Νίκος Σηφουνάκης
πρόεδρος του Μουσείου – Ελαιοτριβείου (τ. Βρανά) στη Λέσβο
Η παραγωγή λαδιού στον 3ο αι. π.Χ. και το 1900
Το μουσείο κατά την ελληνική ιστορία είναι ο χώρος όπου καλλιεργούνται οι τέχνες και τα γράμματα και κατά τη ρωμαϊκή εποχή χώρος και για φιλολογικές συζητήσεις.
Ολοκληρωμένο μουσείο κατά την αρχαιότητα υπήρξε το Μουσείο της Αλεξάνδρειας που δημιούργησε ο βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος Α’. Από την Αναγέννηση και μετά η έννοια του μουσείου απέκτησε τη σημερινή της μορφή κυρίως με τις ιδιωτικές συλλογές της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας. Τα κρατικά μουσεία ανά τον κόσμο δημιουργήθηκαν τους τελευταίους αιώνες με την οργάνωση Αρχαιολογικών Υπηρεσιών, για να προστατέψουν και να φυλάξουν τα ανασκαφικά ευρήματα κυρίως της κλασικής αρχαιότητας. Μεικτά μουσεία ή θεματικά – αν εξαιρεθεί το Πολυμουσείο Μπενάκη – η χώρα μας δεν διέθετε μέχρι τη δεκαετία του ’60, οπότε ιδιώτες και φορείς δημιούργησαν χώρους για εξειδικευμένες συλλογές, λαογραφικές, εθνολογικές, ιστορικές, ναυτικές, κ.ά.
Στη Λέσβο αρχές της δεκαετίας του ’80 η Νομαρχία ξεκίνησε μια προσπάθεια διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς που άνθισε στα τέλη του 19ου αιώνα – αρχές του 20ού, με την αναστήλωση και λειτουργία τους ως πολυχώρων πολιτισμού σε πέντε εγκαταλελειμμένα βιομηχανικά συγκροτήματα που στην πορεία υπήρξε αδυναμία της τοπικής Αυτοδιοίκησης να ολοκληρώσει το εγχείρημα. Τότε και το Πολιτιστικό Ιδρυμα της Τράπεζας ΕΤΒΑ, δημιούργημα του αείμνηστου διοικητή της Κώστα Σοφούλη, έστησε σε στέρεα βάση τα πρώτα θεματικά μουσεία στις περιφέρειες της χώρας, όπως το Μουσείο Μεταξιού στο Σουφλί, το Μουσείου του Υδρόμυλου στη Δημητσάνα, κ.ά. Το Μουσείο-Ελαιοτριβείο (τ. Βρανά) στη Λέσβο της Πολιτιστικής Εταιρείας Αρχιπέλαγος βρίσκεται στην περιφέρεια του νησιού. Αποκτήθηκε από μια ομάδα επώνυμων πολιτών οι οποίοι θέλησαν να διασώσουν το παλαιό βιομηχανικό συγκρότημα της πρώτης βιομηχανικής περιόδου που οικοδομήθηκε στα 1887 από την οικογένεια του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη και συμπλήρωσε εκατόν σαράντα χρόνια ζωής. Το Αρχιτεκτονικό και Μηχανολογικό Μνημείο – ερείπιο – αναστηλώθηκε και διαμορφώθηκε σε μουσείο χάρη στην ένταξή του σε ευρωπαϊκά προγράμματα και στη συνεισφορά των μελών του και ιδιωτών χορηγών. Είκοσι χρόνια λειτουργεί σε καθημερινή βάση ακόμα και στην περίοδο της COVID-19 και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι πολλά. Τα έσοδά του μετά δυσκολίας καλύπτουν το ετήσιο τιμολόγιο της ΔΕΗ, βεβαίως ελάχιστα μουσεία ισοσκελίζουν τον προϋπολογισμό λειτουργίας τους, και αυτό ισχύει και για τα ιδιωτικά και για τα δημόσια.
Το νησί της Λέσβου δεν είναι τουριστικός προορισμός, υστερεί σε ξενοδοχειακή υποδομή, και αυτό καθιστά ακόμα δυσκολότερη τη λειτουργία του. Η τοπική και περιφερειακή Αυτοδιοίκηση αδυνατεί να συνδράμει οικονομικά στο ελάχιστο και ουδέποτε το έπραξε έως σήμερα, και βέβαια ισχυρίζεται ότι το θεσμικό πλαίσιο δεν της το επιτρέπει. Ας το αλλάξει λοιπόν η εκτελεστική εξουσία θέτοντας αξιοκρατικές προϋποθέσεις για τα μουσεία της ακριτικής χώρας. Οι ιδιωτικές χορηγίες χρόνο με τον χρόνο λιγοστεύουν και απομένει μόνο η ενίσχυση του υπουργείου Πολιτισμού.
Ο φορέας μας επιθυμεί να συνεχίσει την προσπάθεια εκείνων των σημαντικών Ελλήνων που συνέδραμαν στη δημιουργία του, όπως οι αείμνηστοι Ν. Κούνδουρος, Α. Δεληβορρίας, Ν. Μάργαρης. Το Μουσείο πρόσφατα ανακαινίστηκε πλήρως και αναδιατάχθηκε η μουσειολογική του παρουσίαση και εξακολουθεί να τέρπει τον επισκέπτη, ο οποίος μπορεί να δει ζωντανά:
– Πώς γινόταν η έκθλιψη της ελιάς και η παραγωγή του λαδιού στα 1900 με τα τότε μηχανήματα σε πλήρη λειτουργία.
– Τον σπάνιο Αρχαίο Διπλό Λίθινο Ληνό του 3ου αιώνα π.Χ.
– Το πλήρες Αρχείο του Ελαιοτριβείου 1887-1970.
– Τον εκθεσιακό χώρο «Η Λέσβος του Ελύτη»
Στα επόμενα εκατόν σαράντα χρόνια η ιστορική και πολιτιστική αξία αυτού του μουσείου-μνημείου θα είναι πολλαπλάσια.
Τζίνα Καρέλια
διευθύντρια του μουσείου Συλλογή Ελληνικών Ενδυμασιών «Βικτωρία Γ. Καρέλια» στην Καλαμάτα
Η σπάνια φορεσιά των Αρβανιτόβλαχων και το νυφικό του Μετσόβου
Η Συλλογή Ελληνικών Ενδυμασιών «Βικτωρία Γ. Καρέλια» αποτελεί καρπό της πολυετούς συλλεκτικής προσπάθειας της Βικτωρίας Καρέλια, ιδρυτικού μέλους και επί σειρά ετών προέδρου του Λυκείου των Ελληνίδων Καλαμάτας. Η Συλλογή, που στεγάζεται σε διατηρητέο κτίριο στο ιστορικό κέντρο της πόλης, είναι μία από τις πληρέστερες στην Ελλάδα, ενώ περιλαμβάνει δυσεύρετα δείγματα ενδυμασιών και εξαρτημάτων.
Ανάμεσα στις φορεσιές των νομαδικών πληθυσμών ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει μία εξαιρετικά σπάνια φορεσιά, τη μόνη εκτιθέμενη του είδους της στον ελλαδικό χώρο. Πρόκειται για τη βαριά, μάλλινη φορεσιά των Αρβανιτόβλαχων της Ηπείρου, η οποία χαρακτηρίζεται από τον ιδιότυπο κεφαλόδεσμο, το τσιουπάρι, ένα επιβλητικό κυλινδρικό κεφαλοκάλυμμα, ύψους τριάντα εκατοστών, που κατασκευάζεται από χαρτόνι, επενδύεται με δέρμα, στολίζεται με καψούλια και φέρει μπροστά εγχάρακτο έλασμα, την κορόνα, που στολίζει σαν διάδημα το μέτωπο της νύφης. Συμπληρώνεται με ένα μαντίλι, την τσιτσιρόνια, που κρέμεται στην πλάτη σαν πέπλο. Στη μέση και στα άκρα της κορόνας εικονίζονται τα μαγικά σύμβολα της μυθικής μητέρας των Αρβανιτόβλαχων, νεράιδας Τζίντας, ο Αυγερινός, η βελανιδιά και το φεγγάρι. Σύμφωνα με την παράδοση, η κορόνα είχε μαγικές ικανότητες. Μέσω αυτής οι γυναίκες αποκτούσαν υπερφυσικές ιδιότητες, συνομιλούσαν με τους νεκρούς ή κατέβαζαν το φεγγάρι και το «άρμεγαν» ζητώντας του να εκπληρώσει επιθυμίες.
Ανάμεσα στις φορεσιές με σαγιά, ο επισκέπτης ανακαλύπτει μία σπάνια καραγκούνικη φορεσιά παλαιότερου τύπου από την περιοχή Παλαμά-Σοφάδων, η οποία φορέθηκε έως το 1900-1905. Η ιδιαιτερότητά της έγκειται στο κόψιμο του σαγιά, χωρίς πιέτες δεξιά και αριστερά, όπως οι νεότεροι σαγιάδες, αλλά και στο ιδιαίτερο κέντημα με ταμπιλαρισμένο κόκκινο χρώμα, το μπουχασί, στα μπροστινά τμήματα, τα φτερούγια ή μπροστούρια, τα οποία η καραγκούνα γύριζε προς τα πίσω αποκαλύπτοντας το κέντημα. Το πουκάμισο διαφέρει επίσης από το νεότερο, καθώς δεν διαθέτει τις πυκνές φούντες κατά μήκος του κεντήματος, τα διασόφουντα, αλλά μόνο μερικές μικρές φουντίτσες στις ραφές. Ιδιότυπος είναι και ο επιβλητικός κεφαλόδεσμος με τη σκούφια και τον τσιαλμά, ο οποίος αργότερα αντικαταστάθηκε από την μπερέτα. Πάνω στη σκούφια δένεται ένα ταινιόσχημο κομμάτι υφάσματος με μεταξωτό κέντημα που καταλήγει σε χοντρά, μεταξωτά κρόσσια, ενώ το σύνολο συμπληρώνουν τα κοσμήματα της σκούφιας.
Ανάμεσα στις φορεσιές με φουστάνι ο επισκέπτης συναντά μία ακόμα σπάνια φορεσιά. Πρόκειται για την παλιά νυφική φορεσιά του Μετσόβου, η οποία, σε αντίθεση με τη νεότερη και πιο διαδεδομένη εκδοχή της, χαρακτηρίζεται από τον εντυπωσιακό, περίτεχνο κεφαλόδεσμο με τα περούκλια ή τις κόσες, τις ψεύτικες κοτσίδες που στερεώνονται στο πάνω μέρος του κεφαλιού και στολίζονται με σειρές αλυσίδων με φλουριά. Ο πλούτος, αποτέλεσμα της οικονομικής ανάπτυξης του Μετσόβου λόγω της έντονης κτηνοτροφικής δραστηριότητας των βλάχων κατοίκων του, αντανακλάται σε ολόκληρη τη φορεσιά, φτιαγμένη από εισαγόμενα, μεταξωτά υφάσματα σε απροσδόκητους χρωματικούς συνδυασμούς.
Τα σπάνια εκθέματα της συλλογής συμπληρώνονται από εκθέματα μοναδικά για την ιστορική τους αξία. Μία μεγαλόπρεπη επίσημη ενδυμασία υπασπιστή του Οθωνα εντυπωσιάζει τον επισκέπτη με την άριστη κατάστασή της. Την ενδυμασία χαρακτηρίζουν η μπλε φέρμελη με τον ντουλαμά και τις περικνημίδες στο ίδιο χρώμα, ασημοκεντημένα όλα με τεχρίλια και γαϊτάνια, το ασπρογάλαζο ριγωτό ζωνάρι και η κυρτή πάλα με το ασημένιο σκαλιστό θηκάρι. Μια αστική ενδυμασία τύπου Αμαλία, η οποία ανήκε στην καλαματιανή Ρουμπίνη Πανταζοπούλου το γένος Εφεσίου, γυρίζει τον επισκέπτη στο ιστορικό παρελθόν. Φορώντας την ενδυμασία αυτή, η Ρουμπίνη Πανταζοπούλου υποδέχθηκε τον βασιλιά Οθωνα και τη βασίλισσα Αμαλία στο σπίτι της, όπου φιλοξενήθηκαν κατά την επίσκεψή τους στην Καλαμάτα (Δωρεά Αναστασίας Πανταζοπούλου-Πήλιουρα). Μία κυρτή πάλα σε ασημένιο θηκάρι από την εποχή της Επανάστασης, που ανήκε στην οικογένεια Καπετανάκη από τη μεσσηνιακή Μάνη, δεν μπορεί παρά να συγκινήσει τον επισκέπτη. Στο θηκάρι μπορεί κανείς να δει χαραγμένο το όνομα «ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ 1829» και τη φράση «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ‘Η ΘΑΝΑΤΟΣ».
Ντάρια Κοσκόρου
διευθύντρια – επιμελήτρια του Μουσείου Καποδίστρια – Κέντρου Καποδιστριακών Μελετών στην Κέρκυρα
Η μεγαλύτερη συλλογή προσωπικών αντικειμένων του Καποδίστρια
Το Μουσείο Καποδίστρια – Κέντρο Καποδιστριακών Μελετών στην Κέρκυρα αποτελεί το μοναδικό μουσείο αφιερωμένο στον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας. Στεγάζεται στην Κουκουρίτσα, ένα από τα οικογενειακά κτήματα των Καποδίστρια, στο οποίο έζησε και ο κυβερνήτης για ένα διάστημα. Σήμερα η Κουκουρίτσα αποτελεί κηρυγμένο διατηρητέο μνημείο, όπου στην παλιά ισόγεια οικία των Καποδίστρια φιλοξενείται η βιογραφική έκθεση για τον Ι. Καποδίστρια, ενώ στον κήπο της προσφέρονται ευκαιρίες γνωριμίας με την ιστορία και απόλαυσης της κερκυραϊκής εξοχής.
Το Μουσείο Καποδίστρια υπήρξε το όραμα μιας σπουδαίας Κερκυραίας, της Μαρίας Καποδίστρια – Δεσύλλα (1898-1980), απογόνου του κυβερνήτη (δισεγγονής του μικρότερου αδελφού του) και πρώτης εκλεγμένης γυναίκας δημάρχου στην Ελλάδα (1956-59), η οποία δώρισε το ακίνητο και ιστορικά κειμήλια των Καποδίστρια σε τρία σημαντικά ιδρύματα της Κέρκυρας – την Αναγνωστική Εταιρεία Κερκύρας, τη Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας (Παλαιά) και την Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών – ώστε να λειτουργήσουν εκεί ένα μουσείο αφιερωμένο στο «σπουδαίο τέκνο του τόπου», με την ευχή στο μέλλον να στεγαστεί εκεί το Αρχείο Καποδίστρια. Το Μουσείο Καποδίστρια – Κέντρο Καποδιστριακών Μελετών ιδρύθηκε το 1981. Ως φορέας αποτελεί έναν ιδιωτικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό, μη συνδεδεμένο με κάποιο κληροδότημα ή οποιαδήποτε σταθερή κρατική επιχορήγηση. Αρχικά, λόγω παντελούς έλλειψης πόρων, υπολειτουργούσε, αλλά με τη στήριξη ορισμένων υποστηρικτών – με κύριο τον μεγάλο ευεργέτη κ. Χρήστο Φωκά –, επιχορηγήσεις και ένταξη σε επενδυτικά προγράμματα κατάφερε πρόσφατα ο φορέας να αναβαθμίσει τις υποδομές και να εκσυγχρονίσει τις υπηρεσίες που προσφέρει. Τον Οκτώβριο 2017 το Μουσείο Καποδίστρια εγκαινίασε την πλήρως ανανεωμένη λειτουργία του με μια λαμπρή τελετή που τέλεσε ο τότε ΠτΔ κ. Προκόπης Παυλόπουλος. Εκτοτε λειτουργεί ως ένας σύγχρονος φορέας πολιτισμού, με ποικίλες ερευνητικές, εκπαιδευτικές και ψυχαγωγικές υπηρεσίες για το κοινό. Για τη δράση του αυτή και τη συμβολή του στη ζωή του τόπου, το 2022 ανακηρύχθηκε υποψήφιο για το βραβείο «Ευρωπαϊκό Μουσείο της Χρονιάς» και το 2023 διακρίθηκε από το Μουσείο Μπενάκη για την προσφορά του στον πολιτισμό στην ελληνική περιφέρεια.
Η νέα μόνιμη έκθεση του Μουσείου Καποδίστρια αφηγείται τη ζωή και την εποχή του θεμελιωτή του ελληνικού κράτους Ι. Καποδίστρια. Ο επισκέπτης της έκθεσης παρακολουθεί τους σημαντικότερους σταθμούς στην πορεία του Ι. Καποδίστρια μέσα από τη μεγαλύτερη συλλογή προσωπικών αντικειμένων του κυβερνήτη, από κυβερνητικά έγγραφα και ιστορικά οικογενειακά κειμήλια, τα οποία δημιουργούν χρήσιμες συνδέσεις με την ιστορία της Κέρκυρας και της Επτανήσου, της Ευρώπης και της νεότερης Ελλάδας. Ταυτόχρονα, στον ιστορικό κήπο του Μουσείου ο επισκέπτης ανακαλύπτει μέσα από μια υπαίθρια διαδρομή την ιστορία του καποδιστριακού κτήματος και πληροφορίες για την κερκυραϊκή φύση και το ξεχωριστό της τοπίο.
Παράλληλα, το Μουσείο διοργανώνει και φιλοξενεί εκδηλώσεις κι εκπαιδευτικές δράσεις, ενώ διαθέτει θεματικό πωλητήριο, καφέ στον κήπο και ιστοσελίδα με πλούσιο και διαδραστικό περιεχόμενο για τον ψηφιακό επισκέπτη (capodistriasmuseum.gr). Ειδικά για τον μελετητή της ιστορίας και την εκπαιδευτική κοινότητα, το Μουσείο προσφέρει πρόσβαση στο Ψηφιακό Αρχείο Ι. Καποδίστρια, μια διαδικτυακή πλατφόρμα διασύνδεσης τεκμηρίων από αρχεία και συλλογές της Ελλάδας και της Ευρώπης που αφορούν τον Ιωάννη Καποδίστρια (kapodistrias.digitalarchive.gr).
Η μελέτη και η διάχυση για το έργο του Καποδίστρια παραμένουν διαρκείς και αναπτύσσονται μέσα από πρωτοβουλίες και συνέργειες για έρευνα, εκθέσεις, εκδόσεις, επιστημονικές εκδηλώσεις κ.τ.λ. Αντίστοιχα, έργα υποδομών και αξιοποίησης του μνημείου της Κουκουρίτσας συνεχίζονται. Το επόμενο διάστημα ολοκληρώνονται σημαντικά τέτοια έργα, όπως η αποκατάσταση του πρώην κτιρίου γκαράζ, το οποίο θα λειτουργήσει ως η φυσική έδρα του Κέντρου Καποδιστριακών Μελετών, και η δημιουργία του σχεδίου πλήρους αποκατάστασης του ιστορικού κτήματος της Κουκουρίτσας, ώστε να αξιοποιηθεί σε δράσεις του Μουσείου.
Τα τελευταία χρόνια επομένως το Μουσείο Καποδίστρια – Κέντρο Καποδιστριακών Μελετών στην Κουκουρίτσα πήρε ξανά ζωή! Ως καποδιστριακό κτήμα ήταν πάντα ένα τοπόσημο για την Κέρκυρα και σήμερα ως ένα δυναμικό μουσείο αποτελεί ένα ζωντανό κύτταρο πολιτισμού, μάθησης, έρευνας και ψυχαγωγίας, ανοικτό και προσβάσιμο σε όλους. Ενας θεματοφύλακας της πολιτιστικής και φυσικής μας κληρονομιάς, το Μουσείο Καποδίστρια στην Κέρκυρα συμμετέχει ενεργά στη ζωή της σύγχρονης κοινωνίας που υπηρετεί και συμβάλλει ουσιωδώς στη διαμόρφωση ενός βιώσιμου και αειφόρου μοντέλου ανάπτυξης για τον τόπο.
Σπύρος Σουβλάκης
επιστημονικός υπεύθυνος του Μουσείου Μαρμαροτεχνίας στην Τήνο
Οι περίφημοι φεγγίτες των τηνιακών μαρμαροτεχνιτών
Στην Τήνο, η εμβληματική παραδοσιακή τέχνη της επεξεργασίας του μαρμάρου επηρέασε σημαντικά την πολιτισμική ταυτότητα του νησιού. Κομβικής σημασίας στιγμή για την τηνιακή μαρμαροτεχνία υπήρξε το 2015 με την εγγραφή της στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της UNESCO.
Ανά τους αιώνες, τόνοι μαρμάρου έχουν λαξευτεί σχηματίζοντας μοναδικά έργα τέχνης αλλά και αντικείμενα καθημερινής χρήσης από το πολύτιμο υλικό. Αντιπροσωπευτικό δημιούργημα των τηνιακών μαρμαροτεχνιτών είναι οι φεγγίτες. Ως διάτρητα υπέρθυρα σπιτιών και εκκλησιών, λειτουργούν συμβολικά για την προστασία της εισόδου από υπερφυσικές δυνάμεις καθώς, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, αυτή αποτελεί το πλέον προβεβλημένο σημείο του οικήματος. Για τον σκοπό αυτό, ο διάκοσμός τους περιλαμβάνει, συχνά, εκτός από μυθολογικά, γεωμετρικά, ηλιακά, γονιμικά και διακοσμητικά μοτίβα, αποτροπαϊκά θέματα, όπως σταυροί, πεντάλφες, θηρία, δικέφαλοι αετοί, συνδυάζοντας την πρακτική λειτουργία με την αισθητική.
Χαρακτηριστικά δείγματα τέτοιων φεγγιτών περιλαμβάνει η μόνιμη έκθεση του Μουσείου Μαρμαροτεχνίας του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), στον Πύργο της Τήνου. Ενας από αυτούς, που χρονολογείται τη δεκαετία του 1750-60, απεικονίζει το σπάνιο θέμα των βρακοφόρων φρουρών με ξίφος, «αποστολή» των οποίων είναι να τρέπουν σε φυγή τα πονηρά πνεύματα. Οι ξιφοφόροι φρουροί, φορώντας τη νησιώτικη βράκα κι ένα είδος πηληκίου ή περικεφαλαίας, παραστέκουν την είσοδο από τις δύο πλευρές του φεγγίτη. Τα σπαθιά τους προξενούν τον φυσικό τρόμο, αλλά ίσως στο βάθος να κρύβουν και κάποια εξορκιστική πρόθεση για τα δαιμόνια.
Οι φεγγίτες δεν είναι όμως τα μόνα εντυπωσιακά εκθέματα του Μουσείου Μαρμαροτεχνίας. Στη μόνιμη έκθεση οι επισκέπτες μπορούν να θαυμάσουν ποικίλα κοσμικά, εκκλησιαστικά, επιτύμβια και καθημερινής χρήσης πρωτότυπα έργα σε μάρμαρο, όπως υπέρθυρα, κρήνες, οικόσημα, γουδιά κ.ά., πήλινα προπλάσματα και γύψινα αντίγραφα, εργαλεία λατόμευσης και μαρμαροτεχνίας, καθώς και την πλουσιότερη συλλογή σχεδίων παλαιών μαρμαρογλυπτών που υπάρχει στην Ελλάδα. Τα εκθέματα πλαισιώνονται από αναπαραστάσεις λατομείου, εργαστηρίου μαρμαροτεχνίας και συναρμογής – τοποθέτησης δεσποτικού θρόνου. Το πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό της έκθεσης ζωντανεύει τις παραδοσιακές μεθόδους εργασίας και αναδεικνύει τη συμβολή των τηνιακών μαρμαράδων στην οικοδόμηση της Αθήνας και άλλων ελληνικών πόλεων κατά τον 19ο αιώνα.
Η έκθεση συνεχίζεται στους υπαίθριους χώρους του Μουσείου, όπου μαζί με ολοκληρωμένα και ημικατεργασμένα μαρμάρινα έργα παρουσιάζεται ιστορικός μηχανολογικός εξοπλισμός: μια ανυψωτική μηχανή μαρμάρων (μπίγα) και ένα βαγονέτο ντεκοβίλ για τη μεταφορά όγκων της επιχείρησης Καραγεώργη, στο λατομείο της Βαθής. Η μπίγα, ο σιδερένιος μηχανισμός της οποίας κατασκευάστηκε το 1905, χρησίμευε για την ανέγερση ορθογωνισμένων όγκων μαρμάρου από τη χαμηλότερη στάθμη λατόμευσης προς την έξοδο του λατομείου, στο πάνω επίπεδο. Στη συνέχεια, τα εξορυγμένα μάρμαρα μεταφέρονταν με το επίπεδο βαγονέτο στην ακτή, σε ειδικά διαμορφωμένη προβλήτα, τη φορτωτήρα, όπου φορτώνονταν σε καΐκια. Σήμερα οι επισκέπτες του Μουσείου Μαρμαροτεχνίας βλέπουν σε λειτουργική παρουσίαση την τοποθέτηση με την μπίγα ενός ορθογωνισμένου όγκου μαρμάρου στο αφαιρετικά δοσμένο αμπάρι του καϊκιού, ενώ το βαγονέτο, που έφερε το μάρμαρο ως εκεί, στέκει πάνω στις γραμμές, παραπέμποντας σε χαρακτηριστικές εικόνες φυσικών χώρων εργασίας.
Ολα τα χρόνια λειτουργίας του Μουσείου, το Πολιτιστικό Ιδρυμα Ομίλου Πειραιώς φροντίζει να εμπλουτίζει την εμπειρία των επισκεπτών με ποικίλες δράσεις, όπως περιοδικές εκθέσεις, προβολές, εργαστήρια και άλλες επιστημονικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Στο πλαίσιο αυτό και με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα Μουσείων στις 18 Μαΐου, όσοι ενδιαφέρονται για το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας θα έχουν την ευκαιρία να το επισκεφθούν με ελεύθερη είσοδο και θα μπορούν να λάβουν μέρος σε όσες δράσεις οργανώνονται ειδικά για τον εορτασμό.
Φαλή Βογιατζάκη
διευθύντρια του Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης
Οι μύθοι, ο λόγος, οι αξίες, και ο ψυχικός πλούτος του κρητικού λαού
Το Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης είναι χώρος όπου o επισκέπτης θα έρθει σε επαφή με την ιστορία και την παράδοση ενός ξεχωριστού λαού, φορέα λαμπρού πολιτισμού.
Το Μουσείο είναι Ιδρυμα Κοινωφελές που ιδρύθηκε το 1974 από τη Φαλή Γ. Βογιατζάκη και τον εκλιπόντα Χρ. Σταυρουλάκη με σκοπούς την έρευνα και συλλογή ιστορικού και λαογραφικού υλικού της Κρήτης και ιδιαίτερα του νομού Ρεθύμνης καθώς και τη δημιουργία ενδιαφέροντος για τη μελέτη και προβολή της κρητικής παράδοσης.
Το ιδιόκτητο βενετσιάνικο κτίριό του είναι ιστορικό διατηρητέο μνημείο, δείγμα αστικής κατοικίας της Ενετοκρατίας στην Κρήτη τον 17ο αιώνα.
Στις αίθουσές του παρουσιάζονται οι ιστορικές και λαογραφικές συλλογές του.
Στο ισόγειο στεγάζεται η ιστορική συλλογή που αποτελείται από όπλα και μαχαίρια, επαναστατικές σημαίες και λάβαρα καθώς και χάρτες της Κρήτης (13ος – 18ος αιώνας) των σπουδαίων χαρτογράφων Ortelius, Mertator, F. Basilicata και άλλων.
Εντυπωσιάζουν τα σιδερένια σημαιάκια του αυτοκινήτου του γερμανού διοικητή Κρήτης Στρατηγού Χάινριχ Κράιπε, ο οποίος απήχθη στο Ηράκλειο από τον Πάτρικ Λη Φέρμορ, άγγλο φιλέλληνα, και την ομάδα του. Σύμφωνα με την επιθυμία του Φέρμορ είναι εκτεθειμένα σε προθήκη αφιερωμένη στην απαγωγή του Κράιπε.
Μια εντυπωσιακή πέτρινη σκάλα οδηγεί στον όροφο με τις συλλογές υφαντών, κεντημάτων, δαντελών, καλαθιών και κεραμικών. Εντυπωσιάζει το κρητικό σαλόνι με τα υφασμένα και κεντημένα μαξιλάρια, πετσέτες, βούργιες, κουρτίνες κ.ά. δωρεά της Χρυσής Αγγελιδάκη, δημιουργού της ρεθεμνιώτικης βελονιάς.
Κρητικά κοσμήματα του στήθους όπως ο αμπράκαμος, που έκανε δώρο ο γαμπρός στη νύφη στον γάμο, τα μποτόνια, το γιορντάνι που κοσμούσαν τις γυναίκες της Κρήτης.
Στην αίθουσα με τα κεντήματα ξεχωρίζουν δύο ποδόγυροι του 17ου και 18ου αιώνα βασισμένοι στη βυζαντινή περίοδο, κεντημένοι με μεταξωτές κλωστές με φυτικές βαφές και σχέδια γλάστρες με το δέντρο της ζωής, τον δικέφαλο αετό, τη μικρή και μεγάλη γοργόνα.
Στις δαντέλες παρουσιάζονται οι διάφοροι τρόποι και οι τεχνικές συμπλοκής ή πλέξης των κλωστών όπως το κοπανέλι, το βελονάκι, δεσιές – πλέξιμο με τα δάχτυλα, με δείγματα από τις διαφορετικές τεχνικές.
Στη αίθουσα παραδοσιακών καλλιεργειών βλέπουμε την παραδοσιακή καλλιέργεια των δημητριακών καρπών και τα παλιά αγροτικά εργαλεία για το όργωμα, τον θερισμό, το αλώνισμα, το κοσκίνισμα κ.λπ.
Ακόμη παρουσιάζεται η παρασκευή του ρεθεμνιώτικου παραδοσιακού ψωμιού για όλο τον κύκλο της ζωής, με στολίδια από πανάρχαια σύμβολα όπως ο λεμονανθός, το ρόδι, το μυρτόφυλλο, τα πουλιά, το φίδι κ.ά.
Επίσης η παραγωγή του μεταξιού, η τέχνη της καλαθοπλεκτικής – του παλαιότερου κλάδου της χειροτεχνίας – και οι τεχνικές της.
Στην αίθουσα των κεραμικών παρουσιάζεται η μακρόχρονη κεραμική παράδοση από τη μινωική εποχή.
Ειδικός χώρος είναι αφιερωμένος στα παραδοσιακά επαγγέλματα που πλέον έχουν εκλείψει και έχει γίνει αναπαράστασή τους με υλικό των παλαιών μαστόρων: του σαμαρά, του πεταλωτή, του σκυτορράφτη, του κατασκευαστή της λύρας – του αγαπημένου μουσικού οργάνου των Κρητικών – του χαλκουργού, του κουρέα και άλλων.
Στο Μουσείο ο επισκέπτης μπορεί να εισχωρήσει στο πνεύμα, την εποχή και τους ανθρώπους. Στα εκθέματα καθρεφτίζονται οι μύθοι, ο λόγος, οι αξίες, και ο ψυχικός πλούτος του κρητικού λαού, που με φαντασία και αίσθημα διαμόρφωσε την πολιτιστική του ταυτότητα.