«Ημιπαρακολουθώ» Γιουροβίζιον εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Από το 1972, τότε που, τυχαία, ένα σαββατιάτικο βράδυ, χωρίς να ξέρω καν τι είναι αυτός ο διαγωνισμός, είδα σε μια ασπρόμαυρη τηλεόραση – έπιπλο τη «δική μας» Βίκυ Λέανδρος να κερδίζει, με το «Après toi», εκπροσωπώντας το Λουξεμβούργο. Λέω «ημιπαρακολουθώ» διότι μέσα σε αυτά τα χρόνια υπήρξαν χρονιές που δεν ήξερα καν ποιος μας εκπροσωπεί και άλλες που διοργάνωνα Eurovision night στο σπίτι μου, ενώ το 2009 ταξίδεψα στη Μόσχα για να ζήσω από πρώτο χέρι τον διαγωνισμό. Πάντως τέτοιο σουρομάδημα (για να το πω παλιακά) δεν θυμάμαι να έχει γίνει. Πολύ κακό για το τίποτα; Δεν είναι ακριβώς έτσι.
Πολύ συχνά, μέσα από ανάλαφρες αφορμές, αναδεικνύονται σοβαρά θέματα. Και η Γιουροβίζιον υποτίθεται ότι είναι ένα πάρτι της ποπ κουλτούρας και των μουσικών προικιών της. Συγχρόνως όμως είναι και το τρίτο μεγαλύτερο (μετά τους Ολυμπιακούς και το Μουντιάλ) τηλεοπτικό γεγονός παγκοσμίως που παρακολουθούν πολλά εκατομμύρια τηλεθεατές σε όλον τον πλανήτη. Που οι συμμετέχοντες εκπροσωπούν τις χώρες τους, όχι τον εαυτό τους. Και που οι ψήφοι οι οποίες – από φέτος με την κατηγορία «υπόλοιπο του κόσμου» – προέρχονται από όλες τις ηπείρους δεν πριμοδοτούν μόνο καλλιτέχνες αλλά και έθνη και ιδεολογίες, κάτι απόλυτα φυσικό. Ειδικά φέτος, με αφορμή το Ισραήλ, περισσότερο από κάθε άλλη φορά.
Τις τελευταίες εβδομάδες οι ανταποκρίσεις από πανεπιστήμια των ΗΠΑ και πρωτεύουσες της Ευρώπης δημιουργούσαν την εντύπωση ότι «όλος ο κόσμος» (απολύτως συνειδητά τα εισαγωγικά) είναι εναντίον του Ισραήλ. Το πώς όμως ψήφισε ο κόσμος στη Γιουροβίζιον θύμισε τα περί σιωπηρής πλειοψηφίας που είχε πει ο Ντε Γκολ στις γαλλικές εκλογές του 1968. Δεν πά’ να γιούχαραν την Έντεν Γκολάν μέσα στην αίθουσα, δεν πά’ να φώναζε, εναντίον της, απ’ έξω η γνωστή μας Γκρέτα (αλήθεια, αυτό το πολυδιαφημισμένο «κεφάλαιο» κατάντησε γκρούπι της Γιουροβίζιον;), η ψήφος του κόσμου τής έδωσε τη δεύτερη θέση που, σε συνδυασμό με τις ψήφους των επιτροπών, την έφεραν τελικά πέμπτη στην κατάταξη. Αυτοί που φωνάζουν δεν είναι πάντα οι πιο πολλοί ούτε αυτοί που αντιπροσωπεύουν τον μέσο όρο.
Η 20χρονη Έντεν δεν μπορεί να μην ήξερε τι θα αντιμετώπιζε στο Μάλμε – δικαίως ή αδίκως είναι άλλη ιστορία, αλλά ας πούμε ότι δικαίως. Το ότι αποφάσισε να πάει εκεί, ο τρόπος που διαχειρίστηκε τη συμμετοχή και η αντοχή της απέναντι στις αντιδράσεις (κάποιες εντελώς αντιδεοντολογικές όπως, για παράδειγμα, της περσινής νικήτριας Λορίν που δήλωσε ότι δεν θα απονείμει το βραβείο στην Γκολάν αν κερδίσει το Ισραήλ) αποδεικνύουν τεράστια εσωτερική δύναμη και αφοσίωση σε αυτό που κάνει. Φτάνει να τη δει κάποιος στο καμαρίνι της, με τους συνεργάτες της να τη γιουχάρουν ώστε να εξοικειωθεί με το σχετικό κλίμα.
Τα φάλτσα της ΕΡΤ
Η ΕΡΤ, ως προς τη φετινή Γιουροβίζιον, μου θύμισε αυτόν τον περιβόητο θείο που θέλει να καθίσει με τη νεολαία. Που πιστεύει ότι αυτό που θεωρεί εκείνος μοντέρνο και «προχώ» αρέσει στους νέους. Και ότι επειδή «ξέρει» από TikTok αντιλαμβάνεται και τον παλμό του κόσμου εκεί έξω. Με αποτέλεσμα, μια ατελέσφορη γραφικότητα. Στην οποία, τελικά, παγιδεύτηκε η Μαρίνα Σάττι.
Καλή τραγουδίστρια, ακόμη καλύτερη μουσικός, απεμπόλησε τα πολύτιμα χαρακτηριστικά της, υιοθετώντας την αβάσταχτη ελαφρότητα αυτού που παλιά λέγαμε τσακλοκούδουνο (ή μήπως σαχλοκούδουνο;). Δεν είναι αστείο ούτε στοιχειοθετεί στυλ το να ποζάρει πάντα με τη γλώσσα έξω ή αλληθωρίζοντας. Ούτε τα χασμουρητά και το μπρουμούτιασμα την ώρα που μιλούσε η Γκολάν. Ο δε τρόπος που προσπάθησαν να το μαζέψουν οι «πηγές» της ΕΡΤ έκανε το λάθος ακόμη μεγαλύτερο. Γιατί δηλαδή η Μαρίνα να είναι περισσότερο κουρασμένη από τους άλλους καλλιτέχνες; Ή, αν ήταν, ας ζητούσε να εξαιρεθεί. Ασε που τις «άδειασε» (τις πηγές) η ίδια, λέγοντας ότι, απλώς, έκανε χαζομάρες με τους απέναντι.
Για τους παρουσιαστές, να μη μιλήσω καλύτερα. Και αν όντως, όπως είπε ο Ζερόμ Καλούτα, διάβασαν για τη Γιουροβίζιον περισσότερο απ’ όσο διάβασαν στις Πανελλαδικές, δεν θέλω να ξέρω πώς έγραψαν στις Πανελλαδικές.