«Βλέπω πολύ σινεμά. Έξι με εφτά ταινίες τη βδομάδα. Δε γίνεται αλλιώς, εκεί μέσα καταλαβαίνεις καλύτερα τα πράγματα. Παίζω στο θέατρο επειδή έχω ανάγκη από λεφτά. Τίποτα δε με συγκινεί εκεί και δεν έχω σκοπό να συνεχίσω» είχε πει σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Καθημερινή ο Θανάσης Βέγγος. Ο αγαπημένος ηθοποιός έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα 3 Μαϊου, σε ηλικία 84 χρόνων.
«Απέκτησα δυο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη Από τον Βασίλη έχω δύο εγγόνια που λατρεύω. Την Αγγελική και τον Θανασάκο.» Ο Θανάσης Βέγγος παντρεύτηκε το 1956 την Ασημίνα του. Τον φύλακα άγγελο που του στάθηκε σε όλες τις καλές και κακές στιγμές.
Ο ηθοποιός είχε τεράστια αδυναμία στη σύζυγο του. Επί δεκαετίες δεν έδινε συνεντεύξεις επειδή κάποτε σε μια τα λόγια του είχαν παρερμηνευτεί στεναχωρώντας την πολυαγαπημένη του Ασημίνα.
View this post on Instagram
Αυτοδίδακτος, αγωνιστής, επαναστάτης
Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927. Μοναχοπαίδι, ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού και ήρωας της αντίστασης. Μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από τη δουλειά του, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Έτσι, ο Θανάσης άρχισε να εργάζεται από μικρός για να βοηθήσει την οικογένειά του. Για πολλά χρόνια ασχολήθηκε με την επεξεργασία δερμάτων, ενώ παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά του.
Ο ταλαντούχος ηθοποιός , έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία «Μαγική Πόλη». Τον ηθοποιό ανακάλυψε ο Νίκος Κούνδουρος μερικά χρόνια νωρίτερα, στην εξορία στη Μακρόνησο.
Το 1959 έδωσε εξετάσεις σε ειδική επιτροπή για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού ως εξαιρετικό ταλέντο. Τις πρώτες δύο φορές απέτυχε και ήταν έτοιμος να τα παρατήσει, αλλά το επιχείρησε και τρίτη φορά.
Ήταν η Ρένα Ντορ, που πίστεψε στο ταλέντο του και επέβαλλε σχεδόν στην επιτροπή να τον περάσουν. Την ίδια χρονιά, ο Βέγγος ανέβηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι, στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», στο θέατρο Περοκέ, δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη.
Ταυτίστηκε με τον αεικίνητο άνθρωπο και μέχρι σήμερα έχει μείνει να λέμε «τρέχω σαν Βέγγος»
Από τον «Πράκτωρ 000» μέχρι το «Όλα είναι Δρόμος»
Η μεγάλη διαδρομή του στον κινηματογράφο περιλάμβανε πολλές ταινίες ανάμεσα τους οι: Ο Δράκος, Ο Ηλίας του 16ου, Βοήθεια! Ο Βέγγος φανερός πράκτωρ 000, Τρελός, παλαβός και Βέγγος, Ποιος Θανάσης;, Μην είδατε τον Παναή, Ζήτω η τρέλα!, Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης, Τύφλα νάχη ο Μάρλον Μπράντο, Ο παπατρέχας, Βοήθεια! Ο Βέγγος φανερός πράκτωρ 000, Θου – Βου φαλακρός πράκτωρ. Επιχείρησις: Γης Μαδιάμ κ.ά.
Στην πορεία του συνάντησε και αρκετές δυσκολίες, όπως την οικονομική καταστροφή που έπαθε όταν η εταιρεία παραγωγής που είχε ιδρύσει, ΘΒ-Ταινίες Γέλιου, οδηγήθηκε σε κλείσιμο λόγω κακής οικονομικής διαχείριση.
Οι βιντεοταινίες και η τηλεόραση
Τη δεκαετία του ’80,αποσύρθηκε από το σινεμά, γυρίζοντας βιντεοταινίες. Η επιστροφή του στον κινηματογράφο έγινε το 1991 με την ταινία «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, σε μια διαφορετική ερμηνεία.
Το 1995 συμμετείχε στην ταινία «Το Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ μνημειώδης χαρακτηρίστηκε η ερμηνεία του στην ταινία «Όλα Είναι Δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη το 1998.
Στην τηλεόραση, ο Θανάσης Βέγγος εμφανίστηκε στις σειρές: Βεγγαλικά (ΕΡΤ, 1988), Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (ΑΝΤ1, 1990), Περί ανέμων και υδάτων (Mega, 2002), Έρωτας, όπως έρημος (ΝΕΤ, 2003), Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου (ΑΝΤ1, 2006) και Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας (ΕΤ3, 2009).
Είναι ένα είδος σαλτιμπάγκου, μεταξύ Σαρλώ και Καραγκιόζη
Ο δημοσιογράφος Κώστας Πάρλας είχε γράψει στην εφημερίδα «Το Βήμα», τον Μάρτιο του 1976: «Ο Θανάσης Βέγγος είναι ίσως ο μοναδικός έλληνας ηθοποιός, που εξαιτίας ακριβώς του εύρους του ταλέντου του, κατάφερε να ενσαρκώσει στην κάθε παρουσία του την πεμπτουσία του Έλληνα Ανθρωπάκου∙ αυτού που πρέπει συνεχώς να υποφέρει, που τρώει τα χαστούκια των εκάστοτε κραταιών (από οπουδήποτε κι αν προέρχονται), αυτού που φιλοσοφεί, που γελάει και κάνουν και τους άλλους να γελούν.
Είναι ένα είδος σαλτιμπάγκου, μεταξύ Σαρλώ και Καραγκιόζη, που κινείται με την υπερηχητική, γκροτέσκα ταχύτητα που όμοια της δεν έχει βγει στην ελληνική οθόνη και θεατρική σκηνή».
Ενώ ο Νίκος Κούνδουρος: «Ήταν η αθωότητα προσωποποιημένη. Δεν πήρε ποτέ χαμπάρι πως τον αγαπούσε όλη η Ελλάδα. Η φύση του δεν του επέτρεψε να ενσωματώσει αυτή τη δόξα. Δεν είχε παράπονα γιατί και όσους επάινους άκουσε πίστευε πως δεν τους δικαιούταν, πως ήταν για άλλον».
Τι κρατάτε από τη ζωή σας;, είχε ρωτηθεί σε συνέντευξη
«Ότι με αγάπησαν 4 εκατομμύρια άνθρωποι και με μίσησαν τρεις. Νομίζω ότι δεν θα είναι παραπάνω.»