Ο θάνατος ξεχειλίζει σαν το νερό απ΄ το ποτάμι μετά την πλημμύρα στην «Πόλη της ασφάλτου» (Asphalt city, ΗΠΑ, 2023), όπου «πόλη» είναι το Μπράουνσβιλ του Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, φόντο της καθημερινής «ρουτίνας» δύο εργαζομένων του Παραϊατρικού Σώματος. Στη μία πλευρά ο νεαρός Ολι Κρος (Τάι Σέρινταν) που θέλει να δώσει εξετάσεις για να «προαχθεί» σε νοσηλευτή. Στην άλλη, ο Τζιν Ρουτκόφσκι (Σον Πεν), ο έμπειρος παραϊατρικός που τα έχει δει όλα, που δεν αισθάνεται και τόσο καλά με τον εαυτό του και που προσπαθεί να μεταδώσει τις γνώσεις του στον νεότερο. Τα μάτια των δύο αντρών θα γίνουν το εργαλείο του γάλλου σκηνοθέτη Ζαν Στεφάν Σοβέρ για να αφηγηθεί την ιστορία του, ενώ τα περιστατικά που ζουν καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της.
Μωρά που πεθαίνουν αβοήθητα, πτώματα που έχουν αποσυντεθεί και βρωμάνε μέσα σε μπανιέρες, γυναίκες που βρίζουν με τον χειρότερο τρόπο μέσα στην απελπισία τους, AIDS, τσακωμοί με τις χειρότερες προθέσεις από τις αντίπαλες πλευρές στους δρόμους. Οι δύο κρατικοί υπάλληλοι έρχονται τόσο συχνά και κατά πρόσωπο σε επαφή με την αστική φρίκη (είτε μέσα στο ασθενοφόρο των περιπολιών τους – που συχνά θυμίζει τανκ σε κατάσταση μάχης – είτε έξω από αυτό), που τελικά αναρωτιέσαι αν κάτι από όσα βλέπουν τους αγγίζει πραγματικά. Δεν παύουν ωστόσο να προσπαθούν να κάνουν όσο το δυνατόν καλύτερα τη δουλειά τους, και μάλιστα την ώρα που όλες οι συνθήκες προδιαθέτουν για το ακριβώς αντίθετο. Εδώ εντοπίζεις τη σοβαρή δουλειά που οι ηθοποιοί έχουν κάνει δουλεύοντας εξονυχιστικά τους ήρωές τους. Ο Σοβέρ ενδιαφέρεται τόσο για την «ντοκουμενταρίστικη» καταγραφή των περιστατικών όσο και για την αθέατη πλευρά αυτών των καταστάσεων που είναι ο ψυχικός κόσμος δύο ανθρώπων που στην ουσία παλεύουν για να σώζουν ζωές ρισκάροντας πολλές φορές τη δική τους.
Ολιβερ Τουίστ στην Κολομβία
Σύγχρονοι Ολιβερ Τουίστ στην Κολομβία είναι οι πρωταγωνιστές της ταινίας «Βασιλιάδες του κόσμου» (Los reyes del mundo, διεθνής συμπαραγωγή με βάση την Κολομβία, 2022) της Λάουρα Μόρα Ορτέγκα. Παιδιά χωρίς γονείς, χωρίς σπίτι, χωρίς μοίρα, χωρίς τίποτα, με μόνη ιδιοκτησία το ίδιο το σώμα τους, προσπαθούν από κάπου να πιαστούν για να επιβιώσουν: μέσω ενός προγράμματος επιστροφής ιδιοκτησίας της κυβέρνησης ένα από αυτά τα παιδιά, ο Ρα (Κάρλος Αντρές Καστανέντα), μαθαίνει ότι έχει κληρονομήσει το κτήμα της γιαγιάς του που υπήρξε θύμα αναγκαστικού εκτοπισμού. Ενώ διαθέτει κάποια έγγραφα, θα πρέπει να ταξιδέψει στην ίδια την περιοχή της κληρονομιάς και μόνος του να κινήσει όλη τη γραφειοκρατική διαδικασία για να το αποκτήσει. Αυτό θα είναι επιτέλους το σπίτι του και δεν το θεωρεί μόνο δικό του αλλά και των φίλων του, σημείο έναρξης μιας νέας ζωής για όλους.
Η πορεία του προς την «Ιθάκη», από τη μια άκρη της χώρας στην άλλη, είναι η ταινία της Μόρα, αυτό το πάρα πολύ σκληρό road movie που συνδυάζει την παιδική ανεμελιά με την απότομη ενηλικίωση. Τα παιδιά που στην αρχή ζουν την περιπέτεια, θα «κολυμπήσουν» ξαφνικά στα βαθιά και κάτω από εντελώς απάνθρωπες συνθήκες, εκεί όπου η ζωή δεν έχει καμία αξία. Ο ρατσισμός και η ανθρώπινη εκμετάλλευση δεν θα είναι παρά ψηφίδες στο τεράστιο ψηφιδωτό στο οποίο ανήκουν, ενώ ενδιαφέρον θα έχουν όλοι οι σταθμοί στη σύγχρονη αυτή Οδύσσεια. Οι ηλικιωμένες πόρνες που τους προσφέρουν καταφύγιο, ο γέρος που τους δίνει συμβουλές για το πού ακριβώς βρίσκονται και πόσο προσεχτικοί θα πρέπει να είναι. Κι εσύ να αναρωτιέσαι, βλέποντας αυτό το μαρτύριο να ξεδιπλώνεται μπροστά σου, αλήθεια, δεν έχει τίποτα αλλάξει προς το καλύτερο από την εποχή των «Los Olvidados» του Λουίς Μπουνιουέλ;
Δύο ντοκιμαντέρ
Η «Λώξη» (Ελλάδα, 2023) των Δημήτρη Ζάχου και Θανάση Καφετζή, ένα από τα δύο ντοκιμαντέρ που από σήμερα προβάλλονται στις αίθουσες, παρακολουθεί την καθημερινότητα ενός κοριτσιού στην εφηβεία που πάσχει από σύνδρομο Ντάουν. Ονομάζεται Λωξάνδρα Λούκας και είναι το πρώτο άτομο που έχει ενταχθεί στην «οικογένεια» του Εθνικού Θεάτρου, εκεί όπου η ταινία στο μεγαλύτερο μέρος της την παρακολουθεί καταγράφοντας την προσπάθεια που καταβάλλει για να ενταχθεί κατά τη διάρκεια των προβών του έργου στο οποίο πρόκειται να παίξει. Οι δύο σκηνοθέτες δημιουργούν το άκρως ενδιαφέρον πορτρέτο μιας σύγχρονης μαχήτριας που «είναι ένα playmobil ανάμεσα σε ανθρώπους», όπως χαρακτηριστικά λέει για αυτήν η μητέρα της, ένα πρόσωπο που επίσης έχει τεράστιο ενδιαφέρον καθώς είναι άτομο ανοιχτόμυαλο που έχει το ίδιο αμφιβολίες για το αν το παιδί του είναι έτοιμο να συμπεριληφθεί στον κόσμο. Το επίτευγμα των δύο σκηνοθετών είναι ότι δεν προσπάθησαν να ωραιοποιήσουν καμία κατάσταση, παρά να πουν τα πράγματα όπως ακριβώς είναι. Η Λώξη μπροστά στο laptop, η Λώξη ενώ τρώει με όρεξη, η Λώξη με το κινητό ενώ μιλάει με τον φίλο της, η Λώξη με τις ζήλιες της, με τα παράπονα και τις χαρές της. Στο τέλος της ταινίας ένιωσα ότι πολύ θα ήθελα αυτό το κορίτσι να ήταν φίλη μου.
Eνα κομμάτι μάρμαρο με μεγάλη ιστορία θα γίνει το «εργαλείο» του τούρκου σκηνοθέτη Κερέμ Σολγιουλμάζ για τη δημιουργία του ντοκιμαντέρ «Searching for Rodakis» (Τουρκία, 2022), μιας πολύ ευαίσθητης ταινίας τεκμηρίωσης, η οποία με τον τρόπο της θα γίνει κάτι σαν «γέφυρα» που προσπαθεί να ενώσει τον ελληνικό με τον τουρκικό πολιτισμό. Πάνω στο μάρμαρο που βρέθηκε κάτω από το δάπεδο ενός σπιτιού στο χωριό Καρατζακόι, 100 χιλιόμετρα απόσταση από τη Θεσσαλονίκη, είναι γραμμένο το όνομα Χρυσούλα Ροδάκη. Αυτό θα γίνει το πρόσωπο – κλειδί της ταινίας καθώς ο σκηνοθέτης θα επιστρέψει στο ίδιο αυτό σπίτι όπου «γράφτηκαν» όλες οι παιδικές του αναμνήσεις και θα παθιαστεί μαζί του, αναζητώντας τις ρίζες της.
Μέσα από αυτό το «μικρό» οδοιπορικό σκαλίσματος του παρελθόντος, η ταινία ξετυλίγει αναμνήσεις ανθρώπων που σχετίζονται με ένα μεγάλο ελληνικό ζήτημα: την ανταλλαγή πληθυσμού ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το πολύ ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της ταινίας είναι ότι γυρίστηκε την ίδια περίοδο που ο σκηνοθέτης έκανε την έρευνά του, οπότε καθετί που βλέπουμε είναι ολοζώντανη πραγματικότητα και κάθε έκπληξη απολύτως γνήσια (αργότερα θα γινόταν και θέμα στην ΕΡΤ).
Μάνα και κόρη
Λίγα χρόνια μετά τη «Winona», που παραμένει η καλύτερή του ταινία, ο Boy (Αλέξανδρος Βούλγαρης) σκηνοθέτησε το «Πολύδροσο» (Ελλάδα, 2024) που με φόντο την περιοχή του τίτλου, για την οποία μαθαίνουμε πολλά από έναν αφηγητή που δεν βλέπουμε ποτέ, «αναλύει» μια αρκετά περίπλοκη σχέση μάνας – κόρης. Η Σοφία Κόκκαλη και η (πολύ καλή) Βίκυ Καγιά κρατούν τους αντίστοιχους ρόλους: τις παρακολουθούμε να δηλώνουν την αστείρευτη αγάπη τής μιας προς την άλλη αλλά και να τσακώνονται για ασήμαντες αφορμές, να βλέπουν μαζί παλιές ταινίες στο βίντεο, να χορεύουν σαν παιδιά στο σουπερμάρκετ. Πολλές φορές η μάνα συμπεριφέρεται σαν κόρη και το αντίθετο, εξάλλου κάποια στιγμή ακούμε την κόρη να λέει ότι «η εικόνα της νεότητας της μαμάς μου είναι αυτή που νόμιζα ότι ήταν η εικόνα της δικής μου νιότης».
Ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει αυτήν τη σχέση με αγάπη και σεβασμό, αφαιρετικά αλλά συγχρόνως ποιητικά. Δεν είναι εύκολο να βρεις την άκρη στο μυστήριο που πλανάται στην ατμόσφαιρα, ιδίως όταν ακούμε φράσεις όπως «δεν ήρθες στην κηδεία μου» (μάνα) και «θα έρθω στα γενέθλιά σου» (κόρη). Χωρίς ακριβώς να ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας, η ταινία δεν σου ζητά να την παρακολουθήσεις δίνοντας σημασία στη στρωτή αφήγηση, αλλά σαν μια ιδιαίτερη κινηματογραφική εμπειρία όπου άνθρωποι τρυφεροί κινούνται σε έναν όχι τρυφερό κόσμο.
Ξύλο από το μέλλον
Στην περιπέτεια εκδίκησης «Boy kills world» (ΗΠΑ / Γερμανία, 2023) του Μόριτζ Μορ γίνεται αυτό ακριβώς που δηλώνει ο ξένος τίτλος. Σε ένα δυστοπικό μέλλον όπου κυρίαρχη μορφή είναι μια αδίστακτη γυναίκα (Φάμκε Γιάνσεν) που σκοτώνει ανεξέλεγκτα ό,τι της κάνει κέφι, ένας κωφάλαλος έφηβος εκπαιδεύεται από έναν έμπειρο Ασιάτη στις πολεμικές τέχνες προκειμένου να εκδικηθεί (Μπιλ Σκάρσγκαρντ). Αν και η ιστορία κρύβει κάποιες εκπλήξεις, πολύ σύντομα παύουν να έχουν σημασία διότι το όποιο σενάριο υπάρχει πίσω από αυτή την ταινία, υπάρχει για να υπερασπιστεί αποκλειστικά και μόνο την ασταμάτητη «χορογραφία» μαχών, είτε σώμα με σώμα είτε με διαφόρων ειδών όπλα. Η απόλυτη κινηματογραφική σπατάλη.
Ακόμα τρεις
Προβάλλoνται επίσης οι ταινίες «Η άκρη του νήματος» και «Κλείδωσες; Οι άγνωστοι», τις οποίες η εταιρεία διανομής τους θεώρησε περιττό να παρουσιάσει στους δημοσιογράφους, και σε επανάληψη η κλασική κωμωδία «Στην παγίδα του νόμου» (Down by law, ΗΠΑ, 1984) του Τζιμ Τζάρμους, όπου τρεις δραπέτες (Ρομπέρτο Μπενίνι, Τζον Λούρι, Τομ Γουέιτς) αλωνίζουν την επαρχιακή Αμερική της μοναξιάς και της αποξένωσης.