Το περασμένο φθινόπωρο, βασίσαμε την αισιοδοξία μας ότι η στασιμότητα στην ευρωζώνη θα δώσει τη θέση της σε ανανεωμένη ανάκαμψη κατά τη διάρκεια του 2024 σε δύο μεγάλες εκτιμήσεις. Πρώτον, ότι η επώδυνη διόρθωση των αποθεμάτων θα είχε τελειώσει μέχρι την άνοιξη του 2024. Δεύτερον, ότι μια σημαντική αύξηση της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών θα υποστήριζε μια σταδιακή ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών. Εξετάζοντας τα συγκεντρωτικά στοιχεία, η ευρωζώνη βρίσκεται σε καλό δρόμο για να ανταποκριθεί ή και να ξεπεράσει τις προσδοκίες μας. Εξαλείφοντας τα ασταθή στοιχεία της Ιρλανδίας, το πραγματικό ΑΕΠ της ευρωζώνης σημείωσε άνοδο 0,3% σε τριμηνιαία βάση το πρώτο τρίμηνο, αφού παρέμεινε στάσιμο το δεύτερο εξάμηνο του 2023, ξεπερνώντας την πρόβλεψή μας για αύξηση μόλις 0,2% τριμήνου.
Ομως εν μέρει επειδή η γερμανική βιομηχανία εστιάζει σε υψηλά κυκλικά αγαθά όπως βασικά χημικά, αυτοκίνητα και εργαλειομηχανές, η διακύμανση των αποθεμάτων είναι πολύ πιο έντονη στη Γερμανία παρά αλλού. Η παγκόσμια παραγωγή δεν έχει ανακάμψει ακόμα πειστικά, ενώ η Κίνα προσπαθεί να εξάγει επιδοτώντας προϊόντα. Ως αποτέλεσμα, η συνεχιζόμενη έλλειψη νέων παραγγελιών για πολλά γερμανικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων, σημαίνει ότι οι γερμανοί κατασκευαστές εξακολουθούν να θεωρούν τα τρέχοντα επίπεδα αποθεμάτων τους ως υπερβολικά. Η Γερμανία αντιπροσωπεύει το 37% της συνολικής μεταποίησης της ευρωζώνης. Ευτυχώς οι τιμές χονδρικής για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια έχουν μειωθεί περισσότερο από το αναμενόμενο.
Το σταθερό αποτέλεσμα για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου της ευρωζώνης δείχνει υποκείμενη βελτίωση. Για άλλη μια φορά, ένας ασυνήθιστα ήπιος χειμώνας ενίσχυσε τον κατασκευαστικό κλάδο στις αρχές του 2024. Επιπλέον, η πρώιμη χρονική συγκυρία του Πάσχα μετατόπισε ορισμένες δραστηριότητες. Αν και ο σύνθετος δείκτης παραγωγής PMI για την ευρωζώνη ανήλθε στο υψηλό δύο ετών των 51,7 τον Απρίλιο, πολύ πάνω από τον μέσο όρο του πρώτου τριμήνου που ήταν 49,2, αναμένουμε ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 0,2% σε τριμηνιαία βάση πριν αποκτήσει δυναμική το δεύτερο εξάμηνο του 2024.
Η σταθερότερη εγχώρια ζήτηση, υποστηριζόμενη από σταθερά κέρδη στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και από μειώσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από τον Ιούνιο και μετά, θα παραμείνει ο κύριος μοχλός της ανόδου, κατά την άποψή μας. Ωστόσο, η πρόσφατη ανάκαμψη των επιχειρηματικών προσδοκιών στη γερμανική μεταποίηση υποδηλώνει ότι αυτός ο έντονα εξαγωγικός τομέας θα ενταχθεί στην άνοδο αργότερα φέτος.