«Το βάρος της ψήφου θα είναι μεγάλο» επιμένει ο Μητσοτάκης για την 9η Ιουνίου, χαρακτηρίζοντας την αποχή «εχθρό» της Δημοκρατίας. «Η αποχή να γίνει συμμετοχή, η παραίτηση να γίνει ελπίδα» λέει ο Κασσελάκης, ενώ και ο Ανδρουλάκης ζητάει αυξημένη προσέλευση για «στήριξη της σοβαρής αντιπολίτευσης». Στις 12 ημέρες προεκλογικής εκστρατείας μέχρι την ευρωκάλπη, πολιτικοί αρχηγοί και κομματικοί μηχανισμοί ρίχνουν τις τελευταίες δυνάμεις τους στον αγώνα της συσπείρωσης. Ουσιαστικά προσπαθούν με κάθε τρόπο να δώσουν στους ψηφοφόρους λόγους για να περάσουν πίσω από το εκλογικό παραβάν. Ωστόσο ούτε η φύση της επικείμενης εκλογικής διαδικασίας (που δεν βγάζει κυβέρνηση) ούτε τα διαχρονικά δεδομένα (που είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά) ευνοούν οποιαδήποτε αισιοδοξία για τη συμμετοχή.
Το έργο είναι δύσκολο για όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Το δείχνουν οι αριθμοί: Μέσα σε έναν μήνα πέρυσι, μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου, «εξαφανίστηκαν» 787.341 ψηφοφόροι. Από τις εθνικές εκλογές του 2019 σε εκείνες του περασμένου Ιουνίου «χάθηκαν» 495.945 ψηφοφόροι. Στις ευρωεκλογές του 2009, σε εκείνο το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, όταν στήθηκαν κάλπες χωρίς να διεξάγονται ταυτόχρονα αυτοδιοικητικές εκλογές, το ποσοστό εκείνων που «προσπέρασαν» τη διαδικασία πλησίασε επικίνδυνα το 50%.
Ο φόβος επανάληψης του 2009 και – ακόμα χειρότερα – επιδείνωσης της εικόνας αδιαφορίας των πολιτών απέναντι στις εκλογές «χτυπά» εκ νέου οριζόντια τα κόμματα. Ολοι… ψάχνονται στα ποσοστά της συσπείρωσής τους, αναζητούν το κατάλληλο μήνυμα κινητοποίησης της βάσης τους, αγωνιούν για το αν και κατά πόσο η επιστολική ψήφος θα «σώσει» λίγο την κατάσταση. Είναι βέβαιο ότι από το βράδυ της 9ης Ιουνίου θα γίνονται εκτεταμένες συζητήσεις για τα ποσοστά συμμετοχής – αποχής. Ποιος επλήγη περισσότερο; Ποιοι πήγαν στην παραλία και ποιοι έμειναν στον καναπέ τους; Γιατί το έκαναν;
Οσο κι αν οι απαντήσεις των αναλυτών θα είναι σωστές, ερμηνεύοντας μια δεδομένη στιγμή, το λάθος είναι τα ερωτήματα που απασχολούν εξαρχής τα κόμματα. Οσο επιμένουν να «ζυγίζουν» το επίπεδο της αποχής μόνο με το μέτρο «ποιον ευνόησε – ποιον έπληξε» στην εκάστοτε κάλπη τόσο θα αφήνουν εκτός επεξεργασίας (και προβληματισμού) τη συνολική επίδρασή της. Και, κυρίως, τα αίτιά της.