρρευσαν ακαριαία. Φαινομενικά η σημερινή υπερδύναμη, οι ΗΠΑ, ρέπει στην ίδια κατεύθυνση. Θα έχει όμως την ίδια μοίρα;
Οι εξελίξεις στις ΗΠA όχι μόνο δεν δικαιολογούν αισιοδοξία για το μέλλον της χώρας, αλλά προκαλούν φόβο σε συγκεκριμένα κέντρα στην Ουάσινγκτον.
Περίπου το 1/3 των Αμερικανών ψηφοφόρων δηλώνει θυμό, απογοήτευση ή παραίτηση, ενώ άλλο ένα 30% απαντά με τη λέξη «φόβο». Μόνο το 15% δηλώνει χαρούμενο (New York Times).
Οι Δημοκρατικοί κατεβάζουν υποψήφιο για τη προεδρία έναν 81χρονο ηγέτη, ενώ οι Αμερικανοί θεωρούν ότι οι υποψήφιοι των δύο κομμάτων βλάπτουν τη χώρα σε έναν σωρό τομείς (The Associated Press).
Στο Κογκρέσο είναι δύσκολο να επιτευχθεί συναίνεση, όπως αποδείχτηκε πρόσφατα στη περίπτωση της Ουκρανίας, ενώ η εξωτερική πολιτική της χώρα έχει δημιουργήσει τόσα μέτωπα στα οποία η Ουάσινγκτον του 2024 αδυνατεί να ανταποκριθεί.
Την ίδια στιγμή, ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου (Foreign Policy) για την υποταγή του Λευκού Οίκου στο επικίνδυνο ισραηλινό λόμπι.
Η ώρα της ανανέωσης
Πρόσφατη έρευνα της γνωστής αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Rand -που διασυνδέεται με το Πεντάγωνο- κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη θέση των ΗΠΑ στο παγκόσμιο στερέωμα.
Εξετάζοντας η μελέτη «The Sources of Renewed National Dynamism» αυτοκρατορίες του παρελθόντος που εξαφανίστηκαν ή κάποιες εξαυτών ανέτρεψαν την τάση παρακμής, επισημαίνει τις παρόμοιες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ.
Τα ισχυρότερα κράτη στον πλανήτη τα τελευταία 500 χρόνια.Η ανταγωνιστική τους θέση απειλείται τόσο από μέσα, όσο και από το εξωτερικό. Στο εσωτερικό οι ΗΠΑ ταλανίζονται από την επιβράδυνση της αύξησης της παραγωγικότητας, της γήρανσης του πληθυσμού, ενός πολωμένου πολιτικού συστήματος και ενός ολοένα και πιο διεφθαρμένου περιβάλλοντος πληροφοριών, δηλαδή ενημέρωση του κόσμου.
Στο εξωτερικό, οι ΗΠΑ απειλούνται κυρίως από την Κίνα και το γεγονός ότι δεκάδες πλέον αναπτυσσόμενες χώρες δεν σέβονται την αμερικανική ισχύ, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης.
«Αν αφεθούν ανεξέλεγκτες, αυτές οι τάσεις θα απειλήσουν τις εγχώριες και διεθνείς πηγές ανταγωνιστικής θέσης, επιταχύνοντας έτσι τη σχετική πτώση της θέσης των ΗΠΑ» όπως αναφέρεται.
Ιστορικά οι ανατροπές είναι δύσκολες
Οι ΗΠΑ έχουν ξαναβρεθεί σε περίοδο παρακμής στο παρελθόν,στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ταλανίζονταν από εσωτερικές κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις, (Χρυσή Εποχή ή Μπελ Επόκ) αλλά κατάφεραν να συνέλθουν.
Αναμφίβολα ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της έκθεσης είναι πως πολύ λίγες μεγάλες δυνάμεις κατάφεραν να δημιουργήσουν πραγματική εθνική ανανέωση μετά από μια σημαντική παρακμή.
Η ανάκαμψη από την χρόνια παρακμή είναι σπάνια. Όταν οι μεγάλες δυνάμεις έχουν υποχωρήσει από μια θέση υπεροχής λόγω εγχώριων παραγόντων, σπάνια έχουν ανατρέψει αυτή την τάση. Σε κάποιες περιπτώσεις το παιχνίδι γύρισε, όπως συνέβη στην Βρετανική Αυτοκρατορία τη δεκαετία του 1850 ή στις ΗΠΑ του 1890, λόγω μεταρρυθμίσεων.
Παράγοντες που υπονόμευσαν τον δυναμισμό και την ανταγωνιστική θέση ενός κράτους οδηγούσαν στην κατάρρευση, όπως συνέβη με την Ισπανία των Αψβούργων, τη Οθωμανική και Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και την ΕΣΣΔ που κατέρρευσαν από πάνω.
Γιατί σήμερα είναι επικίνδυνα για τις ΗΠΑ
Έτσι, αν και δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν κρίση, φαίνεται να έχουν φτάσει σε μια παρόμοια στιγμή όπου μια ποικιλία προκλήσεων μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στον εθνικό δυναμισμό και τις δυνατότητες ανανέωσης, σύμφωνα με την έκθεση.
Οι συντάκτες της έκθεσης μάλιστα εκτιμούν ότι σήμερα η κατάσταση μπορεί να είναι πιο κρίσιμη απ’ ότι ήταν τη περίοδο της Χρυσής Εποχής.
Οι ΗΠΑ του 2024 δεν φαίνεται να επιδεικνύουν ευρεία κοινή αναγνώριση των κοινωνικών προκλήσεων ή την αποφασιστικότητα για μεταρρυθμίσεις σε βασικούς τομείς θεμάτων, όπως έπραξαν με επιτυχία το 1890.
Η Ουάσινγκτον, σύμφωνα με την έκθεση, δεν μάλιστα ακόμα αναγνωρίσει τα προβλήματα: Ενώ ορισμένες προκλήσεις προκαλούν εκτεταμένη απογοήτευση, δεν υπάρχει συναίνεση στην αναγνώριση των εμποδίων, ώστε να περάσουν οι Αμερικανοί ιθύνοντες στη δράση.
«Το ουσιαστικό πρόβλημα αντιμετωπίζεται με εντελώς διαφορετικούς όρους από διαφορετικά τμήματα της κοινωνίας και ομάδες πολιτικών ηγετών».
«Αυτό δημιουργεί μια ευδιάκριτη πρόκληση για τις πολλαπλές προσπάθειες επίλυσης βασικών ζητημάτων, η οποία είναι χαρακτηριστικό χαρακτηριστικό των περιόδων εθνικής ανανέωσης: Ως αποτέλεσμα, ενδέχεται να μην προκύψουν ευκαιρίες» προειδοποιεί η Rand.
Ενδεικτικά, στη διακυβέρνηση, υπάρχουν κρίσιμα προβλήματα. Για παράδειγμα, η σχετική ανικανότητα του Κογκρέσου και η ασφυκτική γραφειοκρατία σε πολλούς τομείς της κυβέρνησης τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και πολιτειακό επίπεδο, οδηγεί σε πολύ χαμηλή εμπιστοσύνη του λαού στους θεσμούς.
Επιπλέον οι αμερικανικές ελίτ φαίνεται να μην ενδιαφέρονται και τόσο για το κοινό καλό, με ενδείξεις γενικευμένης εστίασης στο προσωπικό τους συμφέρον.
«Συνολικά, αυτές οι διασταυρούμενες τάσεις θα μπορούσαν να αποθαρρύνουν αυτού του είδους τη λαϊκή, γενικευμένη διαδικασία εθνικής ανανέωσης».
Οι ΗΠΑ του 2024 δεν είναι ΕΣΣΔ του 1989
Τα έθνη που ευθυγραμμίστηκαν με τις απαιτήσεις της εποχής τους -όπως εκείνα που έγιναν βιομηχανικές δυνάμεις στη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση- κέρδισαν τεράστιο πλεονέκτημα. Το καθοριστικό σημείο για τους συντάκτες είναι η αποτελεσματική και καινοτόμος διακυβέρνηση.
Παρά τη ζοφερή σημερινή εικόνα, η έρευνα της RAND διαπιστώνει ότι οι ΗΠΑ έχουν όλες τις προϋποθέσεις για μια πιθανή ατζέντα πρόβλεψης ανανέωσης. Η διεθνής πολιτική δεν υποχρεώνει σε περαιτέρω σχετική παρακμή, ειδικά όσον αφορά την Κίνα, η οποία έχει τα δικά της προβλήματα σε όλους αυτούς τους τομείς.
Επιπλέον οι ΗΠΑ δεν βρίσκονται στη θέση της ΕΣΣΔ της δεκαετία του 1980. Στη σοβιετική περίπτωση, ο Γκορμπατσόφ και άλλοι ηγέτες μπορεί να είχαν αίσθηση των συμπτωμάτων της στασιμότητας και της σήψης, αλλά δεν ξεκίνησαν τη διαδικασία μεταρρυθμίσεων με σαφή αίσθηση των αιτιών τους.
Επικεντρώθηκαν περισσότερο στον πειραματισμό με διάφορες πρωτοβουλίες, με την ελπίδα να ξεκινήσουν την ανάπτυξη και άλλες μορφές δυναμισμού, αλλά το έκαναν σχεδόν απομονωμένοι από τις πραγματικές πηγές του προβλήματος. Ως αποτέλεσμα, έπεισαν τους εαυτούς τους ότι θα μπορούσαν να αντιστρέψουν την παρακμή της ΕΣΣΔ χωρίς να αντιμετωπίσουν βασικά ζητήματα, όπως οι δαπάνες για επιδοτήσεις, οι οποίες τελικά έσπασαν τον προϋπολογισμό.
Oι ΗΠΑ, εξάλλου, σύμφωνα με την έκθεση, σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ της δεκαετίας του 1980, εχουν τεράστιες αντοχές και αποδεδειγμένη ικανότητα ανθεκτικότητας και ανανέωσης. Διαθέτουν τα βιομηχανικά και επιστημονικά μεγέθη για να παραμείνουν μια από τις κορυφαίες δυνάμεις του πλανήτη.
Επιπλέον, διαθέτουν μια πλούσια δεξαμενή κοινωνικών παραγόντων ικανών για να πραγματοποιήσουν μεταρρυθμίσεις παρόμοιες με εκείνες της βικτωριανής Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ των αρχών του 20ου αιώνα.
Βέβαια, όπως επισημαίνεται στην έκθεση, στις ΗΠΑ κυριαρχεί ένα «δηλητηριασμένο» περιβάλλον πληροφοριών, βαθιά και φαινομενικά εδραιωμένη πολιτική πόλωση και μια ελίτ που δεν έχει ακόμη επιδείξει το είδος της ευρείας δέσμευσης για το κοινό καλό, όπως έκανε στο παρελθόν.
Έτσι, η ανησυχία των ερευνητών είναι εάν σήμερα οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν νέες και θανατηφόρες απειλές για την αλληλεγγύη μεταξύ των Αμερικανών και τη δέσμευση που απαιτειται για να πραγματοποιηθεί η απαιτούμενη εθνική αναγέννηση. Ειδάλλως θα έχει τη μοίρα της ΕΣΣΔ.
Πάντως έχει ενδιαφέρον, για όσους διαβάσουν τη μελέτη, να έχουν το εξής υπ’ όψιν: Η εν λόγω δεξαμενή σκέψης από τη μία παρουσιάζει ως μεγάλες απειλές την Κίνα όχι τη Ρωσία έναντι της αμερικανική ισχύος, ωστόσο η αμερικανική ηγεμονία δεν απειλείται από καμία από αυτές τις δύο δυνάμεις, όπως καταφαίνεται στη μελέτη. Θα το έλεγε κανείς και ως μια αντίφαση.