«Εγώ μπορώ να κάνω πράξη την ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς, ο Κασσελάκης μπορεί;» – αυτή η φράση του Νίκου Ανδρουλάκη πριν από λίγες μέρες (ΕΡΤ) σήμανε και επισήμως έναν ακόμα κύκλο συζήτησης για το μέλλον του προοδευτικού χώρου μετά τις ευρωεκλογές, ο οποίος ωστόσο είχε έτσι κι αλλιώς ξεκινήσει: μερικές εβδομάδες πριν από τις κάλπες του Ιουνίου, ένα από τα διακυβεύματα για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ είναι ποιος θα είναι αυτός που θα αναλάβει την πρωτοβουλία ώστε η Κεντροαριστερά να γίνει κυβερνητικά ανταγωνιστική στη ΝΔ, σπάζοντας την ανισομέρεια που κυριαρχεί ανάμεσα στην κυβερνητική πλειοψηφία και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κι αυτό, σε μια εκδοχή του, αφορά την πρωτοβουλία σε μια επιχείρηση διαλόγου των κοινωνικών και κομματικών προοδευτικών δυνάμεων.
Το σενάριο αυτό, σ’ αυτή τη χρονική φάση, συζητείται σε θεωρητικό επίπεδο, γιατί κανείς δεν έχει στα χέρια του το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Η διαρκής υπενθύμιση όσων, στον βρασμό της προεκλογικής περιόδου, αναγνωρίζουν τη σημασία που θα έχει η 9η Ιουνίου για την επόμενη ημέρα στην Κεντροαριστερά είναι πως τα δύο κόμματα είναι ευθέως ανταγωνιστικά, διεκδικούν τον πρώτο ρόλο στον ευρύτερο χώρο. Ο Στέφανος Κασσελάκης από τη μεριά του μιλάει για τη σύγχρονη Αριστερά που περιλαμβάνει την Κεντροαριστερά, διατείνεται πως προοδευτικός πόλος στην Ελλάδα είναι ένας και δεν είναι άλλος από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης υπογραμμίζει σχεδόν σε κάθε του εμφάνιση τη σημασία της επιστροφής του ΠΑΣΟΚ στο δικομματικό σκηνικό, γιατί έτσι θα μπορέσει να πάρει και τις πρωτοβουλίες που χρειάζεται η ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς – κατά βάση, με κοινωνικούς όρους, που ωστόσο αναπόφευκτα ανοίγει τη συζήτηση για τη σύγκλιση των κομμάτων που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την απαρτίζουν.
Ολέθριες σχέσεις
Με άλλο ύφος και άλλου είδους επικοινωνία και οι δύο πλευρές στο ίδιο κοινό απευθύνονται: η χρήση της φράσης Δημοκρατική Παράταξη τόσο από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ δείχνουν τόσο τη μετωπικού ύφους αντιπαράθεση που θέλουν να ανοίξουν με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη όσο και τους ψηφοφόρους που προσδοκούν να κερδίσουν. Οι σχέσεις μεταξύ των ηγεσιών, μετά τις εκατέρωθεν αντεγκλήσεις, είναι εξίσου ανταγωνιστικές. O Κασσελάκης συνηθίζει να επικρίνει τον Ανδρουλάκη για μια σειρά χειρισμούς εντός και εκτός Βουλής, ακόμα και για το ζήτημα της παρακολούθησής του, με τρόπο που η Χαριλάου Τρικούπη περιέγραψε ως «unfair», την ώρα που ο Ανδρουλάκης κατηγορεί τον Κασσελάκη για αντιπολίτευση λαϊφστάιλ – και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν το ίδιο επιχείρημα η μία απέναντι στην άλλη, πως με τη στάση της διευκολύνει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Πρόβλημα τρίτο για την ανασύνθεση μετά τις εκλογές: στις ευρύτερες δυνάμεις που θα μπορούσαν να μπουν σε διάλογο η μία με την άλλη, υπάρχει κακό προηγούμενο. Βασικότερο παράδειγμα; Σε κοινωνικό, συνδικαλιστικό και πολιτικό επίπεδο, οι δυνάμεις που παρέμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ και προέρχονται από τη διεύρυνση που έγινε τα προηγούμενα χρόνια, υπό την προηγούμενη ηγεσία, αρνούνται να συμμετάσχουν σε πλαίσιο συνεργασίας με τα στελέχη της Νέας Αριστεράς.
Αναπόφευκτος ο διάλογος
Ανάμεσα στα ζητήματα που ανακύπτουν, όμως, παρεμβάλλεται η πραγματικότητα την οποία επικαλούνται όλα τα στελέχη των δύο πλευρών που τάσσονται υπέρ της ώσμωσης: αν στις ευρωεκλογές δεν διαφανεί πως είτε ο ΣΥΡΙΖΑ είτε το ΠΑΣΟΚ παίρνουν καθαρά κεφάλι για να ηγηθούν της προσπάθειας της Κεντροαριστεράς (όχι μόνο στη μεταξύ τους διαφορά, αλλά και στην απόσταση του δεύτερου από τον πρώτο) τότε η απόπειρα διαλόγου μεταξύ τους είναι σχεδόν αναπόφευκτη, γιατί με κάποιον τρόπο θα πρέπει να προκύψει ένας αντίπαλος που να θεωρείται επικίνδυνος για τη ΝΔ. Το συγκεκριμένο σε αυτήν την περίπτωση, εκτιμούν τα ίδια στελέχη, δεν θα αφορά μόνο τους κομματικούς μηχανισμούς – είναι ενδεικτικό το μεικτό πλήθος που είχε μαζευτεί στην περίφημη συνάντηση των τριών στελεχών (Ε. Αχτσιόγλου – Δ. Τεμπονέρας – Μ. Χριστοδουλάκης) που είχε σηκώσει σκόνη πριν από μερικούς μήνες, αλλά και η ευρύτερη συζήτηση που προκαλείται, ακόμα και σε επίπεδο αγοράς, για την ανάγκη ισορροπίας στο πολιτικό σύστημα. Χαρακτηριστικά, στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Επιχειρηματικότητας που διοργανώνουν το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών και η ΓΣΕΒΕΕ (στα οποία οι κεντροαριστερές παρατάξεις είναι ισχυρές) στις 25 Μαΐου, λίγη ώρα μετά την εισαγωγική ομιλία του σοσιαλδημοκράτη πρώην προέδρου της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ, ο ένας μετά τον άλλον Κασσελάκης και Ανδρουλάκης θα μιλήσουν στους συνέδρους για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ το ίδιο απόγευμα ομιλητής είναι και ο Αλέξης Χαρίτσης – η Νέα Αριστερά δεν είναι αρνητική στις συγκλίσεις μετά την κάλπη, ειδικά αν έχει μετρηθεί και έχει κερδίσει μία έδρα στο Στρασβούργο.
Παράθυρο για σύγκλιση
Αλλη μία πρόσφατη φράση του Ανδρουλάκη, πάντως, άνοιξε ακόμα ένα παράθυρο πιθανοτήτων για την επομένη των ευρωεκλογών. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ανέφερε πως φιλοδοξεί μεν με το αποτέλεσμα που θα υπάρξει να προκύψει «ισχυρή, αξιόπιστη αντιπολίτευση που να μπορεί να είναι και η επόμενη κυβέρνηση στις επόμενες εθνικές εκλογές», ωστόσο προτεραιότητά του «είναι να ανοίξει ένας διάλογος με τις πραγματικές προοδευτικές δυνάμεις σε κάθε περίπτωση». Δεν είναι λίγοι εκείνοι εντός της Κεντροαριστεράς που ερμήνευσαν αυτή τη φράση ως πρόθεση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ οι διαδικασίες διαλόγου και καλέσματος των προοδευτικών δυνάμεων να εκκινηθούν από τον Ανδρουλάκη έτσι κι αλλιώς, ανεξαρτήτως της θέσης που έχει πάρει το κόμμα του στις ευρωεκλογές. Σε αυτό το σενάριο, το πρίσμα του καλέσματος θα είναι διαφορετικό, με αντίπαλο όχι μόνο τη ΝΔ του Μητσοτάκη, αλλά και τη διαφύλαξη του προοδευτικού χώρου από την επέλαση του λαϊκισμού, μαζί με όσους συντάσσονται σ’ αυτόν τον στόχο, ενδεχομένως ακόμα και με υποχωρήσεις για να συσπειρωθούν όσο περισσότεροι γίνεται.