Οι ευρωεκλογές του Ιουνίου, στις οποίες περισσότεροι από 370 εκατομμύρια ευρωπαίοι πολίτες έχουν δικαίωμα ψήφου, έχουν γίνει πρόσφορο έδαφος για παραπληροφόρηση και πολιτική χειραγώγηση. Ο Οργανισμός της ΕΕ για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA) εξέδωσε προειδοποίηση σχετικά με αυτό τον Οκτώβριο και υπάρχει μεγάλη ανησυχία σχετικά με την επίδραση που μπορεί να έχει η τεχνητή νοημοσύνη στη διαδικασία. Αυτή η τεχνολογία είναι σε θέση να παράγει αληθοφανή κείμενα και βίντεο, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να διαδώσουν ψευδείς πληροφορίες και να επηρεάσουν την ψήφο των πολιτών.
Αλλά η διάδοση ψεμάτων και μεροληπτικών μηνυμάτων δεν είναι το μόνο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ψηφοφόροι. Υπάρχουν πολιτικά κόμματα που χρησιμοποιούν εργαλεία ψηφιακής διαφήμισης, τα οποία παρέχονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να εξατομικεύσουν το μήνυμά τους με στόχο να επηρεάσουν το εκλογικό σώμα. Αυτό έκανε η Cambridge Analytica στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016, χρησιμοποιώντας δεδομένα από 80 εκατομμύρια χρήστες που καταγράφηκαν δόλια μέσω του Facebook.
Η κατάτμηση κοινού, δηλαδή η διαίρεση των ψηφοφόρων σε ομάδες που μοιράζονται ορισμένα χαρακτηριστικά, είναι μια νομική πρακτική που χρησιμοποιείται ευρέως στο πολιτικό μάρκετινγκ. Η πολιτική μικροστόχευση, το λεγόμενο political microtargeting από την άλλη, που αναλύει τα ενδιαφέροντα των ατόμων και όχι των ομάδων τους, δεν επιτρέπεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το άρθρο 9.1 του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων απαγορεύει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν τις πολιτικές απόψεις των πολιτών. Ομως αυτό ακριβώς κάνουν τα ιδεολογικά προφίλ που δημιουργούνται από το microtargetting – δημιουργώντας έτσι ένα είδος πολιτικού αρχείου για άτομα, που προέρχονται από διαθέσιμες πληροφορίες στο ιστορικό περιήγησής τους ή στις αντιδράσεις τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Παρά την απαγόρευση, η πολιτική διαφήμιση μέσω μικροστόχευσης εξακολουθεί να αποτελεί κοινή πρακτική στην Ευρώπη. Η ομάδα προστασίας της ιδιωτικής ζωής NOYB (None of Your Business), με επικεφαλής τον αυστριακό ακτιβιστή Μαξ Σρεμς, υπέβαλε μια σειρά καταγγελιών πέρυσι κατά πολλών γερμανικών πολιτικών κομμάτων επειδή κατέφυγαν σε αυτή την τεχνική στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2021.
Στην Ισπανία, όλα τα κόμματα προσπάθησαν να μεταρρυθμίσουν τον νόμο για το εκλογικό καθεστώς μέσω του Νόμου για την Προστασία Δεδομένων ώστε να τους επιτραπεί να συλλέγουν «προσωπικά δεδομένα σχετικά με τις απόψεις των πολιτών» από τον ιστό και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πριν από τις εκλογές του 2019. Ομάδα νομικών και ενώσεων πίεσε τον Συνήγορο του Πολίτη να προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο για την αλλαγή αυτή. Και το Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε την αλλαγή.
«Αυτή ήταν η μεγαλύτερη νίκη της καριέρας μου» θυμάται μιλώντας στην El Pais ο Μπόρχα Αντσουάρα, ένας από τους δικηγόρους που υπέβαλαν την έφεση. «Καταφέραμε να σταματήσουμε ορισμένα κόμματα που είχαν δώσει στους εαυτούς τους την άδεια να χρησιμοποιούν ιστότοπους και μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη συλλογή πολιτικών απόψεων πολιτών που συνδέονται με τα προσωπικά τους δεδομένα» επισημαίνει.
Ωστόσο, υπάρχουν κόμματα που συνεχίζουν να χρησιμοποιούν αυτή την τεχνική, παρότι είναι απαγορευμένη. Το δίκτυο ακτιβιστών για τα ψηφιακά δικαιώματα Xnet εγκαινίασε το «Ποιος με στοχεύει;» (Who targets me?), μια εκστρατεία σε συντονισμό με έναν συνασπισμό ευρωπαϊκών ομάδων και οργανώσεων με τις ίδιες ανησυχίες. Στόχος του είναι να αναλύσει πώς το Facebook και το Instagram, τα κοινωνικά δίκτυα της Meta, εκμεταλλεύονται τα δεδομένα των χρηστών για να δημιουργήσουν εξατομικευμένα προφίλ για πολιτικούς σκοπούς.
Οι ειδικοί και οι νομοθέτες συμφωνούν ότι η μικροστόχευση είναι μια πρακτική που απειλεί την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας. Αυτές οι τεχνικές, που χρησιμοποιούν ανάλυση ψηφιακών δεδομένων για να παρέχουν στους χρήστες πληροφορίες ειδικά προσαρμοσμένες στο προφίλ τους, κινδυνεύουν να επηρεάσουν σοβαρά τους ψηφοφόρους. «Μετά τους influencers, τα πολιτικά κόμματα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα πελατών στη βιομηχανία χειραγώγησης πληροφοριών. Αγοράζουν bots, προφίλ χρηστών και άλλα» εξηγεί η Σιμόνα Λεβί, συντονίστρια του Xnet. «Οι στρατηγικές microtargeting επιδιώκουν να χειραγωγήσουν τους χρήστες ψυχολογικά. Βασίζονται στο να μας στέλνουν τις πληροφορίες που θέλουμε να δούμε. Το να μας λέμε αυτό που θέλουμε να ακούσουμε και όχι αυτό που σκέφτονται δεν είναι πειστικό, είναι χειραγώγηση».
Το πολιτικό microtargeting σε συνδυασμό με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και τα deepfake βίντεο, όπου οποιοσδήποτε πολιτικός μπορεί να εμφανισθεί να λέει οτιδήποτε, δημιουργούν μια ζοφερή ατμόσφαιρα γύρω από τις επερχόμενες ευρωεκλογές. Προσπάθειες γίνονται αλλά, όπως φαίνεται, δεν αρκούν. «Η εμπιστοσύνη στην εκλογική διαδικασία της ΕΕ θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας να βασιζόμαστε σε ασφαλείς υποδομές στον κυβερνοχώρο, καθώς και από την ακεραιότητα και τη διαθεσιμότητα των πληροφοριών. Εναπόκειται σε εμάς να διασφαλίσουμε ότι θα λάβουμε τα απαραίτητα μέτρα για την επίτευξη αυτού του ευαίσθητου αλλά ουσιαστικού στόχου για τις δημοκρατίες μας» λέει ο Χουάν Λεπασαάρ, διευθύνων σύμβουλος της ENISA.