«Πρόκληση Ερντογάν: ξεσηκωθήκαμε ενάντια στην εχθρική κατοχή». Είναι ο τίτλος που έδωσε ειδησεογραφική ιστοσελίδα (σοβαρή μάλιστα…) σε ανταπόκριση για τις δηλώσεις του τούρκου προέδρου με αφορμή τη γενοκτονία των Ποντίων. Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου είναι ένα ιστορικό γεγονός που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση.
Για εμάς τους Ελληνες, είναι πάντα ένα γεγονός οδυνηρό, δεδομένου ότι ελληνικοί πληθυσμοί ήταν εγκατεστημένοι στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας από την αρχαιότητα. Να θυμίσω με την ευκαιρία ότι το σιτάρι που έτρεφε εκείνους που δημιούργησαν την Αθήνα του Περικλή ερχόταν ως επί το πλείστον από την εύφορη μαύρη γή της περιοχής που σήμερα ονομάζουμε Ουκρανία, μέσω των ελληνικών κοινοτήτων και των αποικιών στη Μαύρη Θάλασσα. Οτι αυτή η παρουσία αιώνων και χιλιετιών ξεριζώθηκε με τρόπο τόσο βάρβαρο πάντα θα πονάει στη μνήμη.
Γεγονός είναι, επίσης, ότι η Τουρκία ουδέποτε απολογήθηκε για το συγκεκριμένο έγκλημα και προτιμά να το αγνοεί, σαν να μη συνέβη ποτέ. Αυτή η άρνηση να αντιμετωπίσει το σκοτεινό παρελθόν της, όπως έχουν κάνει άλλα έθνη, ασφαλώς αποτελεί πρόκληση. Επ’ αυτού, αμφιβολία δεν υπάρχει καμία. Η διατύπωσή του όμως περί ξεσηκωμού εναντίον της ξένης κατοχής δεν καταλαβαίνω σε τι συνιστά πρόκληση για την ελληνική κοινή γνώμη. Αυτό που λέει ο Ερντογάν είναι η ιστορική αλήθεια. Το τουρκικό έθνος-κράτος δημιουργήθηκε από την εξέγερση, υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ, εναντίον των νικητριών δυνάμεων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, που είχαν μοιράσει μεταξύ τους τη Μικρασία σε ζώνες κατοχής. Μία από αυτές τις δυνάμεις ήταν και η πτωχή πλην έντιμος Ελλάς, των δεν θυμάμαι πόσων ηπείρων και πόσων θαλασσών. Συνεπώς, πού βρίσκεται η πρόκληση; Βοηθήστε κι εμένα τον καημένο να καταλάβω! Εκτός βέβαια αν θεωρούμε ότι αυτή και μόνο η ίδρυση ενός τουρκικού κράτους αποτελεί πρόκληση. Αυτό είναι μια άποψη θεμιτή, αλλά βαθιά ανόητη και επικίνδυνη, διότι η Τουρκία υπάρχει, είναι εκεί απέναντι και αυτό δύσκολα αλλάζει.
Τα λέω αυτά επειδή συμβαίνει πολύ συχνά, όποτε η ελληνική δημοσιογραφία καταπιάνεται με τα ελληνοτουρκικά, να καταλήγει να αναμετράται με την άγνοιά της για την Ιστορία. Μόλις χθες, π.χ., στο μεσημβρινό δελτίο μεγάλου ραδιοσταθμού, άκουσα μια κυρία, που παρουσίαζε την είδηση για τις εκδηλώσεις μνήμης σχετικά με τη θλιβερή επέτειο, να λέει ότι η σφαγή των Ελλήνων του Πόντου έγινε επειδή «ο Κεμάλ ήθελε μια ομοιογενή Οθωμανική Αυτοκρατορία»! Ο κεντρικός παρουσιαστής του δελτίου δεν έκανε καν τον κόπο να τη διορθώσει. Σιγά το θέμα! Τούρκοι οι μεν, Τούρκοι και οι δε. Η διαφορά μεταξύ αυτοκρατορίας και έθνους-κράτους μας μάρανε τώρα;
Αυτή η άγνοια καλλιεργείται κιόλας από τους πολιτευόμενους και ιδίως από όσους κάνουν καριέρα πάνω στα λεγόμενα εθνικά θέματα. Πρόσφατο είναι το σχετικό παράδειγμα του κ. Νίκου Χριστοδουλίδη, ο οποίος διαπρέπει στο αξίωμα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με αφορμή τη θλιβερή επέτειο, δήλωσε ότι «Κύπρος και Πόντος αποτελούν θύματα της επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας». Σοβαρά; Η σφαγή των Ποντίων δεν ήταν επεκτατισμός, ήταν εθνοκάθαρση, που έγινε για τη δημιουργία μιας εθνικά ομοιογενούς χώρας. Αν δεν κάνω λάθος, επίσης, η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 δεν έγινε στα καλά καθούμενα, δεν έγινε την ώρα που Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι πλατσούριζαν ξέγνοιαστοι στις παραλίες. Είχαν προηγηθεί το πραξικόπημα της χούντας των Αθηνών και οι σφαγές των Τουρκοκυπρίων στους θύλάκους τους από τους δικούς μας τουρκοφάγους. Βλέπετε, όμως, τέτοιες λεπτομέρειες χαλάνε το αφήγημα που μας βολεύει, στο οποίο εμείς είμαστε πάντα και ήρωες και θύματα συγχρόνως, αλλά ποτέ φταίχτες.
Συμπεραίνω, λοιπόν, ότι μια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία στα ελληνοτουρκικά: η άγνοιά μας για την Τουρκία και την ιστορία των σχέσεών μας μαζί της, καθώς και η επιμονή να μη βλέπουμε «τα πράγματα όπως είναι», για να θυμηθώ την ωραία φράση του Οργουελ, αλλά όπως θα μας άρεσε να ήταν. Σε αυτή την άγνοια βρίσκονται οι ρίζες του μαξιμαλισμού που εμποδίζει την οποιαδήποτε πρόοδο στα ουσιώδη.
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η συζήτηση ήταν επιπέδου…