Αν πρέπει κανείς να αξιολογήσει τις εξελίξεις στα τρία μέτωπα της εξωτερικής μας πολιτικής, ασφαλώς θα αναδείξει πρώτο εκείνο της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Αγκυρα. Οχι γιατί προέκυψε κάτι το εξαιρετικά σημαντικό, αλλά γιατί ακριβώς δεν προέκυψε κάτι το εξαιρετικά αρνητικό, κάτι που θα δυσχέραινε τις σχέσεις των δύο χωρών έπειτα από αυτή. «Καζάν-καζάν» χαρακτηρίζουν κάτι τέτοιες περιπτώσεις οι Τούρκοι, win-win λέμε εμείς στην εύανδρο Ηπειρο, ήτοι, νικητές και οι δύο, αφού δεν πλακώθηκαν, και αφού συμφώνησαν ότι έτσι όπως εξελίσσεται το πράγμα σιγά σιγά και με το μαλακό, κάτι θετικό μπορεί να προκύψει στο τέλος της ημέρας – αν ποτέ έρθει αυτή η ημέρα, γιατί δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα του κόσμου.
Οι ελληνάρες φυσικά εδώ, έσπευσαν αγανακτισμένοι να κραυγάσουν με ιερό ζήλο, επειδή ο πρόεδρος Ερντογάν έκανε λόγο κατά τις κοινές δηλώσεις στη συνέντευξη Τύπου για «τουρκική μειονότητα» της Θράκης. «Πω, πω, τι είπεεεε, και πόσο προκλητικός ήτααααν, και αίσχοοοος» κι άλλα τέτοια. Αλλά τι περίμεναν ακριβώς ότι θα έλεγε ο πρόεδρος Ερντογάν μέσα στην έδρα του; Στο κατώφλι του γραφείου του; Τι διαφορετικό, από αυτό που υποστηρίζει χρόνια τώρα η Τουρκία, και όλοι οι τούρκοι ηγέτες, από τον Ατατούρκ και εντεύθεν; Και τι άλλο περίμεναν να κάνει ο Κυριάκος, από το να υπενθυμίσει άμεσα, και χωρίς περιστροφές, ότι πρόκειται για θρησκευτική μειονότητα, για μουσουλμάνους Ελληνες;
Φαντάζομαι, όχι να πετάξει τα μικρόφωνα, και να αποχωρήσει από τη συνέντευξη Τύπου, και ενδεχομένως και από την Αγκυρα, πριν από την ολοκλήρωση της επίσκεψης ο δικός μας, ε;
Τουρκοφάγοι του καναπέ
Πού ακριβώς όμως έγκειται αφενός η προκλητικότητα του Ερντογάν και αφετέρου η υποχωρητική στάση του Κυριάκου; Ο πρόεδρος Ερντογάν επανέλαβε αυτά που παγίως υποστηρίζει, και ο πρόεδρος Κυριάκος απάντησε με τον ίδιο τρόπο που έχουν απαντήσει πριν απ’ αυτόν σε ανάλογες περιπτώσεις όλοι οι προκάτοχοί του. Τίποτε καινούργιο, και τίποτε παράξενο. Ειλικρινά λοιπόν, είναι να απορείς με τους ελληνάρες, τους τουρκοφάγους του καναπέ… Για να ανακεφαλαιώσουμε: το σημαντικό είναι ότι και αυτή η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν κατέγραψε καλό κλίμα, απόρροια του οποίου είναι ότι θα συνεχιστεί το μορατόριουμ στο Αιγαίο, θα γίνουν προσπάθειες για να αυξηθεί και άλλο – στα 10 δισ. δολάρια – το ισοζύγιο των εμπορικών σχέσεων, και ότι θα τα ξαναπούν σύντομα (τον Ιούλιο στην Ουάσιγκτον, τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη και τον Δεκέμβριο στην Αγκυρα).
Μια χαρά.
Σιωπή για τη Συμφωνία των Πρεσπών
Επειδή δεν είδα πουθενά κάτι, νομίζω ότι λογικά είμαι ο πρώτος που το επισημαίνει. Τι είναι αυτό που ΔΕΝ είδα; Μια δημόσια, έντονη, ξεκάθαρη, κατηγορηματική, αντίδραση των… «αρχιτεκτόνων» της Συμφωνίας των Πρεσπών, του δικού μας, προέδρου Αλέξη, του απόμαχου, του βετεράνου, και του προέδρου Ζόραν (Ζάεφ), του πρώην πρωθυπουργού των Σκοπίων. Των δύο δηλαδή που συνυπέγραψαν τη Συμφωνία, εκείνο το μεσημεριανό του Ιουνίου, 17 είχε ο μήνας, του 2018, στις όχθες της Μεγάλης Πρέσπας, την επαίσχυντη Συμφωνία, που τώρα, σχεδόν έξι χρόνια μετά, οι Σκοπιανοί την έκαναν… χαρτί υγείας, μετά συγχωρήσεως. Από διαρροές μάθαμε ότι τα παλικάρια τηλεφωνήθηκαν και θα πάρουν προσεχώς κάποιες (τρέχα – γύρευε) πρωτοβουλίες.
Πού είναι ο Τσίπρας, να καταγγείλει το απαράδεκτο γεγονός (με τον Ζάεφ δεν ασχολούμαι, μονίμως διακοπές στη Χαλκιδική κάνει, μέχρι Θεσσαλονίκη, το πολύ, «πετάγεται»); Μας έπρηξε, κι αυτός και οι δικοί του, για το πόσο σημαντική είναι η Συμφωνία, και για το πόσο ιστορικού χαρακτήρα, και πως δίνει λύση σε ένα τεράστιο εθνικό θέμα (εθνικό θέμα, το όνομα των Σκοπίων…), κι άλλα τέτοια ασόβαρα. Και ιδού τώρα, που η ηγεσία του γειτονικού κρατιδίου αμφισβητεί στην πράξη, και στην ουσία καταργεί τη Συμφωνία, αφού απορρίπτει τον πυρήνα της, το όνομα δηλαδή του κρατιδίου, αυτός που θα έπρεπε να μιλήσει πρώτος, και να καταγγείλει το γεγονός στη διεθνή κοινότητα, σιωπά. Δεν λέει δημοσίως λέξη, μήπως και στενοχωρηθούν οι Γερμανοί και οι Αμερικανοί που του υπαγόρευσαν την υπογραφή μιας συμφωνίας, η οποία υποτίθεται ότι θα έθετε τέλος στις αλυτρωτικές διεκδικήσεις των Σκοπιανών, αλλά στην πραγματικότητα, όχι μόνο δεν το έκανε, υπογείως τις ενθάρρυνε κιόλας – αλλιώς, πώς κέρδισε τις εκλογές η Σιλιάνοφσκα και το VMRO που την υποστήριζε;
Λάθος θέμα για αντιπολίτευση
Σιωπά εκκωφαντικά ο Τσίπρας, που πρώτος έπρεπε να εκδηλώσει την έντονη διαφωνία του για την κατάργηση της Συμφωνίας από τη νέα ηγεσία των Σκοπίων, αλλά όχι ο πρόεδρος Κασσελάκης, και οι περί αυτόν. Για το φαντεζί αγόρι που ηγείται του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ, το πρόβλημα με την αμφισβήτηση – και την ουσιαστική κατάργηση της Συμφωνίας – δεν το έχουν οι Σκοπιανοί, το έχουμε εμείς. Είναι δικό μας, αποκλειστικά. Και περισσότερο όλων, πρόβλημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η οποία, κατ’ αυτούς, και τον Κασσελάκη, δεν έφερε λέει στη Βουλή τις τρεις συμβάσεις που απορρέουν από τη Συμφωνία, διότι αν τις έφερνε προς ψήφιση θα ισχυροποιούσαν τη συμφωνία, θα «έδεναν» τους Σκοπιανούς, και δεν θα διανοούνταν να την αντιμετωπίζουν σαν ξεφούσκωτη μπάλα σε αλάνα στις όχθες του Βαρδάρη.
Μεγαλύτερη ανοησία δεν έχω ακούσει. Οι Σκοπιανοί ψηφίζουν συντριπτικά υπέρ της εκλογής του VMRO στην κυβέρνηση, και στην προεδρία μιας κυρίας που εξ αρχής, και πριν από την εκλογή της, δηλώνει ότι δεν αναγνωρίζει τη Συμφωνία, κι εμείς εδώ, τα ρίχνουμε στον Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του, που δεν έφεραν προς ψήφιση στη Βουλή τρεις συμβάσεις. Στέκει, αλήθεια τώρα, σε πραγματική λογική, αυτός ο ισχυρισμός; Μπορεί να πιστέψει κανείς ότι αν είχαν κυρωθεί από την ελληνική Βουλή οι τρεις συμβάσεις θα ψήφιζαν διαφορετικά οι Σκοπιανοί; Ή δεν θα εκλεγόταν πρόεδρος η Σιλιάνοφσκα;
Νομίζω ότι μερικοί, στην προσπάθειά τους να αντιπολιτευτούν την κυβέρνηση, έχουν χάσει την μπάλα και υποστηρίζουν ό,τι να ‘ναι…
Υπάρχουν χίλια θέματα να ασκήσουν αντιπολίτευση – όχι, προς Θεού, το συγκεκριμένο.
Η Ελλάδα το πάνω χέρι
Τα πράγματα ωστόσο με τη νέα πρόεδρο των Σκοπίων, την κυρία Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, είναι απλά: την πρώτη φορά που θα μιλήσει δημόσια για Μακεδονία επειδή αυτό της επιβάλλει η αυτοδιάθεση και τα ατομικά της δικαιώματα, εμείς ως χώρα, οφείλουμε να της ανταποδώσουμε τα «ίσα». Δεν υπάρχει καμιά «Βόρεια Μακεδονία», υπάρχει μόνο η «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», η κλασική FYROM. Κι επειδή αυτοί που έχουν το πάνω χέρι σε αυτή την ιστορία είμαστε εμείς, θα πρέπει να το αποδείξουμε άμεσα κιόλας. Με την πρώτη αναφορά της κυρίας Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, άμεση ανακοίνωση ότι η Ελλάδα μπλοκάρει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις του κρατιδίου με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αλλη λύση δεν υπάρχει. Οτιδήποτε άλλο, συνιστά ηττοπαθή στάση, και συνάμα στέλνει και λάθος μήνυμα. Θες «Μακεδονία», κυρία Σιλιάνοφσκα; Θέλε. Αλλά δεν θα δεις την Ευρωπαϊκή Ενωση ούτε σε φωτογραφία σε ημερολόγιο τοίχου. Ελεος πια. Δεν είναι δυνατόν να μας κουνάνε το δάχτυλο, κι αυτοί που μέχρι χθες παρακαλούσαν για μια άλλη αντιμετώπιση, μήπως και βρουν τον δρόμο για την Ευρώπη…
Αρκούν οι υπόλοιποι.
Στρατηγική προσεκτικών κινήσεων
Και κάτι ακόμη. Εξ όσων κατάλαβα από τις χθεσινές κυβερνητικές αντιδράσεις στην ωμή παραβίαση της Συμφωνίας από την πρόεδρο Σιλιάνοφσκα, η στάση που επιλέγεται από την Αθήνα είναι προσεκτικές κινήσεις, χωρίς όμως σημαντικές γωνίες, οι οποίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν διεθνές πρόβλημα. Προσωπικά θα μπορούσα να την καταλάβω αυτή τη στάση, αν υπήρχαν ενδείξεις ότι αυτό που συνέβη κατά την ορκωμοσία της Σιλιάνοφσκα ήταν ένα τυχαίο γεγονός – αν μπορεί να υπεισέλθει η τύχη, σε κάτι τέτοια. Ομως δεν ήταν. Τουλάχιστον αυτό απεδείχθη από τη χθεσινή, εμμονική της, δήλωση. Τι άλλο περιμένουν λοιπόν να αντιδράσουν με μεγαλύτερη οξύτητα; Αναρωτιέμαι…