Το έργο δεν είναι νέο. Παίχτηκε στην ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, η οποία είχε τρία κύρια χαρακτηριστικά: Πρώτον, συντελέστηκε υπό μακροχρόνιες ασφυκτικές πιέσεις στην Ελλάδα. Δεύτερον, την περίοδο που έγινε, κατά την τελική φάση μέχρι και την ολοκλήρωσή της και για λίγο μετά, η νέα χώρα-μέλος σε γενικές γραμμές λειτουργούσε σχετικά με κάποιον σεβασμό στη Συμφωνία που είχε υπογράψει για να γίνει μέλος στο ΝΑΤΟ. Και, τρίτον, ήταν η πιο ταχεία σε χρόνους ένταξη στη μακρά ιστορία της Ατλαντικής Συμμαχίας. Σήμερα, η κατάσταση στη γειτονική χώρα έχει ξεφύγει πλήρως – κάτι που το περιμέναμε άλλωστε με περίπου μαθηματική ακρίβεια να συμβεί: η Συμφωνία των Πρεσπών είναι πλέον για τη νέα πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της κουρελόχαρτο και το δηλώνει με τον πιο ιταμό τρόπο από την πρώτη στιγμή. Το περιμέναμε. Είχε προειδοποιηθεί η τότε κυβέρνηση Τσίπρα σε όλους τους τόνους και με όλους τους δυνατούς τρόπους ότι αυτό που ετοιμαζόταν να υπογράψει θα οδηγούσε – τουλάχιστον – εκεί. Και έτσι συνέβη. Ακόμα. Γιατί έχουμε δρόμο ακόμα μπροστά μας…
Ενα τέταρτο, συγκριτικό στοιχείο, πρέπει να αναφέρει κανείς εδώ, αν και πρόκειται για κάτι που συνέβη πολύ πιο πρόσφατα, όμως εισφέρει πολύ ενδιαφέροντα δεδομένα για τις διεθνείς ισορροπίες και τις λειτουργίες τους: σε πλήρη αντίθεση με εκείνη της Βόρειας Μακεδονίας, η ένταξη της Σουηδίας, επίσης στο ΝΑΤΟ, ζήτημα που τέθηκε υπό δραματικά οξύτερες και μακράν πιο επικίνδυνες συνθήκες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όχι μόνο δεν κατάφερε να ολοκληρωθεί με διαδικασίες υπερεπείγοντος, όπως της Βόρειας Μακεδονίας, αλλά, αντίθετα, καθυστέρησε για περισσότερο από έναν χρόνο! Και αυτό γιατί; Οχι επειδή υπήρχε κάποιο παλαιό, μεγάλο χρονίζον πρόβλημα με κάποια χώρα-μέλος της Συμμαχίας, αλλά επειδή η Τουρκία αποφάσισε να τη χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό όπλο για αμιγώς δικούς της, άσχετους στόχους επικαλούμενη φαιδρά προσχήματα. Τους οποίους και κατάφερε τελικά να επιβάλει, παρά τη μεγάλη ζημιά που προκάλεσε στο ΝΑΤΟ σε όλο αυτό το διάστημα.
Ολα τα παραπάνω συνιστούν πλέον ένα σύνολο δεδομένων που ουδείς είναι σε θέση να αμφισβητήσει. Ούτε να δικαιολογήσει. Ούτε να κάνει ότι δεν αντιλαμβάνεται: η Ελλάδα πιάστηκε στον ύπνο μιας κυβέρνησης προθύμων, που είχαν την παιδαριώδη ιδέα ότι το ζήτημα που είχαν να αντιμετωπίσουν ήταν δήθεν… ανύπαρκτο, ένα υποτιθέμενο «κατασκεύασμα» που εκείνοι, οι δήθεν προοδευτικοί, θα έβαζαν στον ιστορικό του τάφο. Και, τώρα, ήρθε η στιγμή να αποδειχθεί το πόσο οι ίδιοι υπήρξαν ανόητοι, αφελείς, ανεπαρκείς σε επίπεδο που δεν το χωράει το μυαλό του ανθρώπου: τα πράγματα πήγαν ακριβώς όπως είχαν προειδοποιηθεί ότι θα πάνε αν υπέγραφαν αυτή τη συμφωνία.
Και τώρα η Ελλάδα ετοιμάζεται να ξαναδεί το ίδιο ακριβώς έργο να παίζεται για δεύτερη φορά. Η πίεση για την ταχύτατη ένταξη των Σκοπίων, μαζί με την Αλβανία, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, έχει ήδη ξεκινήσει εδώ και καιρό και είναι εντονότατη. Οταν προέκυψε η «υπόθεση Μπελέρη», πρώτα η Γερμανία και, εν συνεχεία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέστησαν σαφές πέραν πάσης αμφισβήτησης ότι δεν πρόκειται να την αφήσουν να επηρεάσει την ενταξιακή πορεία της χώρας αυτής. Κοφτά και τελεσίδικα. Ωστόσο, με τη Βόρεια Μακεδονία είναι υποχρεωμένοι όλοι να ακολουθήσουν άλλη τακτική. Ποια θα είναι αυτή;
Θα επιβάλουν στα Σκόπια να… κάτσουν για λίγο ήσυχα. Υπάρχει μια συμφωνία που οι Ευρωπαίοι είναι υποχρεωμένοι να τη λάβουν υπόψη – δηλαδή να κρατήσουν τα προσχήματα, για όσο είναι αναγκαίο. Γιατί, επί της ουσίας, αυτό θα κάνουν. Θα πρέπει να τους έχουν σε… καταστολή, μέχρι να τους βάλουν μέσα. Και η Ελλάδα θα υποδυθεί ότι δεν καταλαβαίνει και θα δεχθεί. Τι θα γίνει μετά, το ξέρουμε όλοι. Οπως και στο ΝΑΤΟ, δεν θα επιτρέπουν να χρησιμοποιείται εσωτερικά επισήμως ο όρος «Μακεδονία». Μα για όλα τα άλλα θα σφυρίζουν αδιάφορα…