Η πρόταση, αρχικά, διατυπώθηκε από τον πρόεδρο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Γιώργο Μπαμπινιώτη και αφορά τη θεσμοθέτηση από την UNESCO μιας Παγκόσμιας Ημέρας Ελληνικής Γλώσσας. Με προτεινόμενη μάλιστα την 9η Φεβρουαρίου, ημερομηνία θανάτου του εθνικού μας ποιητή Διονύσιου Σολωμού. Και η συνέχεια ήρθε από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη που, με «οδηγό» την πρόταση Μπαμπινιώτη, κατέθεσε επιστολή στον Πρόεδρο της Βουλής ώστε, σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών, να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε να προωθηθεί το θέμα στον ΟΗΕ και την UNESCO.
Θεωρώ ότι είναι μία ιδιαίτερα σημαντική πρωτοβουλία και από τις περιπτώσεις εκείνες που ο συμβολισμός εκλύει και ουσία. Η γλώσσα μας είναι η σημαντικότερη άυλη πολιτιστική κληρονομιά μας. Και όχι μόνο διότι μιλιέται αδιάκοπα από την εποχή του Ομήρου, δηλαδή εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια. Ούτε διότι εδώ και είκοσι πέντε αιώνες δεν υπήρξε ούτε ένας που να μη γράφτηκε ποίηση στα ελληνικά, όπως είχε επισημάνει στην ομιλία του κατά την απονομή του Νομπέλ ο Οδυσσέας Ελύτης. Θα πει κανείς, πρόκειται για την ίδια γλώσσα; Απολύτως. Θεωρώ ότι η γλώσσα μας εξελίχθηκε αβίαστα χωρίς να μεταλλαχθεί. Μην πω ότι, μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, περισσότερο έχει αλλοιωθεί το ελληνικό τοπίο παρά τα ελληνικά. Και όπως έχει πει ο γάλλος συγγραφέας Εντμόντ Αμπού «…τα νέα ελληνικά διαφέρουν από τα αρχαία μόνο κατά ένα σύστημα δημωδών εκφράσεων, το κλειδί των οποίων εύκολα βρίσκεις».
Το σημαντικό είναι ότι σε αυτήν τη γλώσσα έχουν γραφτεί τα κείμενα των κλασικών χρόνων. Αυτές οι «κιβωτοί» της ποίησης, της δραματουργίας, της φιλοσοφίας, της ιστοριογραφίας. Που δεν είναι «αρχαία γράμματα» αλλά πηγές σύγχρονης έμπνευσης και επιστημονικών αναφορών. «Οπου και να με πήγαν οι θεωρίες μου, ένας αρχαίος έλληνας ποιητής είχε ήδη φτάσει εκεί», έχει πει ο Ζίγκμουντ Φρόιντ, ο οποίος ανίχνευσε τις απαρχές της ψυχανάλυσης στη σύγκρουση της συμπαντικής με την υποκειμενική αλήθεια που πραγματεύεται ο Σοφοκλής στον «Οιδίποδα».
Και αν έχεις διαβάσει πώς περιγράφει ο Ξενοφών την επιστροφή της Παράλου στον Πειραιά μετά την ταπεινωτική ήττα των Αθηναίων στους Αιγός Ποταμούς, δεν γίνεται να μη διακρίνεις τη «σύνδεση» με την πρώτη σκηνή στο «Θάνατος στη Βενετία» του Βισκόντι, καθώς το πλοίο μπαίνει στο λιμάνι της πόλης.
Και είναι ακόμη αυτή η σχέση της γλώσσας με την ελληνική φύση που μπορείς να την «αφουγκραστείς» στα κείμενα και τους στίχους των νεότερων συγγραφέων και ποιητών. Στο «…περιγιάλι το κρυφό» του Σεφέρη που δεν θα μπορούσε να είναι ούτε παραλία ούτε ακροθαλασσιά ούτε γιαλός κι ας είναι καλά ο πλούτος της γλώσσας μας με τις λεπτές αποχρώσεις των διαφορετικών λέξεων που περιγράφουν το ίδιο περίπου πράγμα. Είναι το πώς συνδέει, στο «Αξιον Εστί», ο Ελύτης τη γλώσσα με το τοπίο γράφοντας «Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική· / το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. / Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου».
Οικουμενικό κεφάλαιο
Η ελληνική γλώσσα δεν είναι μόνο εθνικό κεφάλαιο. Είναι οικουμενικό. Για τους λόγους που αναφέρω παραπάνω, για τα τόσα «δάνεια» στην παγκόσμια επιστημονική και φιλοσοφική ορολογία («Ολοι οι όροι για τον έρωτα, εκτός από το σεξ, έχουν ελληνική ρίζα», έχει πει η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ), για τον σεβασμό που έχουν οι ξένοι στη γλώσσα μας («Ακουσα στον Αγιο Πέτρο της Ρώμης το Ευαγγέλιο σε όλες τις γλώσσες. Τα ελληνικά αντήχησαν άστρο λαμπερό μέσα στη νύχτα», έχει γράψει ο Γκαίτε).
Οταν διεκδικούμε, δικαίως, τα Γλυπτά του Παρθενώνα, μου κάνει εντύπωση πως δεν έχουμε, έως τώρα, μεριμνήσει για την καθιέρωση μιας τέτοιας Παγκόσμιας Ημέρας που, μεταξύ μας, πίστευα ότι υπήρχε. Οπως υπάρχει για τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά, τα ρωσικά, τα κινεζικά, τα αραβικά, τα αφρικανικά. Σπουδαίες γλώσσες όλες, αλλά δεν θεωρώ ότι είναι υποδεέστερα τα ελληνικά. Και σε μια εποχή που, σε πολιτικό επίπεδο, γίνεται λόγος, για παράδειγμα, για τη μακεδονική γλώσσα, νομίζω ότι θα ήταν πολιτική μικροψυχία να μη συνταχθούν τα άλλα κόμματα με αυτήν την πρόταση του ΠΑΣΟΚ.