Το έργο της περιστρέφεται γύρω από τον διάλογο μεταξύ του βιολογικού και του κοινωνικού εαυτού και τις αντανακλάσεις τους στο σώμα. Η Μαρία Φωκά χρησιμοποιεί προσωπικές παθολογίες και μυθολογίες ως σημείο αναφοράς για την έμπνευσή της και στην έρευνά της αναφέρεται στις έννοιες των κυβόργιων και υπερανθρώπων. Αυτό που την ενδιαφέρει είναι να δημιουργεί όχι ρούχα, αλλά σωματικές μηχανές, ενδυματολογικά γλυπτά, φορέσιμα αντικείμενα και προσθετικά. Τα γλυπτικά εξαρτήματά της αλλάζουν το σώμα με τη ριζοσπαστικότητα που χρησιμοποιεί την πρώτη της ύλη. Ανάμεσά τους έως και τα οικοδομικά υλικά βρίσκουν θέση πάνω στο γυναικείο – και όχι μόνο – σώμα. Μετά τις σπουδές στην αρχιτεκτονική, η φιλοσοφία προσθέτει στην πρακτική της και θεωρητικό υπόβαθρο, ώστε η καλλιτέχνις να υπογράφει τις αισθητικές της απόψεις στην προσωπική της ιστοσελίδα. Στο μεταξύ ένα μέρος της δουλειάς της παρουσιάστηκε πρόσφατα στην Εβδομάδα Μόδας στο Ζάππειο.
Με πρώτο πτυχίο στην αρχιτεκτονική και με ενδιαφέρον για τη μόδα, πώς προσδιορίζεσαι;
Θα έλεγα fashion artist και όχι ντιζάινερ γιατί χρησιμοποιώ τεχνικές πατρόν και ραπτικής, αλλά όχι με ύφασμα. Οι σπουδές μόδας που έκανα ήταν στην ιστορία και θεωρία της μόδας και στις βασικές αρχές του πατρόν για να το έχω ως εργαλείο όταν σκέφτομαι την κατασκευή. Δεν ξεκινώ όμως με τη μορφή, αλλά με το υλικό και πώς θα το αναδείξω. Οπωσδήποτε όμως το κάνω να είναι φορέσιμο, να μπορεί να σταθεί πάνω στο σώμα με κάποιον τρόπο. Είχα κάνει, για παράδειγμα, έναν χάλκινο κορσέ. Μετά όταν τον φόρεσα παρατήρησα ότι έτσι όπως καθόμουν ο χαλκός τσάκισε, ακολουθώντας την κίνηση του σώματος και οι πτυχώσεις του έκαναν αντανακλάσεις. Σε αυτή τη λογική κάνω ένα νέο έργο με φύλλα χαλκού για να βγάλω ένα κολάρο με βολάν που θα δημιουργεί αντανακλάσεις.
Τα υλικά σου είναι σκληρά, όχι θηλυκά. Εχει να κάνει με μια αρχιτεκτονική προσέγγιση της δομής;
Δεν έχω πρόβλημα με το ύφασμα. Οταν ξέρεις πώς θα κάτσει η πιέτα ή το πατρόν σκέφτεσαι αλλιώς το υλικό. Ισως είναι μια άλλη ικανοποίηση να «πλάθεις» το σκληρό υλικό πάνω στο σώμα. Ολο αυτό ξεκίνησε από τη διπλωματική μου όπου ασχολήθηκα με τα φορέσιμα γλυπτά, μέσα από την ανάγκη να έχω διαρκώς πάνω μου μια αντλία ινσουλίνης, λόγω διαβήτη.
Από την έρευνα που είχα κάνει σκεφτόμουν ότι τα ρούχα δεν μας εξυπηρετούν. Ποτέ κανείς μας δεν κυκλοφορεί έχοντας τα χέρια του ελεύθερα, αφού βαστάμε πάντα το κινητό μας τηλέφωνο. Ή κάποιος που για παράδειγμα έχει τεχνητό πρόσθετο μέλος χρειάζεται ρούχα που να διευκολύνουν τις κινήσεις του. Ποτέ λοιπόν δεν ήμουν ικανοποιημένη από το πώς μπορώ να φορέσω και να σταθεροποιήσω την αντλία. Για να μην πούμε για το αιώνιο παράπονο των γυναικών ότι τα σακάκια και τα παντελόνια μας δεν έχουν τσέπες. Οπότε έκανα ένα μανιφέστο λέγοντας ότι με μία έννοια όλοι είμαστε κυβόργια και πρέπει να κάνουμε πράγματα για να εξυπηρετούμε το σώμα μας και όχι το σώμα μας να εξυπηρετεί τα ρούχα. Ολα αυτά που τώρα φτιάχνω είναι η υπερθετική έκφραση αυτού του μανιφέστου.
Θα τα ονόμαζες προσθετικά αξεσουάρ;
Τα ονομάζω φορέσιμα γλυπτά γιατί λαμβάνω υπόψη το σώμα και το προσθετικό του (από την αντλία ινσουλίνης, μέχρι το ρούχο) σαν σύνολο – για μένα ο τρόπος με τον οποίο επιτελείται η σωματικότητα στην καθημερινότητα είναι η μεγαλύτερη έμπνευση, και μέσω των γλυπτών μου πειραματίζομαι με τις διάφορες εκφάνσεις της.
Το σημαντικό είναι να φοριούνται, γι’ αυτό και τα δουλεύω πάνω στο σώμα μου, στο δικό μου πατρόν. Αν όμως μου ζητήσουν έναν κορσέ (οτιδήποτε custom made) θα τον κάνω στις αναλογίες που θα μου δώσουν.
Δουλεύεις την ιδέα του κορσέ με τσιμέντο, ένα κατεξοχήν οικοδομικό υλικό. Πρόκειται και για ένα κομμάτι της μόδας που ιστορικά συμβολίζει το εγκλωβισμένο γυναικείο σώμα.
Εκανα πολύ μεγάλη έρευνα για να τολμήσω να κάνω έναν κορσέ από τσιμέντο, γιατί δεν ήθελα σε καμία περίπτωση κάτι περιοριστικό. Πήρα τον περιορισμό που ιστορικά δημιουργεί ο κορσές στο γυναικείο σώμα και τον μετέφερα στο υλικό. Οπότε ο τσιμεντένιος κορσές κάθεται ακριβώς πάνω στο δικό μου σώμα και δεν με σφίγγει πουθενά. Αρχικά έκοψα το πατρόν και έκανα πολλές στρώσεις πάνω μου πρόπλασμα με γυψόγαζα, σήτα και σύρμα.
Καθόμουν για πολλή ώρα στο πλάι τοποθετώντας σε κομμάτια το πρόπλασμα μέχρι να στεγνώσει και μετά πρόσθετα τσιμέντο επαναλαμβάνοντας τα στάδια της διαδικασίας. Αναγνωρίζω τον χαρακτήρα που είχε ο κορσές αιώνες τώρα. Αλλά παράλληλα προσπαθώ να το οικειοποιηθώ μεταφέροντας αυτή την αυστηρότητα σε κάτι που μπορώ να εκμεταλλευτώ και να το χρησιμοποιήσω με άλλη θεωρητική βάση. Ο κορσές μοιάζει και με πανοπλία, και αυτό το λαμβάνουμε υπόψη στην εποχή μας. Οι γυναίκες χρειάζεται να προστατεύουν η μία την άλλη, αφού το σώμα τους δέχεται πολλή βία. Οπότε το να προστατεύουμε τον εαυτό μας και η μία την άλλη είναι ακόμα απαραίτητο.
Τον κρύβεις ή τον δείχνεις τον κορσέ;
Ανάλογα με το στάιλινγκ. Αλλά δεν θα τον κρύψω κιόλας. Επίσης δεν με απασχολεί η έμφυλη ταυτότητα του φορέα. Ωστόσο αυτό που μου αρέσει είναι να φτιάχνω αυτά τα γλυπτά. Δεν με απασχολεί η φωτογράφισή τους ή το στάιλινγκ. Το ενδιαφέρον μου τελειώνει μόλις τα φτιάξω. Εχει ενδιαφέρον να δεις πώς ο άλλος θα το χρησιμοποιήσει, αλλά πάντα σκέφτομαι το επόμενο.
Με τον κορσέ στέλνεις μήνυμα προστασίας. Με τη μάσκα τι κάνεις το βλέμμα;
Καμία μάσκα δεν είναι τυφλή, δηλαδή ο φορέας πάντα βλέπει τους άλλους. Οι άλλοι όμως τον βλέπουν αποσπασματικά. Η έρευνά μου είναι και θεωρητική αλλά το καλύτερό μου είναι να βρίσκω υλικό στα σκουπίδια ή να μου φέρνει ο σύντροφός μου υλικά από την οικοδομή και να τα αξιοποιώ. Τυχαίνει να έχω δουλέψει με υλικά που δεν ξαναβρίσκονται.
Οπως σε ένα choker που είχα κάνει με ελαστικό από καλώδια τα οποία μου έδωσε ένας φίλος μου πριν από χρόνια όταν ήμουν στο τρίτο έτος στον Βόλο. Τα είχα στην ντουλάπα μου και μόλις πρόπερσι τα χρησιμοποίησα πρώτη φορά. Η μεταλλική μάσκα με τα πολύχρωμα θραύσματα προέκυψε από το σπασμένο τζάμι μιας κορνίζας. Σε ένα σετ από δερμάτινα μανίκια, χρησιμοποίησα άπειρα μικρά ρετάλια από δέρμα τα οποία δεν τα έραψα αλλά τα συναρμολόγησα με χιλιάδες κρικάκια. Για να τελειώσω ένα γλυπτό χρειάζομαι άπειρες ώρες σε λεπτομερείς διαδικασίες. Αυτό το στοιχείο της επανάληψης οδηγεί σε βάθος συγκέντρωσης και το μυαλό απελευθερώνεται.
Και έφτασες στη φετινή εβδομάδα μόδας να παρουσιάσεις τις μάσκες σου στο σόου του Δημήτρη Στρέπκου.
Αν και δεν μου αρέσει να προβάλλω τον εαυτό μου στο Instagram, αναγνωρίζω ότι είναι βοηθητικό εργαλείο για να δει το ειδικό κοινό τη δουλειά σου. Μέσα από αυτό το μέσο έχω συνεργαστεί με φωτογράφους και στυλίστες και έτσι με συνέστησαν στον σχεδιαστή Δημήτρη Στρέπκο, ο οποίος είδε τις μάσκες και μου πρότεινε να συνεργαστούμε για τη συλλογή που θα έδειχνε στην εβδομάδα μόδας. Καθώς είμαστε και οι δύο μαξιμαλιστές, η συνεργασία μας λειτούργησε ώστε τα δικά μου κομμάτια να δέσουν με τα ρούχα του. Ηταν μία ονειρικά δημιουργική ελευθερία.
Παρακολουθείς τη μόδα με δικό σου τρόπο;
Εχω πολύ κριτική ματιά απέναντί της. Μου αρέσουν πολλά και προφανώς επειδή η μόδα κάνει κύκλους, δεν με ενοχλούν οι αναβιώσεις, αρκεί αυτή η επίσκεψη σε τάσεις από προηγούμενες δεκαετίες να γίνεται με σεβασμό, γιατί πραγματικά δεν υπάρχει παρθενογένεση.
Δεν σε προβληματίζει ότι η μόδα δεν μπορεί να ξεφύγει από τις αναβιώσεις και να δώσει κάτι άλλο;
Θεωρώ ότι τα πράγματα γύρω από τη μόδα είναι τόσο ανθρωποκεντρικά και «celebrito-ποιημένα» που δεν μας ενδιαφέρει κάτι περισσότερο από λίγες στιγμές. Είμαστε σαν χρυσόψαρα μέσα στη γυάλα των social media. Δεν κατηγορώ τις πλατφόρμες επικοινωνίας, αφού από αυτές με βρίσκουν οι συνεργάτες μου. Ωστόσο αν κάποιος δεν ασχολείται επαγγελματικά με τη μόδα, τότε δεν διαθέτει χρόνο για να μάθει από την ιστορία της μόδας και την ιστορία της τέχνης. Πολύ περισσότερο να ανατρέξει σε γεγονότα της Ιστορίας.
Δηλαδή ξεχνάμε ή αγνοούμε ότι ο Hugo Boss ήταν φασίστας ή ότι η Κοκό Σανέλ συνεργάστηκε με τους Ναζί. Δεν μιλάω για το ζήτημα διαχωρισμού καλλιτέχνη από το έργο του, αυτή είναι διαφορετική συζήτηση. Ομως πρέπει να έχουμε κυκλική γνώση και δεν υπάρχει. Η γνώση σταματάει στο τι φοράνε τα επιδραστικά μοντέλα. Ισως θα ήταν σοφότερο να πούμε πως αν κάποιος έχει γούστο, σημαίνει πως όταν παραλαμβάνει τα απειράριθμα ερεθίσματα που προκύπτουν από την καθημερινή ζωή, μπαίνει στον κόπο να τα φιλτράρει και να τα προσαρμόσει συνειδητά στην έκφραση της προσωπικότητάς του μέσω της πράξης της ένδυσης. Οταν μεταβάλλεται το γούστο του, να αναγνωρίζει το γιατί και το ποιος. Οταν υιοθετεί μια μόδα, να αντιλαμβάνεται τη διαμεσολάβηση. Οταν δημιουργεί, να εντοπίζει τις ρίζες, τις παρεμβολές, τις αιφνίδιες παρορμήσεις, τις αυθόρμητες χειρονομίες και τις ανακυκλωμένες ιδέες, με σκοπό να φτάσει ένα βήμα πιο κοντά στην ειλικρινή έκφραση της υποκειμενικότητας. Αν αυτό γίνει συλλογικά, τότε μιλάμε για ένα ενσυνείδητο πολυμορφικό πλήθος που πασχίζει να υπάρξει στον σύγχρονο κόσμο.