«Ποιος μπορεί να προσποιηθεί ότι η Ρωσία θα σταματήσει εκεί; Τι ασφάλεια θα υπάρχει για τις άλλες γειτονικές χώρες, τη Μολδαβία, τη Ρουμανία, την Πολωνία, τη Λιθουανία και τις άλλες;» δήλωσε πρόσφατα ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, επαναλαμβάνοντας πως απώτερος στόχος της Ρωσίας, είναι να επιτεθεί στο ΝΑΤΟ.
Αυτό είναι, λίγο πολύ, το αφήγημα αρκετών ηγετών της Δύσης σχετικά με τις επιδιώξεις της Μόσχας, μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022.
Τι θα συνέβαινε, όμως, πραγματικά αν κατέρρεαν οι ουκρανικές γραμμές και οι ρωσικές δυνάμεις ήταν σε θέση να κυριεύσουν την Ουκρανία;
Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μέριμαουντ στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ, Μαρκ Επίσκοπο, τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα και σίγουρα όχι όπως τα παρουσιάζουν ηγέτες όπως ο Μακρόν.
Η Ουκρανία δεν μπορεί να κατακτηθεί
Στον στρατιωτικό τομέα, μπορεί το ουκρανικό μέτωπο να καταρρεύσει, αλλά η πολιορκία ουκρανικών οχυρών όπως το Χάρκοβο και η Ζαπορίζια -πόσο μάλλον το Κίεβο και η Οδησσός- θα αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολος στόχος που θα κοστίσει πολύ ακριβά στους Ρώσους.
Ήδη, οι μακροχρόνιες μάχες για λιγότερο σημαντικές πόλεις, όπως αυτή της Μαριούπολης και του Μπαχμούτ έδωσαν μια καλή γεύση στους Ρώσους τι συνεπάγεται μια παρατεταταμένη πολιορκία.
«Η κατάληψη ολόκληρης της Ουκρανίας θα ήταν απαγορευτικά δαπανηρή για τη Ρωσία, ακόμη και βραχυπρόθεσμα, πόσο μάλλον για παρατεταμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα» σημειώνει ο Επίσκοπος.
Εξάλλου, η Δύση πιθανότατα θα έκανε ό,τι καλύτερο μπορεί για να καλύψει αυτά τα κόστη, χρηματοδοτώντας την Ουκρανία και κυρίως το δυτικό κομμάτι της.
«Υπάρχει, σε τελική ανάλυση, άφθονο ιστορικό προηγούμενο για μια τέτοια δραστηριότητα με τη μορφή του Ουκρανικού Αντάρτικου Στρατού, ο οποίος αντιστάθηκε στις σοβιετικές αρχές για έως και πέντε χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου» εξηγεί ο Επίσκοπος.
Έτσι, οποιαδήποτε ρωσική απόπειρα να ελέγξει ολόκληρη την Ουκρανία πιθανότατα θα επισπεύσει μια παρατεταμένη εκστρατεία εξέγερσης και θα επέφερε τρομερό κόστος στους Ρώσους.
Δεν αρκεί η νίκη στο πεδίο της μάχης
O Eπίσκοπος υποστηρίζει, πως ακόμα και αν οι Ρώσοι τα καταφέρουν στο πεδίο της μάχης, το Κρεμλίνο γνωρίζει καλά ότι δεν μπορεί να επιτύχει μονομερώς τους στόχους του εν καιρώ πολέμου.
Η κατάρρευση της Ουκρανίας ενισχύει τους κινδύνους μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Η δημιουργία ενός de facto ορίου μεταξύ της ανατολικής Πολωνίας και της κατεχόμενης από τη Ρωσία δυτικής Ουκρανίας θα δημιουργούσε, που θα εγκυνομονούσε ξέσπασμα πολέμου στην ανατολική πλευρά του ΝΑΤΟ.
Έτσι, μια ολική κατάρρευση της Ουκρανίας πιθανότατα θα πυροδοτούσε εκκλήσεις μεταξύ των κρατών της Βαλτικής και τουλάχιστον πολλών μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων για άμεση δυτική επέμβαση στο έδαφος, είτε με τη μορφή μιας εκστρατευτικής δύναμης του ΝΑΤΟ είτε ενός συνασπισμού των πρόθυμων που θα σχηματιστεί από μεμονωμένα μέλη του ΝΑΤΟ.
Ο Μακρόν έχει δηλώσει ανοιχτά και επανειλημμένα ότι η Δύση δεν πρέπει να αποκλείσει μια παρέμβαση προς αυτήν την κατεύθυνση. Αν και η πρότασή του απορρίφθηκε σθεναρά από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία, μπορεί να αναμένεται ότι η πολιτική πίεση να «κάνει κάτι» για να σταματήσει τη Ρωσία θα οικοδομηθεί στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ εάν η ήττα του Κιέβου είναι επικείμενη.
Δεν θα βαδίσει κατά της Πολωνίας
Ο επίκουρος καθηγητής λέει πως δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η Μόσχα έχει πρόθεση να ξεκινήσει κατακτητικούς πολέμους κατά της Πολωνίας, της Βαλτικής ή άλλων κρατών του ΝΑΤΟ»
Ωστόσο, προσθέτει ότι η Μόσχα σίγουρα «επιδιώκει να αποσπάσει μια σειρά από στρατηγικές παραχωρήσεις από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους σε τομείς, συμπεριλαμβανομένων των απαγορεύσεων κατά του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά επέκταση και περιορισμοί στην ανάπτυξη δυνάμεων κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του ΝΑΤΟ».
Βέβαια, σημειώνει, πως δεν είναι καθόλου σαφές ότι η κατάκτηση της Ουκρανίας θα φέρει τη Μόσχα πιο κοντά στο να αποσπάσει τις επιθυμητές της παραχωρήσεις.
Μπορεί μεν η κατάρρευση της Ουκρανών να προκαλέσει πανικό στις δυτικές πρωτεύουσες, αλλά όπως αναφέρει ο Επίσκοπος, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πως αυτός ο πανικός μπορεί να μεταφραστεί σε μια συγκεκριμένη προθυμία της κυβέρνησης Μπάιντεν και άλλων δυτικών ηγετών να επιτύχουν το είδος της μεγάλης συμφωνίας για την ασφάλεια που επιδιώκει η Μόσχα.
«Στην πραγματικότητα, λαμβάνοντας υπόψη πόσο πολιτικά επενδύονται οι σημερινές δυτικές κυβερνήσεις στην πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας, υπάρχει πιθανότητα η ουκρανική κατάρρευση να προκαλέσει την αντίθετη αντίδραση και να καταστήσει τους δυτικούς ηγέτες ακόμη λιγότερο πιθανό να ξεκινήσουν ουσιαστικές συνομιλίες με τη Μόσχα» σημειώνει.
Με απλά λόγια, η Ρωσία έχει λίγα να κερδίσει και πολλά να χάσει «κερδίζοντας» στην Ουκρανία, εάν η νίκη ορίζεται ως η κατάληψη ολόκληρης της χώρας. Αντίθετα, το κίνητρο της Ρωσίας είναι να χρησιμοποιήσει τα αυξανόμενα πλεονεκτήματά της ως μοχλό για τις διαπραγματεύσεις με τη Δύση. Το Κρεμλίνο, υπό το φως αυτών των συνθηκών, έχει προηγουμένως υπαινιχθεί για τη δημιουργία αποστρατιωτικοποιημένων ζωνών προστασίας στην Ουκρανία που δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο της Ρωσίας.
Ο επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μέριμαουντ, πιστεύει πάντως, πως ανεξαρτήτως τι θα συμβεί στο πεδίο της μάχης, η Μόσχα έχει ξεκινήσει κάτι που δεν μπορεί να ολοκληρώσει μονομερώς.
Έτσι, συνιστά στις ΗΠΑ να το εκμεταλλευτούν και να τερματίσουν τώρα τον πόλεμο με τους καλύτερους δυνατούς όρους για τη Δύση καθώς και την Ουκρανία.