Στο τέλος ενός ήσυχου δρόμου στη Βιλίσκα της Αϊόβα βρίσκεται ένα παλιό λευκό σπίτι. Το παλιό λευκό σπίτι μοιάζει με πολλά από τα άλλα που βρίσκονται στη γειτονιά, αλλά σε αντίθεση με αυτά, η ιστορία του είναι ιδιαίτερη.
Όταν ο Darwin και η Martha Linn αγόρασαν το αγροτόσπιτο τριών υπνοδωματίων το 1994, σχεδίαζαν να το μετατρέψουν σε ιστορικό μουσείο. Οι Linns ήθελαν να αναβιώσουν το σπίτι και να το επαναφέρουν στην παλιά του αίγλη, μια κατάσταση που σταμάτησε απότομα το 1912.
Αμέσως μετά την αγορά του σπιτιού από τους Linns, δέχτηκαν μια εισροή αιτημάτων από κάποιους απροσδόκητους ερευνητές. Συγκεκριμένα, παραφυσικοί ερευνητές επιθυμούσαν να επισκεφθούν το σπίτι για να επικοινωνήσουν με τα φαντάσματα των νεκρών θυμάτων που ζούσαν κάποτε εκεί.
Αν και το ζευγάρι δεν είχε καν ακούσει για αυτή την ιστορία, γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι το μικρό λευκό αγροτόσπιτο της Βιλίσκα ίσως ήταν στοιχειωμένο και ότι το μουσείο θα έπρεπε να αντικατοπτρίζει τη βαθιά, σκοτεινή ιστορία του.
Τι συνέβη όμως, σε αυτό το σπίτι;
Η νύχτα των δολοφονιών
Στις 10 Ιουνίου 1912, η οικογένεια Moore κοιμόταν ήσυχα στα κρεβάτια της. Ο Joe και η Sarah Moore κοιμόντουσαν στον επάνω όροφο, ενώ τα τέσσερα παιδιά τους ξεκουράζονταν σε ένα δωμάτιο στο τέλος του διαδρόμου.
Σε έναν ξενώνα στον πρώτο όροφο βρίσκονταν δύο κορίτσια, οι αδελφές Stillinger, που είχαν έρθει επίσκεψη και κοιμήθηκαν στο σπίτι.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ένας άγνωστος μπήκε από την ξεκλείδωτη πόρτα, άρπαξε μία λάμπα πετρελαίου ώστε να βλέπει ενώ στο άλλο χέρι κρατούσε ένα τσεκούρι. Κατευθύνθηκε προς τα δωμάτια των γονιών αρχικά και στη συνέχεια των παιδιών. Σε κάθε δωμάτιο διέπραξε μερικούς από τους πιο φρικτούς φόνους στην αμερικανική ιστορία.
Στη συνέχεια, τόσο γρήγορα και αθόρυβα όσο είχε φτάσει, έφυγε, παίρνοντας τα κλειδιά από το σπίτι και κλειδώνοντας την πόρτα πίσω του.
Την επόμενη ημέρα, οι γείτονες διαπίστωσαν πως η οικογένεια δεν είχε βγει για τις καθημερινές εργασίες τους και πως το σπίτι ήταν αρκετά ήσυχο. Ειδοποίησαν τον αδελφό του Τζο, ο οποίος έφτασε για να ρίξει μια ματιά. Αυτό που είδε, αφού μπήκε μέσα με το δικό του κλειδί, ήταν αρκετό για να τον αρρωστήσει.
Όλοι στο σπίτι ήταν νεκροί!
Η επόμενη ημέρα των δολοφονιών
Όταν η αστυνομία έφτασε στο σπίτι, διαπίστωσε ότι οι γονείς είχαν δολοφονηθεί πρώτοι, και μάλιστα με προφανή βία. Το τσεκούρι που είχε χρησιμοποιηθεί για να τους σκοτώσει είχε αιωρηθεί τόσο ψηλά πάνω από το κεφάλι του δολοφόνου που χάραξε το ταβάνι πάνω από το κρεβάτι.
Μόνο ο πατέρας είχε χτυπηθεί με το τσεκούρι τουλάχιστον 30 φορές. Τα πρόσωπα και των δύο γονέων, καθώς και των παιδιών, είχαν μετατραπεί σε έναν αιματοβαμμένο πολτό. Ωστόσο, η κατάσταση των πτωμάτων δεν ήταν το πιο ανησυχητικό σημείο, όταν η αστυνομία ερεύνησε το σπίτι.
Ο δολοφόνος είχε καλύψει τα κεφάλια των γονέων με σεντόνια και τα πρόσωπα των παιδιών με ρούχα. Στη συνέχεια πέρασε από κάθε δωμάτιο του σπιτιού, καλύπτοντας όλους τους καθρέφτες και τα παράθυρα με πανιά και πετσέτες.
Κάποια στιγμή, πήρε ένα κομμάτι άψητου μπέικον δύο κιλών από το ψυγείο και το τοποθέτησε στο σαλόνι, μαζί με ένα μπρελόκ. Στο σπίτι βρέθηκε ένα μπολ με νερό, μέσα στο οποίο υπήρχε αίμα. Η αστυνομία πίστευε ότι ο δολοφόνος είχε πλύνει τα χέρια του σε αυτό πριν φύγει.
Η αστυνομία προειδοποίησε το πλήθος να μπει μέσα στο σπίτι αλλά περίπου 100 άτομα μπήκαν αλλοιώνοντας, μάλιστα τον τόπο του εγκλήματος. Ένας μάλιστα, πήρε κομμάτια από το κρανίο του Joe Moore ως ένα μακάβριο ενθύμιο.
Ποιος είναι ο δολοφόνος
Όσον αφορά τον δράστη των δολοφονιών με τσεκούρι, η αστυνομία είχε συγκλονιστικά λίγα στοιχεία. Έγιναν μερικές ημιτελείς προσπάθειες έρευνας στην πόλη και τη γύρω ύπαιθρο, αν και οι περισσότεροι αστυνομικοί πίστευαν ότι με το περίπου πεντάωρο προβάδισμα που είχε ο δολοφόνος, θα είχε εξαφανιστεί προ πολλού.
Με την πάροδο του χρόνου κατονομάστηκαν μερικοί ύποπτοι, αν και κανένας από αυτούς δεν αποδείχθηκε. Ο πρώτος ήταν ο Φρανκ Τζόουνς, ένας τοπικός επιχειρηματίας που είχε ανταγωνιστεί τον Τζο Μουρ. Ο Μουρ είχε δουλέψει για τον Τζόουνς για επτά χρόνια στην επιχείρηση πώλησης αγροτικού εξοπλισμού πριν φύγει και ξεκινήσει τη δική του ανταγωνιστική επιχείρηση.
Υπήρχε επίσης μια φήμη ότι ο Joe είχε σχέση με τη νύφη του Jones, αν και οι αναφορές ήταν αβάσιμες. Οι κάτοικοι της πόλης επιμένουν, ωστόσο, ότι οι Μουρ και οι Τζόουνς έτρεφαν βαθύ μίσος ο ένας για τον άλλον, αν και κανείς δεν παραδέχεται ότι αυτό ήταν αρκετά άσχημο ώστε να προκαλέσει φόνο.
Ο δεύτερος ύποπτος ήταν και πολύ πιο πιθανός και μάλιστα ομολόγησε τις δολοφονίες – αν και αργότερα ανακάλεσε ισχυριζόμενος αστυνομική βία. Το όνομά του ήταν Lyn George Jacklin Kelly, και ήταν Άγγλος μετανάστης και γνωστός σεξουαλικά παραβάτης με καταγεγραμμένα ψυχολογικά προβλήματα. Παραδέχτηκε μάλιστα ότι βρισκόταν στην πόλη τη νύχτα των δολοφονιών και παραδέχτηκε ότι είχε φύγει νωρίς το πρωί.
Ο Kelly ήταν αριστερόχειρας, κάτι που η αστυνομία διαπίστωσε από τους πιτσιλιές αίματος, και είχε ιστορικό με την οικογένεια Moore, καθώς πολλοί τον είχαν δει να τους παρακολουθεί δύο ημέρες πριν τους φόνους.
Ανεξιχνίαστοι φόνοι
Κάποια στιγμή, μετά από μακρά ανάκριση, υπέγραψε μια ομολογία που περιγράφει λεπτομερώς το έγκλημα. Ωστόσο, ισχυρίστηκε πως σκότωσε πρώτα τα παιδιά και μετά τους γονείς, κάτι που δεν ίσχυε.
Σχεδόν αμέσως ανακάλεσε και οι ένορκοι αρνήθηκαν να του απαγγείλουν κατηγορίες.
Για χρόνια, η αστυνομία εξέταζε κάθε πιθανό σενάριο που θα μπορούσε να έχει καταλήξει στους φόνους με τσεκούρι. Σύντομα, άρχισαν να εμφανίζονται αναφορές για παρόμοια εγκλήματα που συνέβαιναν σε ολόκληρη τη χώρα.
Αν και τα εγκλήματα δεν ήταν τόσο φρικιαστικά, υπήρχαν δύο κοινά στοιχεία – η χρήση ενός τσεκουριού ως φονικού όπλου και η παρουσία μιας λάμπας πετρελαίου, ρυθμισμένης να καίει εξαιρετικά χαμηλά, στον τόπο του εγκλήματος.
Το σπίτι γίνεται μουσείο
Και ενώ κάθε ύποπτος και κάθε στοιχείο κατέληγε τελικά σε αδιέξοδο, η ιστορία του Βιλίσκα δεν σταμάτησε εκεί.
Το σπίτι άλλαξε χέρια μερικές φορές τα τελευταία 100 χρόνια αλλά από το 1994 ανήκει στον Darwin και η Martha Linn, οι οποίοι το μετέτρεψαν σε «μουσείο». Συγκεκριμένα, επέτρεπαν τη διανυκτέρευση σε διάφορους ερευνητές του μεταφυσικού που ήθελαν να έρθουν σε επαφή με τα φαντάσματα.
We Found It | Investigating Haunted Villisca Axe Murder Househttps://t.co/n0gsuONZr4 pic.twitter.com/NdHUh0w4V7
— Seth Borden (@imsethborden) December 3, 2023
Όσοι έμειναν εκεί, ισχυρίστηκαν πως άκουγαν κραυγές, ανεξήγητες κινήσεις και μια παράξενη ομίχλη να μετακινείται από δωμάτιο σε δωμάτιο όταν το τρένο περνάει από την πόλη την ώρα των φόνων.
Η 7η Νοέμβρη 2014
Σύμφωνα με το podcast του VICE, «Extremes», το βράδυ της 7ης Νοέμβρη 2014 ένας 50χρονος άνδρας βρέθηκε για διανυκτέρευση στο σπίτι με τους γονείς του.
Την επόμενη ημέρα το πρωί, εντοπίστηκε στο δωμάτιο των παιδιών με έναν σουγιά καρφωμένο στο στήθος του.
Ο άνδρας μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και επέζησε. Όπως ισχυρίστηκε, προσπαθούσε να «καλέσει» τα φαντάσματα αλλά δεν θυμόταν τίποτα άλλο παρά μόνο πως την επόμενη ξύπνησε στα Επείγοντα.
Σήμερα το σπίτι παραμένει ένα τουριστικό αξιοθέατο.
Πηγή φωτογραφιών: FLICKR