Τα χθεσινά επικριτικά έως χλευαστικά πρωτοσέλιδα κυρίως ακροδεξιάς προέλευσης για τον έλληνα πρωθυπουργό, που επισκέφτηκε την Τουρκία επιμένοντας σε μια στρατηγική συνεννόησης, οικονομικής συνεργασίας και ύφεσης στις σχέσεις των δύο χωρών, δείχνουν έναν ευσεβή πόθο, η Ελλάδα να πάψει να είναι φιλήσυχη αλλά και σίγουρη με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρα και να ανακτήσει έναν προσφιλή ρόλο σε διάφορους ανακατωσούρηδες, μιας βαλκάνιας καβγατζούς. Αλλά, προφανώς, δεν είναι η πρώτη φορά που όσοι ονειρεύονται έναν εθνικιστικό θύλακα στην περιοχή αποτυγχάνουν στις προβλέψεις τους. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήγε, είδε, συγκρούστηκε ευγενικά με τον Ερντογάν, με την ανωτερότητα του ευρωπαίου εταίρου στα θέματα για τα οποία υπάρχει διαφωνία, και επέστρεψε με την επιβεβαίωση της συνέχισης του καλού κλίματος ανάμεσα στις δύο χώρες.
Είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να συζητάει με την Τουρκία. Στη σημερινή φάση είναι δεδομένο ότι οι μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα δύο χώρες θα παραμείνουν και, ασφαλώς, θα επηρεάζουν τις επιλογές κυρίως της τουρκικής ηγεσίας – η οποία κι αυτή πιέζεται εξαιτίας των επιλογών της στο εσωτερικό, επειδή όσο αυταρχική κι αν είναι, έχει κι αυτή κοινή γνώμη. Κάποιοι λένε ότι ο Ερντογάν παριστάνει τον φιλικό για να κερδίσει την εμπιστοσύνη δυτικών συμμάχων και ιδίως της Αμερικής. Οταν πάρει αυτό που θέλει, προσθέτουν, κυρίως εξοπλιστικά συστήματα, θα επιστρέψει στην εχθροπάθεια.
Αλλά ακόμα κι έτσι αν είναι τα πράγματα (που δεν είναι, άλλωστε η ακύρωση του ταξιδιού του Ερντογάν στην Αμερική κάτι λέει για τα αδιέξοδα στα οποία τον έχουν φέρει οι επιλογές του στο πεδίο των διεθνών σχέσεων), τι μας πειράζει εμάς; Θα έπρεπε να ανησυχούμε αν εφησυχάζαμε, αν σταματούσαμε τον εκσυγχρονισμό των εξοπλισμών και αν γενικώς αποφασίζαμε να κάνουμε τα σπαθιά και τα κανόνια αλέτρια, όπως έλεγε το παλιό κουκουέδικο τραγουδάκι. Αντίθετα, εμείς ξοδεύουμε πολλά λεφτά στην άμυνα – σ’ αεροπλάνα, βαπόρια και αντιπυραυλικές ασπίδες.
Η χθεσινή μέρα, πάντως, και η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν που ολοκληρώθηκε με μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη των δύο ηγετών, γεμάτη κόντρες και προσπάθεια κι από τις δύο πλευρές να μην εκτραχυνθεί, δείχνει ότι η Ελλάδα είναι σίγουρη και σταθερή. Ο Πρωθυπουργός, με ηρεμία και διπλωματική φρασεολογία, έθεσε όλα τα θέματα των διαφωνιών μας, και στις διμερείς και στις διεθνείς σχέσεις μας. Προφανώς διαμαρτυρήθηκε για τη μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τέμενος διασφαλίζοντας ότι δεν θα κλείσει ως χώρος αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Και επίσης προφανώς σήκωσε τη φωνή όταν ο Ερντογάν αποκάλεσε τη μειονότητα της Θράκης τουρκική, παραπέμποντάς τον στη Συνθήκη της Λωζάννης.
Οσο βρίσκονταν στο βήμα, όμως, παρατηρούσε τον συνομιλητή του με τη σιγουριά του ευρωπαίου ηγέτη. Ο Μητσοτάκης, χθες, ήταν πρωτίστως ευρωπαίος πολιτικός. Μιλούσε για δημοκρατικές αξίες, για πρόοδο, για δικαιοσύνη και ταυτόχρονα εκπροσωπούσε την Ευρωπαϊκή Ενωση, μια ισχυρή ένωση ελεύθερων και ευημερούντων πολιτών.
Η άνεσή του φάνηκε όταν η συζήτηση έφτασε στη Χαμάς, την οποία ο Πρωθυπουργός αποκάλεσε τρομοκρατική. Ο Ερντογάν πήρε τον λόγο και προσπάθησε να τον μεταπείσει, ότι δεν είναι τρομοκράτες αλλά περίπου αγωνιστές μιας εθνογένεσης. Φυσικά, ο Μητσοτάκης του απάντησε ότι συμφωνούν στη διαφωνία τους.
Η Ελλάδα, χθες, στην Αγκυρα, ήταν μια ήρεμη δύναμη. Ξέρω ότι ως βαλκάνια καβγατζού θα ήταν πιο ελκυστική στους ανακατωσούρηδες – αλλά ποιος σοβαρός άνθρωπος θέλει φασαρίες καλοκαιριάτικα, όσο ανοίγει μια νέα τουριστική σεζόν με πολύ καλές προοπτικές;