Η ώρα της ισραηλινής επίθεσης στη Ράφα έφτασε, παρά τις διπλωματικές προσπάθειες που καταβλήθηκαν για να αποτραπεί. Τη στρατιωτική λογική που υπαγορεύει τη συγκεκριμένη επιχείρηση δεν είναι δύσκολο να την αντιληφθούμε: αν το Ισραήλ δεν εξουδετερώσει και τα τελευταία τάγματα της Χαμάς που εξακολουθούν να διατηρούν τη συγκρότησή τους, όλο το αίμα που έρρευσε θα έχει πάει άδικα. Από τη διεθνή εμπειρία με δικτατορικά ή αυταρχικά καθεστώτα τύπου Χαμάς, είναι γνωστό ότι, αν καταφέρουν να επιβιώσουν ακόμη και από μία δεινή στρατιωτική ήττα, γαντζώνονται πιο γερά από την εξουσία. Η ήττα και μάλιστα από έναν «προαιώνιο» και δαιμονοποιημένο εχθρό επιτρέπει στα καθεστώτα αυτά, εφόσον έχουν διατηρήσει την εξουσία μετά το τέλος του πολέμου, να εντείνουν τα καταπιεστικά μέτρα στο εσωτερικό και έτσι να ελέγξουν καλύτερα τους «αρμούς της εξουσίας», όπως έλεγε κάποιος παλιός πολιτικός. Θυμηθείτε, λ.χ., τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και πώς, τελικά, κατέληξε να ενδυναμώσει το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ. Συνεπώς, όσοι ελπίζουν ότι η σφαγή θα αποφευχθεί ας εγκαταλείψουν τις ελπίδες τους.
Το ερώτημα που πρέπει όμως να μας απασχολεί είναι τι επισπεύδει την προετοιμασία των Ισραηλινών για την εισβολή. Η απάντηση στην οποία κατέληξα πιστεύω ότι έχει αξία και οφείλω να τη μοιραστώ μαζί σας, καθώς μας δίνει ένα παράδειγμα της αριστοτελικής ετερογονίας των σκοπών. Μας δίνει να καταλάβουμε, δηλαδή, πως η έκβαση μιας υπόθεσης καταλήγει να είναι διαφορετική από τις προθέσεις εκείνων που την έθεσαν σε κίνηση, επειδή εμπλέκονται οι βουλήσεις και οι προθέσεις των τρίτων, που ποτέ δεν μπορείς να τις υπολογίσεις ακριβώς, διότι ο κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός. Πάμε, λοιπόν, στα γεγονότα.
Ηταν βράδυ Μεγάλης Παρασκευής, όταν πληροφορήθηκε η εδώ ισραηλινή πρεσβεία ότι, με ανάρτησή του στο Facebook, ο Απόστολος Γκλέτσος αναγνώρισε (ο ίδιος αυτοπροσώπως) το κράτος της Παλαιστίνης. Η πληροφορία μεταφέρθηκε κατευθείαν στην κυβέρνηση του Ισραήλ, όπου χτύπησε συναγερμός και αμέσως συνεκλήθη το στρατιωτικό συμβούλιο, παρότι είχαν περάσει τα μεσάνυχτα. Τώρα, το λεπτό σημείο που πυροδότησε την αντίδραση του Ισραήλ ήταν μια παρενθετική φράση στη δήλωση του κ. Γκλέτσου, την οποία θα μπορούσε να είχε αποφύγει. «Με γνώση των συνεπειών», έγραψε, «αναγνωρίζω Παλαιστινιακό κράτος». Ηταν αυτές οι πρώτες τέσσερις λέξεις που προκάλεσαν την αναστάτωση στο Τελ Αβίβ.
Τι εννοούσε όμως ο κ. Γκλέτσος, αναφερόμενος σε συνέπειες της πράξης του; Πρώτα απ’ όλα, εννοούσε ότι η μετάδοση της πληροφορίας στον παλαιστινιακό πληθυσμό θα προκαλούσε το αυτονόητο κύμα ενθουσιασμού και θα εμψύχωνε τον αγώνα τους – λίγο είναι να ξέρεις ότι ο κ. Γκλέτσος αναγνωρίζει το κράτος σου; Εξάλλου, αυτός πρέπει να ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο πρώην δήμαρχος Στυλίδας έκανε μια τόσο γενναία παρέμβαση στο Μεσανατολικό, αλλά και τόσο επικίνδυνη για τον ίδιο, διότι αυτομάτως καθίσταται ο ίδιος στόχος της περιβόητης Μοσάντ. Ομως ο τρόπος με τον οποίο ερμήνευσαν τη δήλωση Γκλέτσου στο Τελ Αβίβ προκάλεσε τελείως διαφορετική αντίδραση από την επιδιωκόμενη από πλευράς Γκλέτσου. Αντί να καμφθούν οι Ισραηλινοί και να αρχίσουν να διστάζουν, αυτοί εντείνουν την προσπάθειά τους και επισπεύδουν την επίθεση. Να τους προλάβουμε εμείς, λένε, προτού μας προλάβουν εκείνοι! Βέβαια δεν πήγε τελείως χαμένος ο κόπος του κ. Γκλέτσου, διότι δεν είναι τυχαίο ότι στις ΗΠΑ ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές στα πανεπιστήμια, παρότι είχε προηγηθεί η καταστολή της κατάληψης στο Κολούμπια…
Κατόπιν όλων αυτών, η κυβέρνηση στο Τελ Αβίβ, αλλά και κάθε γνωστικός άνθρωπος στον κόσμο που έχει συνείδηση του κινδύνου κρατάει την ανάσα του και περιμένει να δει τι θα κάνει ο Δήμος Γούβας. Θυμίζω ότι τη δεκαετία του 1980 ο Δήμος Γούβας είχε ανακηρύξει την περιοχή της δικαιοδοσίας του ως «αποπυρηνικοποιημένη ζώνη», από τα πυρηνικά που ποτέ δεν είχε. Υπήρχε μάλιστα και σχετική επιγραφή, τεραστίων διαστάσεων, στην είσοδο του δήμου. Αναρωτιέμαι, ωστόσο, αν υπάρχει σήμερα Δήμος Γούβας…