Μπορεί να πέρασαν σχεδόν δέκα χρόνια από την έκθεση της φωτογραφικής έρευνας του Τάσου Βρεττού στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς με τίτλο «Τ(ρ)όποι λατρείας», αλλά συνέχισε να συμπληρώνει κάθε χρόνο τα στιγμιότυπα από το λατρευτικό εκκλησίασμα με το οποίο και ο ίδιος συνδέθηκε. «Η περιπλάνησή μου στην πολυπολιτισμική και πολυεθνική Αθήνα των θρησκειών ξεκίνησε συμπτωματικά το Πάσχα του 2012.
Είχα διαβάσει στα «ΝΕΑ» της Μεγάλης Πέμπτης ότι γίνεται μια πολύ ωραία Ανάσταση στην αιθιοπική εκκλησία και αποφάσισα από περιέργεια να την επισκεφτώ. Το Μεγάλο Σάββατο, ύστερα από μια περιπετειώδη αναζήτηση, ανακάλυψα την εκκλησία στο Πολύγωνο, πλάι σε έναν ορθόδοξο ναό. Μπήκα σε έναν χώρο υπέροχα παράταιρο.
Γυναίκες και παιδιά ήταν καθισμένοι στον περίβολο, ντυμένοι στα λευκά φωτίζονταν από λάμπες φθορίου και κεριά αναμμένα στο έδαφος. Ηταν κάτι σαν όνειρο. Ρώτησα αν μπορώ να φωτογραφίσω και αφού μου επέτρεψαν να μπω, βρέθηκα να φωτογραφίζω ξυπόλητος, σε απόσταση μισού μέτρου από πρόσωπα με απόλυτη θρησκευτική ευλάβεια μέσα σε ένα κατανυκτικό περιβάλλον, με μυρωδιά από λιβάνι, που έφτιαχνε ένα σκηνικό δανεισμένο από κάποιον πίνακα του Ελ Γκρέκο. Φωτογράφιζα ασταμάτητα μέχρι το πρωί και το αποτέλεσμα ήταν συναρπαστικό. Το υλικό έμεινε στα αρχεία του υπολογιστή μου, γνωρίζοντας όμως πως μια καινούργια περιπέτεια ξεκινούσε… Κάθε μου επίσκεψη, έστω κι αν δεν ήταν η πρώτη φορά, ακόμη κι αν είχα πάει ξανά και ξανά, ήταν σαν να άνοιγα μια πόρτα και έμπαινα σε έναν χώρο που είχε μυστήριο, συγκίνηση, σεβασμό και δέος» εξηγεί ο φωτογράφος.
Στην πανσπερμία των προσώπων που ανακάλυψε ο Τάσος Βρεττός φωτογραφίζοντας εδώ και χρόνια πίσω από κλειστές πόρτες και αινιγματικά κτίσματα τους «Τ(ρ)όπους λατρείας» της Αθήνας, κατέγραψε μια έκφραση πραγματικής δυστυχίας. Οπως τους αιθίοπες μονοφυσίτες που στη δική τους τέλεση του θείου δράματος η εκκλησία τους είναι ο χώρος όπου αναπληρώνουν τα κενά τους που προκλήθηκαν από τον γύρω εχθρικό κόσμο. Αλλά και οι σκιές πάνω στα σώματα προσευχομένων γυναικών στην ορθόδοξη μονή Αγίου Παντελεήμονα δεν κρύβουν τον στεναγμό του καταπιεσμένου πλάσματος που προσδοκά να βρει στη θρησκεία τη λύτρωσή του. Το Ανέσπερο Φως, οδηγός τους.