Η στέγαση είναι το «κοινωνικό ζήτημα του 21ου αιώνα». Η διαπίστωση αυτή του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για το δικαίωμα στη στέγαση Μπαλακρισνάν Ραζαγκοπάλ έρχεται να υπογραμμίσει ένα πρόβλημα που γίνεται ολοένα και πιο αισθητό σε όλη την Ευρώπη. Αλλωστε, είναι τα στοιχεία της Eurostat που δείχνουν ότι οι τιμές των σπιτιών αυξήθηκαν στην Ευρώπη κατά 47% ανάμεσα στο 2010 και το 2022, με τα ενοίκια να ανεβαίνουν κατά μέσο όσο 18% την ίδια περίοδο. Σε ορισμένες χώρες ήδη πάνω από το ένα πέμπτο των νοικοκυριών ξοδεύουν άνω του 40% του καθαρού τους εισοδήματος για να καλύψουν το κόστος στέγασης.
Διάφοροι παράγοντες συντελούν σε αυτή τη συνθήκη. Τα μεγάλα κρατικά προγράμματα παροχής στέγης σε χαμηλές τιμές, που άλλαξαν το τοπίο των ευρωπαϊκών πόλεων αλλά και επέτρεψαν σε μεγάλα κομμάτια των εργατικών και λαϊκών τάξεων να αποκτήσουν αξιοπρεπή στέγαση, έχουν δώσει τη θέση τους σε μεγάλα επενδυτικά σχέδια που προκρίνουν την κερδοφορία αντί της κάλυψης κοινωνικών αναγκών.
Χώρες με κατακερματισμένη ιδιοκτησία, που συγκρατούσε τις τιμές, ανάμεσά τους και η χώρα μας, βλέπουν νέες μορφές επένδυσης που οδηγούν σε διαφορετικές, πιο συγκεντρωμένες μορφές ιδιοκτησίας και οδηγούν επίσης τις τιμές και τα ενοίκια προς τα πάνω, ενίοτε και με όρους «φούσκας».
Η επέλαση των βραχυχρόνιων μισθώσεων στο πλαίσιο των μετασχηματισμών της τουριστικής βιομηχανίας διώχνει μόνιμους κατοίκους και παραδοσιακές δραστηριότητες από τα κέντρα πολλών ευρωπαϊκών πόλεων.
Για δεκαετίες οι τρώγλες, οι παράγκες, τα υπόγεια, τα κακοσυντηρημένα διαμερίσματα όπου άνθρωποι ζούσαν στοιβαγμένοι θεωρήθηκαν συνώνυμα με την κοινωνική αδικία και η αντιστροφή αυτής της τάσης συνώνυμη με την κοινωνική πρόοδο. Η επιστροφή σε μια συνθήκη όπου η στέγαση γίνεται ένα θεμελιώδες δικαίωμα σε κίνδυνο αποτελεί απόδειξη του πόσο καταστροφική μπορεί να είναι η εναπόθεση της ελπίδας στις «δυνάμεις της αγοράς» και συνάμα υποδεικνύει ότι μόνο η γενναία κρατική παρέμβαση μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.