Ούριο άνεμο στα πανιά των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας βλέπει ο τουρκικός Τύπος στις αναλύσεις για την επικείμενη επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Αγκυρα. Oρισμένοι αρθρογράφοι φτάνουν στο σημείο να παραλληλίζουν την τελευταία περίοδο με αυτήν στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Μία γόνιμη τετραετία (1950-1954), η όποια δυστυχώς ναυάγησε με τα Σεπτεμβριανά του 1955.
Ποια λοιπόν μπορεί να είναι η επόμενη ημέρα των ελληνοτουρκικών, που έκαναν στροφή 180° από τα πρόθυρα ενός θερμού επεισοδίου; Στροφή που δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Κι ας ήταν αυτή η πρώτη εντύπωση.
Μια σειρά από γεωστρατηγικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, σε συνδυασμό με τις επιλογές της Αγκυρας στην εξωτερική της πολιτική και τις επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης, άλλαξαν τις ισορροπίες.
Η απομάκρυνση της Τουρκίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες που συνέπεσε με την αναζήτηση βάσεων από τις ΗΠΑ σε αυτή την περιοχή σε μία κρίσιμη στιγμή ανέδειξε τον ρόλο της Ελλάδας.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν έγινε ποτέ δεκτός στην Ουάσιγκτον από την ανάληψη καθηκόντων του Τζο Μπάιντεν.
Η επίσκεψη που αναμενόταν να κάνει ο πρόεδρος της Τουρκίας στις 9 του μήνα για να συναντήσει τον Μπάιντεν για πρώτη φορά στο Οβάλ Γραφείο, δεδομένης της επιρροής των ΗΠΑ στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, λίγες ημέρες πριν από τη νέα συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, θεωρούνταν σημαντική.
Σε μία στιγμή που η Αγκυρα προσπαθούσε να βάλει σε τροχιά εξομάλυνσης τις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον, οι εξελίξεις στη Γάζα και η σύγκρουση του Ερντογάν με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου έριξαν πάλι λάδι στη φωτιά.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας που είχε πλέον συνειδητοποιήσει πως η σύγκρουση με τη Δύση οδηγούσε σε αδιέξοδο στην οικονομία αλλά και στα εξοπλιστικά, μετά τη βελτίωση των σχέσεων με την Ελλάδα στο πεδίο, επιχειρούσε με σταθερά βήματα επαναπροσέγγιση με τις ΗΠΑ και γενικότερα τον δυτικό κόσμο. Η κάθετη όμως στήριξή του στη Χαμάς κλόνισε αυτή την πορεία.
Στο φως των εξελίξεων αυτών η ακύρωση της επίσκεψης Ερντογάν στην Ουάσιγκτον μπορεί να είναι σημαντική, αλλά όχι απαραίτητα αρνητική για τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν. Η μόνη θετική εξέλιξη στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση που παραμένει σε ομαλή τροχιά είναι οι σχέσεις της με την Ελλάδα. Εξάλλου, δεν υπάρχει σοβαρό κόστος επί της ουσίας ούτε στο εσωτερικό ακροατήριο, αλλά ούτε και στις πάγιες θέσεις της Αγκυρας.
Πάγιες θέσεις
Παρά τη νηνεμία στο πεδίο με διαδοχικές NAVTEX και δηλώσεις αξιωματούχων, η Αγκυρα διατυμπανίζει τις πάγιες θέσεις και διεκδικήσεις στο Αιγαίο. Ετσι όπως δείχνουν τα πράγματα και τα ρεπορτάζ που διοχετεύονται στον τουρκικό Τύπο, η Αγκυρα έχει τις προθέσεις να συντηρηθεί το θετικό κλίμα. Μάλιστα, τονίζουν και τα επόμενα επτά βήματα που θα γίνουν στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης εντός του έτους. Πέρα από τις εκατέρωθεν επισκέψεις μεταξύ των επιτελών Αεροπορίας, Ναυτικού και Στρατού Ξηράς, θα διοργανωθούν και αθλητικοί αγώνες, αλλά και φροντιστήρια τουρκικών και ελληνικών σε στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων της Ελλάδας και της Τουρκίας. Παράλληλα θα καθοριστεί, πάντα σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο, πρόγραμμα υλοποίησης ΜΟΕ και για το 2025.
Το ερώτημα που μένει, πέρα από την εξέλιξη των τουρκοαμερικανικών σχέσεων σε βάθος χρόνου, είναι κατά πόσο η Αγκυρα πρωτίστως αλλά τελικά και οι δύο πλευρές είναι έτοιμες, στο περιθώριο που τους δίνει ο πολιτικός χρόνος μέχρι τις επόμενες εθνικές εκλογές στις δύο χώρες, να προχωρήσουν σε ουσιαστικά βήματα που θα επιτρέψουν πραγματική προσέγγιση.
Ή αν θα μιλάμε και πάλι για την Ιστορία που επαναλαμβάνεται… Ενα ακόμη «γόνιμο» περιθώριο νηνεμίας.