Αμέσως μετά το Πάσχα θα ξεδιπλώσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως και οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί, την εκλογική στρατηγική, ενώ αναμένεται μια πρόβα τζενεράλε με εφ’ όλης της ύλης σύγκρουση κορυφής στη Βουλή κατά τη συζήτηση που ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ και αποδέχτηκε η κυβέρνηση για την ακρίβεια. Λίγο πριν από την είσοδο στην τελική ευθεία για τις ευρωεκλογές και σε περιβάλλον κλιμακούμενων αντεγκλήσεων, η κυβερνώσα παράταξη έχει κλειδώσει στις λεπτομέρειές του τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθεί στις επόμενες πέντε εβδομάδες. Οι στόχοι είναι εξαρχής σταθεροί, όπως σταθεροί είναι και οι… αριθμοί που «τρέχουν» στο μυαλό του Μητσοτάκη και στους οποίους θα στηριχθούν τα πολιτικά συμπεράσματα της ευρωκάλπης (το ποσοστό της πρωτιάς, η ψαλίδα από τον δεύτερο και εκείνη μεταξύ δευτέρου και τρίτου κ.ο.κ.), ωστόσο υπήρξαν τελευταία έκτακτες αναπροσαρμογές. Αυτές συνοψίζει η τριπλή «διόρθωση» στον πήχη, στο αφήγημα και στον αντίπαλο.
Σε πρώτη φάση ο Μητσοτάκης πήρε πάνω του όχι μόνο την προεκλογική εκστρατεία αλλά και το εκλογικό αποτέλεσμα («κρύβεται το δικό μου όνομα», έχει πει, «πίσω από το ευρωψηφοδέλτιο»), αφήνοντας εκτός δημόσιας σφαίρας τον προσδιορισμό του γαλάζιου πήχη. Ο ίδιος μαζεύει τόσο το «μονοπώλιο» της καμπάνιας, υπό τον φόβο χαμηλότερων ρυθμών έως αδράνειας μέρους από τον κυβερνητικό και κομματικό μηχανισμό, όσο και τις υπεκφυγές για τον πήχη, ο οποίος τοποθετήθηκε ξεκάθαρα στο ποσοστό της ΝΔ στις ευρωεκλογές του 2019. Δεν είναι μόνο ότι το τελευταίο κύμα δημοσκοπήσεων και focus group του Μαξίμου έδειξαν τάση συγκράτησης των απωλειών και άρα ενίσχυσαν στο γαλάζιο στρατόπεδο το ενδεχόμενο να είναι διαχειρίσιμο για εκείνους το βράδυ της 9ης Ιουνίου με έναν πήχη στη ζώνη του 33%. Κρίθηκε επιπλέον ότι ένας καθαρός «στόχος» μπορεί να λειτουργήσει διπλά: ως έξτρα κάλεσμα γαλάζιας κινητοποίησης μπροστά στις δεδομένες απώλειες συγκριτικά με το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών και ως μήνυμα αυτοπεποίθησης. Διόλου τυχαία άπαντες στην Πειραιώς μιλούν πλέον για εκλογές «συσπείρωσης».
Το αφήγημα. Αρχικά ήταν το σκληρό δίλημμα «σταθερότητα ή αστάθεια», κάτι που καταγγέλθηκε από την αντιπολίτευση ως «εκβιασμός» και «απειλή» προς τους πολίτες. Τώρα υπάρχει σαφής… αποδραματοποίηση.
Ο Μητσοτάκης κρατά τη λέξη σταθερότητα στην προεκλογική ρητορική και εξακολουθεί να ξορκίζει τις «αψήφιστες ψήφους», αλλά στρογγυλεύει την υπέρμετρη βαρύτητα των ευρωεκλογών για το εσωτερικό.
Μπροστά στην ευρωκάλπη που είναι έτσι κι αλλιώς αποσυνδεδεμένη από άμεσες εξελίξεις στην εσωτερική σκηνή, γυρίζει την κατηγορία προς τους πολιτικούς αντιπάλους του ότι επιδιώκουν «δημοψήφισμα» κατά της κυβέρνησης και πατάει σε αυτό για να διατυπώσει το δίλημμα «να επιστρέψουμε στην καθήλωση ή θα μείνουμε σε ανοδική τροχιά;». Το πρωθυπουργικό γραφείο διαπίστωσε (και σε κυλιόμενες μετρήσεις) ότι δεν διεισδύει εύκολα στους ψηφοφόρους το αρχικό αφήγημα, που δεν είχε καν ευρωπαϊκό περιεχόμενο, κάτι που ζήτησε να υπάρξει απαραιτήτως η επικοινωνιακή ομάδα του Σταν Γκρίνμπεργκ.
Το δίλημμα δεν έπειθε, εν ολίγοις, ούτε τους κεντρώους ούτε τους παραδοσιακούς νεοδημοκράτες, και συγκεκριμένα έχει μετρηθεί ότι πάνω από έξι στους δέκα δεν «διάβαζαν» από μόνη της τη σταθερότητα ως διακύβευμα της 9ης Ιουνίου. Οι πρωθυπουργικές διευκρινίσεις ότι η κυβέρνηση θα παραμείνει όρθια «και ούτε θα προκηρυχθούν εκλογές» ήρθαν υπό τον φόβο ότι στην αρχή της δεύτερης τετραετίας, με σωρευμένη δυσαρέσκεια, ένα τέτοιο «φόβητρο» μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στη συσπείρωση: να απομακρύνει ακόμα περισσότερο ψηφοφόρους που ήδη εμφανίζονται ενοχλημένοι από κυβερνητικές επιλογές.
Ο αντίπαλος. Για δύο μήνες ο Μητσοτάκης κινούνταν με διμέτωπο. Κάρφωνε τακτικά τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά επρόκειτο για επιθέσεις κατά πάντων χωρίς να κατονομάζει κάποιον από τους αντιπάλους. Χωρίς, δηλαδή, να ξεχωρίζει συγκεκριμένο «στόχο». Οσο κι αν σκοπεύει να καλλιεργεί την εικόνα ότι απέναντί του υπάρχει χαοτικός κατακερματισμός και ότι τα γαλάζια «πυρά» δεν έχουν μόνο μία κατεύθυνση, εμφανώς το Μαξίμου επιλέγει ευθεία αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Λέει πολλά η αποστροφή του Μητσοτάκη ότι αξιωματική αντιπολίτευση «σήμερα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και αυτό δεν θα αλλάξει».
Ο ίδιος τοποθετεί απέναντι τον Στέφανο Κασσελάκη, κοιτάζοντας στον στόχο της ΝΔ να κρατήσει στο μέγιστο την (εκλογική) απόσταση από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι κατηγορίες για το παρόν και το παρελθόν της Κουμουνδούρου – για τον «απολίτικο λαϊκισμό» του προέδρου και τα «λεφτόδεντρα» στον συριζαϊκό κήπο – βρίσκονται διαρκώς στα κυβερνητικά χείλη και έχουν να κάνουν με την επιχείρηση επανασυσπείρωσης του ακροατηρίου που έδωσε στη ΝΔ τη διπλή νίκη το 2023, οδηγώντας την Κουμουνδούρου σε περιδίνηση.
Η ΝΔ βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ ως βολικότερο αντίπαλο και προσωπικά τον Κασσελάκη πιο άπειρο, όμως μπροστά σε μια εκλογική αναμέτρηση που ευνοεί την έκφραση διαμαρτυρίας διατυπώνονται γαλάζιες ενστάσεις. Στους κύκλους συζητήσεων του Πρωθυπουργού με βουλευτές του υπήρξαν στελέχη που σχολίασαν με νόημα τα «αντισυστημικά» χαρακτηριστικά του Κασσελάκη. Και άλλα που εξέφρασαν προβληματισμό για το αν πρέπει η ΝΔ να «φουσκώνει» έναν τέτοιο αντίπαλο.