Σκληρή απάντηση στη νέα πρόεδρο της Βόρειας Μακεδονίας Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, η οποία αποκάλεσε τη χώρα της «Μακεδονία», παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, τόσο από την Αθήνα όσο και από την Κομισιόν έδωσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης.
Μιλώντας στην ΕΡΤ ο έλληνας ΥΠΕΞ διαμήνυσε πως «απαιτούμε συμμόρφωση στη Συμφωνία των Πρεσπών. Θα διαμορφώσουμε το πλαίσιο ώστε να υπάρξει πλήρης εφαρμογή της, δεν είναι θέμα αυτοδιάθεσης του κάθε αξιωματούχου, αλλά πλήρης εφαρμογή των συμφωνηθέντων».
Συνεχίζοντας, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε πως «η ελληνική πλευρά απαιτεί τήρηση των συμφωνηθέντων. Οφείλουν σεβασμό στη Συμφωνία. Υπάρχουν σημεία, πέρα από την ονομασία, στα οποία η γειτονική χώρα δεν έχει προσαρμοστεί». «Το ζήτημα της ονομασίας δεν τροποποιείται, συμφωνήθηκε και κυρώθηκε και από τις δύο πλευρές», επανέλαβε ο υπουργός Εξωτερικών.
Υπενθυμίζεται πως μετά τις σφοδρές αντιδράσεις και την παρέμβαση και της απερχόμενης ηγεσίας του ΥΠΕΞ της γείτονος, το γραφείο της Σιλιάνοφσκα ανέφερε: «Στις δημόσιες εμφανίσεις της, η Μακεδόνας πρόεδρος έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το όνομα Μακεδονία, ως πράξη ατομικού δικαιώματος αυτοδιάθεσης και αυτοπροσδιορισμού, σεβόμενη τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες και σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές αξίες και αρχές», σημειώνει το γραφείο της Σιλιάνοφσκα, απαντώντας κατά βάση στα πυρά της αντιπολίτευσης και της απερχόμενης κυβέρνησης που ζήτησαν να ακυρωθεί η ορκωμοσία της και συνεχίζει:
«Η Πρόεδρος θα τηρήσει την χρήση της επίσημης συνταγματικής ονομασίας. Το επίσημο κείμενο του όρκου, όπως αυτό ετοιμάστηκε από τις υπηρεσίες της Βουλής, υπογράφηκε με τη συνταγματική ονομασία της χώρας, όπως ορίζει το Σύνταγμα».
Θέματα κυριαρχίας δεν βρίσκονται στη συζήτηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας
Αναφερόμενος στη χθεσινή συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν ο κ. Γεραπετρίτης εκτίμησε ότι περνάμε σε μία νέα φάση σε ότι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την ελληνοτουρκική συζήτηση. Η φάση αυτή διέπεται από μία κανονικότητα, όπως είπε ο πρωθυπουργός, παραγωγική κανονικότητα. Και τι εννοώ λέγοντας κανονικότητα. Πρώτον, ότι υπάρχει μία τακτική περιοδικότητα στις επαφές. Βρισκόμαστε σε τακτά χρονικά διαστήματα και θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Το δεύτερο είναι ότι δεν χρειάζεται κάθε φορά που βρισκόμαστε να παράγονται πολλαπλές συμφωνίες, να υπάρχουν μείζονα θέματα τα οποία να διαχειριζόμαστε. Θα πρέπει να βρισκόμαστε και να συζητούμε τακτικά. Και το τρίτο νομίζω και πιο σημαντικό είναι να μπορούμε να συζητούμε και να διαφωνούμε χωρίς να προκαλούμε εντάσεις και εν δυνάμει εν δυνάμει κρίσεις.
Διότι η βασική μας τοποθέτηση είναι ότι εστιάζουμε πάντοτε σε εκείνα τα οποία είναι αμοιβαία επωφελή. Όμως θα πρέπει να συζητάμε και για θέματα τα οποία είναι δύσκολα και διαφωνούμε χωρίς κατ’ ανάγκην αυτό να δημιουργεί συνθήκες έντασης. Αποτελέσματα υπάρχουν και νομίζω ότι τα αποτελέσματα είναι εμφανή τόσο σε επίπεδο ρητορικής όσο και σε επίπεδο πεδίου. Έχει εκλείψει το τελευταίο δεκάμηνο η οποιαδήποτε εχθροπαθής ρητορική. Έχουμε καταλαγιάζει σε ό, τι αφορά την ένταση η οποία προκαλείται τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και στο πεδίο, αντιλαμβανόμαστε όλοι την αξία του να έχουμε σχεδόν μηδενικές ροές από τα ανατολικά μας σύνορα, όπως επίσης να μην έχουμε παραβιάσεις του εναέριου χώρου. Νομίζω ότι αυτά είναι καταστάσεις οι οποίες είναι πολύ σημαντικές και για την ευημερία του τόπου».
Πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή
Συνέχισε λέγοντας ότι: «Θέλω ιδιαίτερα να τονίσω ότι σε μία εποχή στην οποία οι εχθροπραξίες στην ευρύτερη περιοχή μας δεν έχουν προηγούμενο, νομίζω το να μπορούμε να έχουμε έναν πυλώνα σταθερότητας στη δική μας περιοχή, μία ησυχία είναι εξαιρετικά σημαντικό για το ερώτημα για πόσο θα διαρκέσει, η άποψή μου είναι ότι μπορεί να διαρκέσει. Έχω την αίσθηση ότι ο διάλογος που συντελείται τώρα, με τις όποιες διαφωνίες οι οποίες καταγράφονται, είναι ένας διάλογος ο οποίος είναι ειλικρινής, διέπεται από μία αμοιβαία κατανόηση. Αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουν θέματα στα οποία δεν μπορεί να υπάρξει σύγκλιση και τα θέματα αυτά έχουν και τα δικά τους ιστορικά βάρη. Από την άλλη πλευρά, νομίζω και οι δύο πλευρές κατανοούν ότι ιδιαίτερα σήμερα έχει πολύ μεγάλη αξία να μπορέσουμε να έχουμε μία μεγαλύτερη ησυχία στην περιοχή μας και κυρίως να έχουμε μία μεγαλύτερη προοπτική.
Θέλω να επισημάνω ιδιαίτερα το γεγονός ότι στο βασικό ζήτημα διεθνούς πολιτικής στο οποίο διαφωνήσαμε χθες, που είναι το ζήτημα της Μέσης Ανατολής, αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μία ιδιαίτερα σύνθετη φάση. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επίσης βρίσκεται σε ιδιαίτερα κρίσιμη φάση και θέλω ιδιαίτερα να τονίσω ότι υπάρχουν και πεδία τα οποία εν δυνάμει μπορούν να προκαλέσουν πολύ μεγάλες κρίσεις, ιδιαίτερα προερχόμενα από την Αφρική. Η κατάσταση η οποία υπάρχει σήμερα στην υποσαχάρια Αφρική δημιουργεί συνθήκες πολύ μεγάλης πίεσης και στο μεταναστευτικό και στην οικονομία, αλλά κυρίως στον ανθρωπιστικό τομέα. Το να μπορούμε να συζητούμε με την Τουρκία και να έχουμε αυτή την κατανόηση, νομίζω είναι σημαντικό για όσο κρατήσει και η δική μας προσπάθεια θα είναι να κρατήσει για πολύ».
Η ατζέντα της συζήτησης
Ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως: «Πρώτον, θέματα κυριαρχίας δεν βρίσκονται στη συζήτηση. Η τουρκική πλευρά μπορεί πράγματι να έχει τις δικές της θέσεις που αφορούν την κυριαρχία και τα θέματα τα οποία η ατζέντα η τουρκική πάντοτε περιελάμβανε. Εντούτοις, στη δική μας συζήτηση θέματα κυριαρχίας δεν πρόκειται να ενταχθούν. Δεύτερον, σε ό, τι αφορά την άσκηση των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων, δεν υπάρχει κανένα αντάλλαγμα. Η Ελλάδα ασκεί πλήρως την κυριαρχία της, ασκεί πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Είναι δική μας πεποίθηση ότι μπορούμε να συζητούμε και να βρίσκουμε λύσεις στα ζητήματα χωρίς να απεμπολούμε κανένα μας δικαίωμα. Και δεν έχει υπάρξει καμία απολύτως απεμπόληση δικαιώματος, θα μου επιτρέψετε να πω. Αυτή την στιγμή πράγματι υπάρχει μια πολύ μεγάλη ησυχία στο Αιγαίο.
Νομίζω ότι δεν είναι μακρινές οι εποχές που βιώναμε καταστάσεις ανεξέλεγκτες. Το 2015 – 2016 είχαμε από τα ανατολικά μας σύνορα 1,2 εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες. Η Ειδομένη και η Μόρια δεν είναι πάρα πολύ μακρινά. Επιπλέον, να πω ότι η εχθροπαθής ρητορική ήταν μια καθημερινότητα για την Ελλάδα. Οι αερομαχίες στο Αιγαίο εγκυμονούσαν τους κινδύνους να έχουμε από ατύχημα μια πολεμική σύρραξη. Όλα αυτά είναι πολύ νωπά. Εγώ θέλω να σας πω το εξής Δεν είμαι αιθεροβάμων, ούτε αφελής. Γνωρίζω ότι υπάρχουν πολύ ισχυρές θέσεις της Τουρκίας, οι οποίες ανατρέχουν σε δεκαετίες. Εκείνο το οποίο θέλω είναι να μπορέσουμε να συζητούμε σε ένα πνεύμα διαβουλευτικό, να μπορούμε να διαφωνούμε πολιτισμένα χωρίς να δημιουργούμε εντάσεις και κρίσεις και από την άλλη πλευρά να προωθούμε μια θετική ατζέντα με αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες, οι οποίες μπορούν να προωθήσουν τις διμερείς μας σχέσεις. Καμία απεμπόληση κυριαρχίας, καμία συζήτηση για την κυριαρχία».
Τα θαλάσσια πάρκα
Ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε πως: «Είμαι πάρα πολύ σαφής και επαναλαμβάνω ότι αν έχετε διαπιστώσει το τελευταίο διάστημα την οποιαδήποτε υποχώρηση, παρακαλώ να μου τη θέστε, διότι διαβάζω και τις ανακοινώσεις και της αντιπολίτευσης για διαρκή υποχωρητικότητα, χωρίς να αναφέρεται ούτε ένα έστω στοιχειώδες επιχείρημα και ένα αντικειμενικό δεδομένο. Η απάντηση είναι σαφής. Τα θαλάσσια πάρκα θα γίνουν. Τα θαλάσσια πάρκα είναι ουσιαστικά η επιτομή της προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος, που είναι εξαιρετικά κρίσιμη για τη χώρα μας και είναι εξαιρετικά χρήσιμη κατά τη γνώμη μου για όλες τις μεσογειακές χώρες.
Ήταν επέκεινα του μεγάλου συνεδρίου που έγινε στην Ελλάδα με τη συμμετοχή 125 κρατών και διεθνών οργανισμών για την προστασία των θαλασσών και των ωκεανών. Με δεσμεύσεις περίπου 400 σε ύψος 11,5 δισεκατομμυρίων, η Ελλάδα δήλωσε ότι θα καταστήσει δύο θαλάσσια πάρκα επί τη βάσει περιβαλλοντικών κριτηρίων. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη φάση μελέτης για τον καθορισμό των τεχνικών περιβαλλοντικών κριτηρίων. Όταν ολοκληρωθούν αυτά, τότε τα πάρκα θα τοποθετηθούν στον χάρτη. Είναι ζητήματα τα οποία ανάγονται στην ελληνική κυριαρχία και αφορούν στην πραγματικότητα τη βιωσιμότητα όχι απλά της Ελλάδας, αλλά του πλανήτη».
Το Κυπριακό
Ο κ. Γεραπετρίτης δήλωσε ότι: «Καταρχάς να επισημάνω ότι είναι πεποίθηση τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και της κυπριακής ότι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων συμβάλει θετικά και στις συζητήσεις για το Κυπριακό ζήτημα.
Νομίζω ότι μέσα από τη συζήτηση η οποία διεξάγεται σήμερα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, μπορεί να παραχθεί ένα εξαιρετικά ωφέλιμο αποτέλεσμα και για τις συζητήσεις, οι οποίες γίνονται αυτή τη στιγμή υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Η απάντησή μου θα είναι σαφής Ναι θέσαμε το ζήτημα της Κύπρου. Υπήρξε συζήτηση για το Κυπριακό. Η δικιά μας θέση, είναι ότι θα πρέπει να επανεκκινήσουν οι συζητήσεις μεταξύ των μερών, δηλαδή μεταξύ του Προέδρου Χριστοδουλίδη και του ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας Τατάρ, υπό την αιγίδα της προσωπικής απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών και να γίνει έτσι ώστε να δούμε το πεδίο μέσα στο οποίο θα κινηθούμε.
Και το πεδίο δεν μπορεί να είναι άλλο παρά μόνο τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
Θέλω να πω ότι, μολονότι υπάρχει πράγματι τα τελευταία χρόνια μία αυξημένη ρητορική εκ μέρους της τουρκικής και τουρκοκυπριακής πλευράς σχετικά με μία κυριαρχική ισότητα, η οποία είναι εκτός πλαισίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το κρίσιμο είναι αυτή τη στιγμή και γι αυτό εμείς ασκούμε όλη την επιρροή μας να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουν ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης με τον Τατάρ.
Εκείνο το οποίο θέλω να πω είναι ότι από την πλευρά τη δική μας ασκούνται όλες εκείνες οι διπλωματικές πιέσεις που είναι αναγκαίες.