Χθες (6 Μαΐου) η Χαμάς ανακοίνωσε πως αποδέχεται το σχέδιο – πρόταση της Αιγύπτου και του Κατάρ για κατάπαυση πυρός στη Γάζα, στο οποίο προβλέπονται μεταξύ άλλων η ανοικοδόμηση της περιοχής και η ανταλλαγή ορισμένων ομήρων και κρατουμένων.
«Ο ειδικός σε στρατιωτικά ζητήματα Μάικλ Χόροβιτς από τη δεξαμενή σκέψης Le Beck International έγραψε στο X πως «πολλοί Ισραηλινοί δημοσιογράφοι φαίνεται να συμφωνούν ότι η Χαμάς δέχθηκε μία διαφορετική πρόταση της Αιγύπτου, η οποία χαρακτηρίζεται από Ισραηλινούς αξιωματούχους ως ‘μονομερής’ (δηλαδή ως μη αποδεκτή από το Ισραήλ”», δημοσιεύει η BILD στη διαδικτυακή ιστοσελίδα της.
«Επομένως, η Χαμάς ενδέχεται να συμφώνησε στην πρόταση, με την οποία το Ισραήλ διαφωνεί, προκειμένου να θέσει το εβραϊκό κράτος υπό πίεση – και όχι επειδή η Χαμάς είναι πράγματι έτοιμη για μία κατάπαυση του πυρός και την απελευθέρωση των ομήρων. Σε αυτήν την περίπτωση ο στόχος της Χαμάς είναι να παρουσιάσει το Ισραήλ ως το πραγματικό εμπόδιο στο δρόμο για την ειρήνη – πρόκειται για ένα ύπουλο σχέδιο», προσθέτει το γερμανικό μέσο.
«Εξάλλου, η Χαμάς προσπάθησε να σαμποτάρει μία ενδεχόμενη συμφωνία και το Σαββατοκύριακο, όταν οι τρομοκράτες διεξήγαγαν πυραυλική επίθεση στο ισραηλινό συνοριακό πέρασμα Κερέμ Σαλόμ, […] το οποίο αποτελεί και τη σημαντικότερη οδό στα σύνορα για τις παραδόσεις ανθρωπιστικής βοήθειας από το Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας».
HB: «Το Ισραήλ έχει χάσει το μέτρο»
Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt επιλέγει από την πλευρά της να εστιάσει στον τρόπο δράσης του Ισραήλ ενόψει και της πιθανής επιχείρησης στη Ράφα: «Η πορεία που ακολουθεί τις τελευταίες εβδομάδες ο Ισραηλινός πρωθυπουργός στο όνομα του δικαιώματος αυτοάμυνας της χώρας του είναι υπερβολική, απάνθρωπη και εν τέλει βλάπτει και τα ίδια τα συμφέροντα ασφαλείας του Ισραήλ.
[…] Πολλά συνηγορούν στο ότι ο Νετανιάχου έχει παραβιάσει προ πολλού τις κόκκινες γραμμές, καθώς και ότι είναι έτοιμος να ξεκινήσει την επιχείρηση στη Ράφα. […] Το μόνο βέβαιο ωστόσο είναι πως μία στρατιωτική επιχείρηση στη Ράφα θα αύξανε τον αριθμό των μέχρι στιγμής 30.000 νεκρών – οι περισσότεροι εκ των οποίων άμαχοι – […] σε νέα επίπεδα που δύσκολα μπορεί να προβλέψει κανείς. Με αποτέλεσμα να απομονωθεί αντιστοίχως περισσότερο και το Ισραήλ από τη διεθνή κοινότητα».
Γιατί επισκέπτεται την Ευρώπη ο Σι Τζινπίνγκ;
Στην Ευρώπη βρίσκεται την τρέχουσα εβδομάδα ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος είχε τριμερή συνάντηση στο Παρίσι με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν και την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ενώ τις επόμενες ημέρες αναμένεται να βρεθεί επίσης στη Βουδαπέστη και το Βελιγράδι.
«Η ΕΕ περίμενε καιρό για την τελική της ετυμηγορία όμως τα λόγια της φον ντερ Λάιεν δεν αφήνουν τώρα κανένα περιθώριο αμφιβολίας πως η Επιτροπή δεν πρόκειται να ανεχθεί πια την άνιση αντιμετώπιση στο εμπόριο και θα επιβάλει επιπλέον δασμούς ως αντίποινα», παρατηρεί η Süddeutsche Zeitung. «Αντιστρόφως, τα όσα λέει ο Σι Τζινπίνγκ […] καταδεικνύουν το πόσο επίμονα επιδιώκει η κινεζική κυβέρνηση να αλλάξει τις παγκόσμιες ισορροπίες δυνάμεων.
[…] Η οικονομική πολιτική αποτελεί το σημαντικότερο εργαλείο με το οποίο ο Σι δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης και προκαλεί διαμάχες και το ταξίδι του στην Ευρώπη είναι απτή απόδειξη της τακτικής του. Ο Κινέζος πρόεδρος φλερτάρει έτσι με τα κράτη που θέλουν να έχουν περισσότερη «στρατηγική αυτονομία” (όπως η Γαλλία) ή βρίσκονται σε ανοιχτή σύγκρουση με το ευρωπαϊκό στρατόπεδο και τις ΗΠΑ (όπως η Σερβία και η Ουγγαρία)».
Η taz φαίνεται να συμφωνεί: το γεγονός ότι ο Μακρόν μιλάει ολοένα και περισσότερο για μία ευρωπαϊκή «αυτονομία» στα πλαίσια της πολιτικής ασφαλείας και άμυνας, «κινεί το ενδιαφέρον του Πεκίνου, όπως συμβαίνει με κάθε εξέλιξη που ενδέχεται να απομακρύνει την Ευρώπη από τον αντίπαλο της Κίνας, τις ΗΠΑ».
Όσον αφορά δε την κινεζική διαμεσολάβηση στις επαφές της Δύσης με τη Ρωσία, «ο Μακρόν θέλει να παροτρύνει τον Σι «να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα για να επηρεάσει τη θέση της Ρωσίας”. […] Η Κίνα όμως επωφελείται σημαντικά σε πολιτικό, στρατηγικό και οικονομικό επίπεδο από τον πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, όπως και από τις δυτικές κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας, ιδίως δε από την προμήθεια φθηνού ρωσικού πετρελαίου. Και αυτό επιτρέπει αντιστοίχως στη Ρωσία να παρακάμπτει τις κυρώσεις της Δύσης», καταλήγει η εφημερίδα του Βερολίνου.