Αντισημιτικό χαρακτήρισαν φιλοϊσραηλινοί κροίσοι, αλλά και ο ίδιος δήμαρχος της Νέας Υόρκης ρεπορτάζ της Washington Post που αποκάλυπτε υπόγειες δραστηριότητες επηρεασμού της κοινής γνώμης υπέρ του Ισραήλ, παρά τις σφαγές που επιδίδεται στη Λωρίδα της Γάζας.

Τον συναγερμό στο δραστήριο ισραηλινό λόμπι σήμαναν στις 16 Μαίου οι δημοσιογράφοι Χάνα Νάτανσον και Εμανουέλ Φέλτον, που με την έρευνά τους επεσήμαναν το γνωστό πρόβλημα στην αμερικανική πολιτική, ότι δηλαδή, οι πλούσιοι απολαμβάνουν μεγάλης επιρροής στα πολιτικά πράγματα στις ΗΠΑ.

Ειδικότερα, οι δύο δημοσιογράφοι έδειξαν τον βαθμό που οι πλούσιοι φιλοϊσραηλινοί επιχειρηματίες συντονίστηκαν μεταξύ τους για να πιέσουν τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης, Έρικ Άνταμς, να λάβει δραστικά μέτρα κατά των φοιτητικών διαδηλώσεων κατά της γενοκτονίας των Παλαιστινίων.

Το ρεπορτάζ της The Washington Post βασίστηκε σε ομαδικές συνομιλίες στην εφαρμογή WhatsApp που ονομάζονται «Τρέχουσες εκδηλώσεις του Ισραήλ», στις οποίες συμμετέχουν «δισεκατομμυριούχοι και τιτάνες των επιχειρήσεων».

Σύμφωνα με το αμερικανικό δημοσίευμα, ένα μήνυμα από το προσωπικό ενός δισεκατομμυριούχου «είπε στους άλλους ότι ο στόχος της ομάδας ήταν να «αλλάξει το αφήγημα» υπέρ του Ισραήλ».

Όπως έγραψε έναν χρήστης που προσδιορίστηκε ως «υπάλληλος» είπε στην ομάδα: «Ενώ το Ισραήλ εργαζόταν για να «κερδίσει τον πόλεμο», τα μέλη της ομάδας «θα βοηθούσαν να κερδίσουμε τον πόλεμο» της κοινής γνώμης των ΗΠΑ χρηματοδοτώντας μια εκστρατεία ενημέρωσης κατά της Χαμάς».

 δισεκατομμυριούχος και συνιδρυτής, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Starwood Capital Group, ενός επενδυτικού ταμείου με περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία

O Μπάρι Στέρνλιχτ  δισεκατομμυριούχος και συνιδρυτής, πρόεδρος και διευθύνοντας σύμβουλος του Starwood Capital Group.

Βάσει του δημοσιεύματος, φαίνεται ότι ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης συνεργαζόταν με το ισραηλινό αυτό λόμπι επιχειρηματιών. Ανάμεσα στους συνομιλητές ήταν και συνεργάτης του Μπάρι Στέρνλιχτ  δισεκατομμυριούχου και συνιδρυτή, πρόεδρο και διευθύνοντα συμβούλου του Starwood Capital Group, ενός επενδυτικού ταμείου με περισσότερα από 100 δισ. δολ. σε περιουσιακά στοιχεία.

«Είναι ανοιχτός σε όποιες ιδέες έχουμε», έγραψε στις 27 Απριλίου, την επομένη της κλήσης Zoom του ομίλου με τον δήμαρχο, το μέλος του chat [Joseph] Sitt, ιδρυτής της αλυσίδας Ashley Stewart, μιας αμερικανικής εταιρείας γυναικείων ρούχων και της παγκόσμιας εταιρείας ακινήτων Thor Equities.

«Όπως είδατε είναι εντάξει αν προσλάβουμε ιδιωτικούς ερευνητές για να συνεργαστεί η ομάδα πληροφοριών της αστυνομίας μαζί τους».

Το αμερικανικό δημοσίευμα αποκάλυψε ότι τα μέλη της ομαδικής συνομιλίας, γνωρίζοντας ότι «η Κολούμπια έπρεπε να δώσει στον Άνταμς άδεια προτού στείλει την αστυνομία της πόλης στην πανεπιστημιούπολη», σχεδίασαν να ενοχλήσουν την πρύτανη του Κολούμπια Μινούς Σαφίκ, αλλά και να επικοινωνήσουν με το διοικητικό συμβούλιο του πανεπιστημίου.

Μιλώντας σε αμερικανικά ΜΜΕ ο ίδιος η δήμαρχος, χαρακτήρισε το ρεπορτάζ «αντισημιτικό στον πυρήνα του». Ένας συνεργάτης του με ανάρτησή του στο Twitter δήλωσε ότι «ο υπαινιγμός ότι Εβραίοι δωρητές σχεδίαζαν κρυφά να επηρεάσουν τις κυβερνητικές επιχειρήσεις είναι ένα πολύ γνωστό αντισημιτικό τροπάριο».

Η εβραϊκή οργάνωση Anti-Defamation League σημείωσε ότι η Washington Post πρέπει να ντρέπεται για τη δημοσίευση ενός άρθρου που ασύστολα (και σχεδόν εξ ολοκλήρου βασίζεται σε ανώνυμες πηγές) παίζει αντισημιτικά τροπάρια, συμπεραίνοντας ότι μια μυστική ομάδα Εβραίων χρησιμοποιεί πλούτο και δύναμη για να επηρεάσει κυβερνήσεις, ΜΜΕ, τον επιχειρηματικό κόσμο και την ακαδημαϊκή κοινότητα.

Βέβαια, παρά τις παραπάνω αστήρικτες κατηγορίες, η Washington Post, δεν έκανε λόγο για «Εβραίους» που, δήθεν, είχαν «χρησιμοποιήσει τα χρήματά τους και τη δύναμή τους» αλλά για «ορισμένα εξέχοντα άτομα» που έχουν διακριθεί για την πολιτική τους και όχι το θρήσκευμά τους.