Οι πέντε σφαίρες οι οποίες έφυγαν το απόγευμα της Τετάρτης από το περίστροφο του δράστη της δολοφονικής απόπειρας κατά του πρωθυπουργού της Σλοβακίας δεν είχαν τίποτα το πολιτισμένο ή, πολύ περισσότερο, το «ποιητικό». Παρά δε το γεγονός ότι ο Ρόμπερτ Φίτσο είχε, όπως όλα έδειχναν χθες βράδυ, σοβαρές πιθανότητες να κερδίσει τη μάχη για τη ζωή (μετά το πολύωρο χειρουργείο νοσηλευόταν σε «πολύ σοβαρή» αλλά σταθερή κατάσταση, ενώ είχε επικοινωνία με το περιβάλλον), ο προβληματισμός για την επόμενη ημέρα είναι ιδιαιτέρως έντονος, καθώς είναι ορατή η απειλή της πρόκλησης ενός ντόμινο δυσμενών πολιτικών εξελίξεων στη χώρα και την Ευρώπη.
Αυτό, μάλιστα, είναι που ανησυχεί και τις Βρυξέλλες και πολλές ακόμη πρωτεύουσες, μιας και έχει αποδειχθεί ότι οι κρίσεις δεν γνωρίζουν σύνορα – κάτι που ήρθε να αποδείξει και η χθεσινή ανάρτηση στο Χ του πρωθυπουργού της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ, ότι τις τελευταίες ώρες έχει δεχθεί πολλά απειλητικά μηνύματα για τη ζωή του. Εξάλλου, ο Φίτσο μπορεί μεν να μην έχει σχέση με τον… αρχιδούκα Φερδινάνδο, του οποίου η δολοφονία στο Σαράγεβο, στις 18 Ιουνίου 1914, αποτέλεσε το έναυσμα για το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όμως οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι η Ευρώπη έχει εισέλθει σε μια επικίνδυνη περίοδο γεωπολιτικής, οικονομικής, αλλά και πολιτισμικής περιδίνησης, από την οποία θεωρείται βέβαιο ότι θα εξέλθει πολύ αλλαγμένη – και, πιθανότατα, προς το χειρότερο.
Ας γίνουμε πιο σαφείς. Σε μια εποχή που ο πόλεμος μαίνεται έξω από τις πύλες της Γηραιάς Ηπείρου, τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Μέση Ανατολή, που οι ανταγωνισμοί ακόμη και εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης εντείνονται (εξαιτίας και των πολέμων), που εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες έχουν «γονατίσει» και δείχνουν να έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στους παραδοσιακούς «θεσμούς» και τις πάλαι ποτέ κυρίαρχες αξίες, που η διαφθορά στα ανώτατα κλιμάκια κάνει θραύση και οι εθνικισμοί ρίχνουν νερό στον μύλο της Ακροδεξιάς και τείνουν να καταστήσουν το «αφήγημά» της κυρίαρχο (ακόμη και στα προγράμματα εκείνων που την αποκηρύττουν…), η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να δει τις πολιτικές δολοφονίες να επιστρέφουν στην καθημερινότητά της.
Ο Φίτσο και ο Κούτσιακ
Αναμφίβολα, η επίθεση κατά του Φίτσο δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Ποιος μπορεί να ξεχάσει, άλλωστε, δολοφονίες όπως του Αλντο Μόρο το 1978 ή του Ούλοφ Πάλμε το 1986 – ακόμη και τη δολοφονική απόπειρα κατά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε το 1990, που τον καθήλωσε στο αναπηρικό καροτσάκι για το υπόλοιπο της ζωής του; Προφανώς κανείς. Μόνο που στην περίπτωση Φίτσο υπάρχουν ορισμένες σημαντικές διαφορές, που χτυπούν αυτομάτως καμπανάκι. Κυρίως, το γεγονός ότι ύστερα από σχεδόν δύο δεκαετίες σχετικής πολιτικής «ηρεμίας», η βία μοιάζει να κερδίζει πάλι έδαφος σε όλα τα επίπεδα – όπως επίσης και τη διαπίστωση ότι οι ισορροπίες είναι πλέον τόσο λεπτές που ένα τέτοιο γεγονός ίσως και να αρκούσε για να τις τινάξει στον αέρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Σε αυτό το φόντο, είναι προφανές ότι ορισμένες χώρες βρίσκονται σε πιο δύσκολη θέση από άλλες. Ανάμεσά τους συγκαταλέγεται και η Σλοβακία – «οι ρίζες για την απόπειρα κατά του Φίτσο βρίσκονται στους πικρούς διχασμούς εντός της Σλοβακίας», όπως διαπίστωνε χθες σχετική ανάλυση του Politico. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι ο υπουργός Εσωτερικών φρόντισε να δώσει δραματικούς τόνους σε όσα συμβαίνουν: «Θέλω να απευθυνθώ στο κοινό, τους δημοσιογράφους και όλους τους πολιτικούς, ώστε να σταματήσουν να εκπέμπουν το μίσος. Βρισκόμαστε στο χείλος ενός εμφυλίου πολέμου» είπε χαρακτηριστικά ο Μάτους Σούταϊ Εστοκ.
Αυτή η απόπειρα «θα αλλάξει για πάντα τη Σλοβακία», εκτιμούσε από την πλευρά του το Spectator, υπενθυμίζοντας ότι «ο Φίτσο δεν είναι απλώς ένας πολιτικός. Είναι η κεντρική φυσιογνωμία του πολιτικού σκηνικού της Σλοβακίας τα τελευταία 20 χρόνια». Τον χαρακτήρισε δε ως «αδίστακτο και πολωτικό», κάτι με το οποίο μάλλον θα συμφωνήσουν πολλοί. Το ίδιο θα έκανε, κατά πάσα πιθανότητα, και ο Γιαν Κούτσιακ, ο ερευνητής δημοσιογράφος που δολοφονήθηκε το 2018 μαζί με τη σύντροφό του, σε μια στιγμή που όλα έδειχναν ότι είχε ξετυλίξει επικίνδυνα πολύ (όπως και η Δάφνη Καρουάνα Γκαλίτσια στη Μάλτα) τον μίτο που οδηγεί στον πυρήνα του συστήματος διαφθοράς που έχει οικοδομηθεί και λυμαίνεται τη χώρα.
Τι όπλισε το χέρι του δράστη;
«Δεν έχω απολύτως καμία ιδέα ποια ήταν η πρόθεση του πατέρα μου, τι είχε σχεδιάσει, ούτε τι συνέβη». Αυτό δήλωσε στο ενημερωτικό σλοβακικό Μέσο Akruality.sk ο γιος του ανθρώπου ο οποίος θα καθίσει στο σκαμνί κατηγορούμενος για τη δολοφονική απόπειρα κατά του Φίτσο. Ο ίδιος πρόσθεσε, επίσης, πως το μοναδικό που γνωρίζει από πρώτο χέρι είναι ότι ο Γιουράι Τσιντούλα δεν έχει ψηφίσει ποτέ στις εκλογές το SMER, το κόμμα του Φίτσο, ενώ ποτέ δεν έχει εκδηλώσει συμπτώματα ψυχικής ή πνευματικής διαταραχής που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να δικαιολογήσουν την πράξη του.
Το σίγουρο είναι πως ούτε οι Αρχές της Σλοβακίας γνωρίζουν τι ακριβώς ήταν αυτό που όπλισε το χέρι του φερόμενου ως δράστη, ο οποίος συνελήφθη επιτόπου και δευτερόλεπτα μετά τους πυροβολισμούς από την αστυνομία και τη φρουρά του πρωθυπουργού. Παρά το γεγονός ότι ο υπουργός Εσωτερικών επικαλέστηκε ήδη «σαφές πολιτικό κίνητρο» και έκανε λόγο για ένα «μοναχικό λύκο», είναι προφανές ότι η μοναδική σχετική ανάρτησή του στο Facebook – «δεν συμφωνώ με την κυβερνητική πολιτική» – και η συμμετοχή του σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις δεν αρκούν για να στηρίξουν τον ισχυρισμό του, με τους πάντες να αναμένουν τα αποτελέσματα των εντατικών ερευνών.
Σε κάθε περίπτωση, ο λογοτεχνικός όμιλος Rainbow Literary Club του Λέβιτσε, της πόλης στην οποία διέμενε ο συλληφθείς, έσπευσε άμεσα να καταδικάσει την ενέργειά του και να τον διαγράψει, υπογραμμίζοντας ότι ουδέποτε είχε εμπλοκή με τα πολιτικά δρώμενα της χώρας. Σημειώνεται πως ο Τσιντούλα – πρώην φρουρός ασφαλείας, μια ιδιότητα που τον είχε βοηθήσει να αποκτήσει νόμιμα άδεια οπλοκατοχής – είχε εκδώσει τρεις ποιητικές συλλογές, ενώ είναι μέλος και της Κοινωνίας των Συγγραφέων της Σλοβακίας.