Σε μια ήπειρο όπως η ευρωπαϊκή, με μακρά ιστορία πόλωσης και βίας, υπάρχει επίσης μια μακρά λίστα από πολιτικές δολοφονίες και απόπειρες δολοφονίας πολιτικών.
Η μνήμη των περισσότερων ανατρέχει αυτομάτως στη δολοφονία του Σουηδού πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε, το 1986. Η τελευταία έως τώρα εν ενεργεία πρωθυπουργού ήταν το 2003, με τη δολοφονία του Σέρβου ευρωπαϊστή Ζόραν Τζίντζιτς.
Εικοσιένα χρόνια μετά, η ιστορία σχεδόν επαναλαμβάνεται με την απόπειρα δολοφονίας του Σλοβάκου πρωθυπουργού, Ρόμπερτ Φίτσο.
Ανάλογη μοίρα είχαν στο πρόσφατο παρελθόν πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί, εντός και εκτός ΕΕ.
Μεταξύ τους, υπάρχουν σαφείς διαφοροποιήσεις.
Όμως τώρα η συγκυρία εγκυμονεί ιδιαίτερους κινδύνους.
Τρεις εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές ο διχασμός, η ρητορική μίσους και η πολιτική βία χτυπούν «κόκκινο», μέσα σε ένα «τσουνάμι» πόλωσης και λαϊκισμού σε μια ΕΕ σε κρίση, με έναν καταστροφικό πόλεμο να διανύει τον τρίτο χρόνο στα εδάφη της Γηραιάς Ηπείρου και έναν δεύτερο εφιαλτικό να μαίνεται για όγδοο μήνα στη μεσανατολική «γειτονιά» της.
Ακόμη «θολή», η επίθεση κατά του ευρωσκεπτικιστή, λαϊκιστή και φιλορώσου Φίτσο αποδίδεται σε πολιτικά κίνητρα και σε έναν 71χρονο «μοναχικό λύκο» -συγγραφέα και πρώην φύλακα ασφαλείας, με άδεια οπλοφορίας και μπερδεμένο πολιτικό προφίλ.
«Δεν συμφωνώ με την κυβερνητική πολιτική», είπε στις κάμερες μετά τη σύλληψή του, στο φόντο μιας χώρας, αλλά και μιας ΕΕ βαθιά διαιρεμένης.
Μένει να φανεί πως θα επιδράσει στη συλλογική συνείδηση η εικόνα του δημόσιου εν ψυχρώ πυροβολισμού του πρωθυπουργού μιας χώρας μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Εντός και εκτός Σλοβακίας, η απόπειρα δολοφονίας καταδικάστηκε εν χορώ ως «επίθεση στη Δημοκρατία».
Όμως στο παρασκήνιο σενάρια οργιάζουν γύρω από την επίθεση κατά ενός διχαστικού πολιτικού, που οι υποστηρικτές του τον θεωρούν ότι υπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα και οι επικριτές του τον σκιαγραφούν ως διεφθαρμένο πολιτικό οπορτουνιστή και εθνικό μειοδότη.
Slovakia’s Prime Minister Robert Fico survived an assassination attempt yesterday after being shot five times by a gunman who was among a small crowd of people waiting to greet the prime minister on the street. pic.twitter.com/7gqZ8tmLoZ
— EDHUB🌍ℹ (@eddie_wrt) May 16, 2024
Δημοκρατική οπισθοδρόμηση
Η απόπειρα δολοφονίας κατά του 59χρονου Ρόμπερτ Φίτσο έγινε ενόσω η κυβέρνηση συνασπισμού της οποίας ηγείται -μεταξύ του σοσιαλδημοκρατικού εθνικιστικού κόμματός του, Smer, και του υπερεθνικιστικού δεξιού Σλοβακικού Εθνικού Κόμματος- προωθεί μια σειρά από διχαστικά μέτρα, πυροδοτώντας πολύμηνες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας.
Μεθοδεύει το κλείσιμο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης RTVS και την δημιουργία νέου φορέα, υπό αυστηρότερο κυβερνητικό έλεγχο.
Το γραφείο του εισαγγελέα κατά της διαφθοράς καταργήθηκε και μειώθηκαν με νόμους ο χρόνος παραγραφής και οι ποινές για συναφείς υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που αφορούν άτομα άμεσα συνδεδεμένα με τον Φίτσο και το SMER.
Ο ίδιος είχε εξαναγκαστεί σε παραίτηση από την πρωθυπουργία το 2018, μετά τη θύελλα αντιδράσεων από τη στυγερή δολοφονία του δημοσιογράφου Γιαν Κούτσιακ και της συντρόφου του, ενώ ερευνούσε σχέσεις της σλοβακικής κυβέρνησης με τη μαφία.
Μόλις πέντε χρόνια αργότερα ωστόσο -εν μέσω ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης στην Ευρώπη και του πολέμου στην Ουκρανία- οι καταγγελίες για διαφθορά έδειχναν να έχουν ξεχαστεί, με τον Φίτσο να επανέρχεται το φθινόπωρο του 2023 στην εξουσία.
Πολιτικός «χαμαιλέοντας» στα 35 χρόνια της πολιτικής καριέρας του -κατά τα οποία μεταλλάχθηκε από κομμουνιστής σε ευρωπαϊστή σοσιαλδημοκράτη και μετέπειτα σε εθνικιστή λαϊκιστή- επανεξελέγη σε μια ευρωσκεπτικιστική πλατφόρμα κοινωνικού συντηρητισμού, εθνικισμού, αντιμεταναστευτικής ρητορικής και με επιδοματική παροχολογία.
Αν και συντάχθηκε με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, η Σλοβακία έγινε επί της τρέχουσας (τέταρτης συνολικά) πρωθυπουργικής θητείας του η πρώτη χώρα που σταμάτησε να στέλνει όπλα στο Κίεβο.
Στηρίζει την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, όχι όμως στο ΝΑΤΟ.
Διατηρεί φιλικές σχέσεις με το Κρεμλίνο και τον εθνικιστή πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν.
Οι επικριτές του αντιτάχθηκαν στις προσπάθειές του να περιορίσει την ξένη χρηματοδότηση οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών με νόμο κατά της «ξένης επιρροής», χαρακτηρίζοντάς τον απειλή για τη δημοκρατία.
Διχαστικός λόγος
Ο Φίτσο επέστρεψε στην εξουσία με τάση «εκδίκησης» για την εκδίωξή του το 2018, έγραψε προ ημερών στον ευρωπαϊκό ιστότοπο VSquare ο Σλοβάκος δημοσιογράφος Τομάς Μαντλιενάκ, ρεπόρτερ του Κέντρου Ερευνών Γιαν Κούτσιακ.
Και είναι πράγματι πολλοί που κατηγορούν τον Σλοβάκο πρωθυπουργό ότι «επενδύει» πλέον στη συγκρουσιακή πολιτική, κάνοντάς την σήμα κατατεθέν του.
Έχει αποκαλέσει ανοιχτά τη φιλοδυτική -απερχόμενη πλέον- πρόεδρο της χώρας, Ζουζάνα Τσαπούτοβα, ως «Αμερικανίδα πράκτορα».
Την κατηγόρησε, χωρίς αποδείξεις, ότι ενεργούσε για λογαριασμό του Αμερικανού μεγαλοεπενδυτή Τζορτζ Σόρος.
Η ίδια κινήθηκε νομικά εναντίον του για συκοφαντική δυσφήμιση. Κατήγγειλε ότι μετά τα σχόλια του Φίτσο δεχόταν απειλές για τη ζωή της.
Δήλωσε ότι δεν είχε πλέον «αρκετή δύναμη» για να διεκδικήσει την επανεκλογή της στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Απριλίου.
Τις κέρδισε ο σύμμαχος του Ρόμπερτ Φίτσο και φιλορωσικών θέσεων, Πίτερ Πελεγκρίνι.
Μετά την απόπειρα δολοφονίας της Τετάρτης κατά του μακροβιότερου πρωθυπουργού της Σλοβακίας, υπουργοί του στοχοποίησαν ως συνυπεύθυνους για την τοξική πολιτική ατμόσφαιρα την αντιπολίτευση και ΜΜΕ της χώρας.
Καταδικάζοντας την επίθεση κατά του Φίτσο, o ηγέτης της κεντρώας αξιωματικής αντιπολίτευσης, Μιχάλ Σιμέτσκα, προειδοποίησε κατά της παραπληροφόρησης, διαψεύδοντας φήμες που κυκλοφορούσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι ο δράστης συνδεόταν με το κόμμα Προοδευτική Σλοβακία.
«Βιώνουμε μια περίοδο που δεν έχουμε ξαναδεί», έγραψε ο ανεξάρτητος ιστότοπος Aktuality.sk, στον οποίο εργαζόταν ο δολοφονηθείς δημοσιογράφος Γιαν Κούτσιακ.
«Η πόλωση της κοινωνίας και η αυξανόμενη ριζοσπαστικοποίηση λαμβάνουν τεράστιες διαστάσεις. Κάθε αξιοπρεπής άνθρωπος πρέπει να καταδικάσει την επίθεση», επεσήμανε.
«Αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εξαπολύσει άλλο κύμα μίσους. Αυτό δεν θα βοηθούσε κανέναν».
Έκρηξη πολιτικής βίας
«Σε ένα ολοένα και πιο δηλητηριώδες πολιτικό κλίμα, το τελευταίο που χρειαζόταν ενόψει των ευρωεκλογών του Ιουνίου ήταν μια απόπειρα δολοφονίας κατά μιας από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του μπλοκ», σχολιάζει το πρακτορείο AP.
«Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις ότι κάποιος μπορεί να γίνει θύμα για τις πολιτικές ιδέες του. Τρεις εβδομάδες πριν από τις εκλογές, αυτό είναι εξαιρετικά ανησυχητικό», δήλωσε ο πρωθυπουργός Αλεξάντερ Ντε Κρο του Βελγίου, που ασκεί το τρέχον εξάμηνο την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ.
Προφανώς, το θέμα δεν είναι μεμονωμένο στη Σλοβακία.
Ο ίδιος ο Ντε Κρο κατέθεσε μόλις την Πέμπτη μήνυση κατά ραδιοφωνικού παραγωγού που, κάνοντας χονδροειδή αστεϊσμό με αφορμή την απόπειρα δολοφονίας του Φίτσο, είπε στους ακροατές του ότι μπορούν και αυτοί εάν θελήσουν «να πυροβολήσουν» τον δικό τους πρωθυπουργό.
Την ίδια ημέρα, στην επίσης πολωμένη Πολωνία, ο πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ δήλωσε ότι δέχθηκε απειλές.
Οι επιθέσεις κατά πολιτικών στην τοξικά διχασμένη Γερμανία έχουν ενταθεί τις τελευταίες ημέρες, με θύματα μέλη των Σοσιαλδημοκρατών και των Πρασίνων και θύτες κυρίως ακροδεξιούς.
Πιο σοκαριστικός ήταν ο άγριος ξυλοδαρμός του Σοσιαλδημοκράτη υποψήφιου ευρωβουλευτή, Ματίας Έκε, στη Δρέσδη. Χρειάστηκε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση.
Βιαιοπραγίες κατά πολιτικών έχουν αναφερθεί το τελευταίο διάστημα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παραμονές των ευρωεκλογών, από τις κάλπες των οποίων αναμένεται να βγει ενισχυμένος ο ακραίος ή/και εξτρεμιστικός λαϊκισμός.
Καλλιεργήθηκε εν μέσω της πανδημίας COVID-19.
Μια αλληλουχία κρίσεων -ενεργειακή, πληθωριστική, μεταναστευτική- έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοκτέιλ στην «Ευρώπη των αξιών».
Οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας βαθαίνουν τον πολιτικό διχασμό.
Η Ευρώπη σε κρίσιμο σταυροδρόμι
«Σε αυτήν την περίοδο πόλωσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο βλέπουμε ότι η ποιότητα του δημοκρατικού λόγου έχει υποχωρήσει και ότι οι πολιτικοί παρουσιάζονται όλο και περισσότερο ως εχθροί, τόσο από άλλους πολιτικούς, όσο και από το ευρύ κοινό», παρατηρεί στο AP ο πολιτικός επιστήμονας Τομ Τενς από το Πανεπιστήμιο του Λέιντεν.
Αν και είναι «αδύνατο να αποσαφηνιστούν πλήρως οι συνέπειες» της απόπειρας δολοφονίας Φίτσο, γράφει το περιοδικό The Spectator, είναι «ασφαλές να πούμε» ότι πρόκειται για «δραματική αλλαγή του παιχνιδιού στην πολιτική της Σλοβακίας και δυνητικά της Κεντρικής Ευρώπης».
Όμως ο προβληματισμός εκτείνεται πολύ πέρα της Ομάδας Βίσεγκραντ (Τσεχία, Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβακία).
Ούτε περιορίζεται στην έκρηξη της πολιτικής βίας.
Στο μικροσκόπιο οφείλει να μπει επίσης η διαδικασία πολιτικής «κανονικοποίησης» των ακραίων λαϊκιστικών κομμάτων στους κόλπους της ΕΕ.
Και δη των ακροδεξιών.
Τα παραδείγματα όλο και πληθαίνουν, τόσο με κυβερνητικές συμπράξεις σε εθνικό (βλ. Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Σουηδία, Φινλανδία), όσο πλέον και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με το ανοιχτό «φλερτ» του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με «παρακλάδια» της ακροδεξιάς.
Σε αυτό το φόντο ανακοινώθηκε στην Ολλανδία η συγκρότηση της πιο δεξιάς κυβέρνησης εδώ και δεκαετίες, με τη συμμετοχή του ακροδεξιού Κόμματος Ελευθερίας του Γκερτ Βίλντερς, περίπου έξι μήνες μετά τη σοκαριστική νίκη του στις βουλευτικές εκλογές.
Για την επίτευξη της συμφωνίας, ο ίδιος εγκατέλειψε τις πρωθυπουργικές φιλοδοξίες του.
Θερίζοντας πάντως «θύελλες» από τη χρόνια μισαλλόδοξη ρητορική του, έχει πλέον το υψηλότερο επίπεδο προστασίας ασφαλείας για Ολλανδό πολιτικό εδώ και δύο δεκαετίες.
«Τις ημέρες που ακολουθούν την επίθεση κατά του Φίτσο, το κοινό θα ακούσει πιθανότατα πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη να ζητούν “πολιτισμό” στην πολιτική και να καταδικάζουν τον ριζοσπαστισμό», σχολιάζει το CNN.
Όμως «οι ευρωεκλογές του επόμενου μήνα και ο διάλογος που θα μεσολαβήσει θα δείξουν πόσο σοβαρά προσπαθούν να κατευνάσουν τις πολιτικές εντάσεις».