Νομικοί εμπειρογνώμονες ειδικοί σε ζητήματα διεθνούς δικαίου και διαδικασιών των διεθνών δικαστηρίων σχολίασαν τις προσπάθειες των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ να υπονομεύσουν και να επηρεάσουν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) μέσω απειλών και εκβιασμών σε δικαστές.
Συγκεκριμένα ο Guardian επικοινώνησε με κάποιους από τους κορυφαίους νομικούς, οι οποίοι σχολίασαν τις αποκαλύψεις σχετικά με τις ισραηλινές επιχειρήσεις παρακολούθησης και κατασκοπείας κατά του ΔΠΔ και δήλωσαν ότι η συμπεριφορά των ισραηλινών υπηρεσιών πληροφοριών θα μπορούσε να ισοδυναμεί με ποινικά αδικήματα όπως «αδικήματα κατά της απονομής της δικαιοσύνης» και θα πρέπει να διερευνηθούν από τον επικεφαλής εισαγγελέα του.
Οι αποκαλύψεις για την εννεαετή εκστρατεία του Ισραήλ κατά του δικαστηρίου δημοσιεύθηκαν την Τρίτη στο πλαίσιο κοινής έρευνας του Guardian, του ισραηλινο-παλαιστινιακού περιοδικού +972 Magazine και του εβραικόφωνου Local Call.
Στις αποκαλύψεις περιγράφεται λεπτομερώς πώς οι υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας αναπτύχθηκαν για να παρακολουθούν, να χακάρουν, να ασκούν πιέσεις, να συκοφαντούν και να απειλούν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, ανώτερα στελέχη του ΔΠΔ.
Ο Τόμπι Κάντμαν, Βρετανός δικηγόρος που ειδικεύεται στο διεθνές ποινικό και ανθρωπιστικό δίκαιο, δήλωσε ότι τα ευρήματα είναι «βαθιά ανησυχητικά» και περιλαμβάνουν ισχυρισμούς που «συνιστούν απόπειρα διαστρέβλωσης της πορείας της Δικαιοσύνης μέσω της χρήσης απειλών» προς την πρώην εισαγγελέα του ΔΠΔ, Φατού Μπενσούντα.
«Ισοδυναμούν με αδικήματα του άρθρου 70»
«Είναι απολύτως σαφές ότι πρόκειται για θέματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ, ιδίως βάσει του άρθρου 70 του καταστατικού. Κάθε πρόσωπο που προσπάθησε να παρεμποδίσει τις ανεξάρτητες έρευνες της εισαγγελέως πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Παρατηρητές των διαδικασιών και των αποφάσεων του ΔΠΔ δήλωσαν ότι οι ενέργειες του Ισραήλ δικαιολογούν περαιτέρω έρευνα.
Ο Ματ Κάνοκ, επικεφαλής του κέντρου της Διεθνούς Αμνηστίας για τη διεθνή δικαιοσύνη στη Χάγη, δήλωσε: «Είναι απολύτως σαφές ότι πολλά από τα παραδείγματα που επισημαίνονται στην έκθεση θα μπορούσαν να ισοδυναμούν με αδικήματα του άρθρου 70. Τέτοιες κατηγορίες θα πρέπει να απαγγέλλονται σε οποιονδήποτε προσπάθησε να παρεμποδίσει, να εκφοβίσει ή να επηρεάσει με διεφθαρμένο τρόπο τους αξιωματούχους του ΔΠΔ».
«Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι θα μπορούσε να είναι πιο κραυγαλέα απόπειρα αθέμιτης παρέμβασης σε μια εισαγγελική διαδικασία», δήλωσε από την πλευρά του ένας άλλος εμπειρογνώμονας, ο Μαρκ Κέρστεν, επίκουρος καθηγητής ποινικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο Fraser Valley στον Καναδά.
Ο Αντίλ Χάκε, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Rutgers του Νιου Τζέρσεϊ, δήλωσε ότι, καθώς τα αδικήματα του άρθρου 70 έχουν πενταετή παραγραφή, η εισαγγελία θα πρέπει να κινηθεί γρήγορα αν επιθυμεί να διεξάγει έρευνα και ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσφέρουν τη βοήθειά τους.
«Πρόκειται για τη συμπεριφορά μιας εγκληματικής οικογένειας, όχι για τη συμπεριφορά ενός κράτους, και τα κράτη μέλη θα πρέπει να το πουν αυτό», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν ο εισαγγελέας εξετάζει το ενδεχόμενο έρευνας βάσει του άρθρου 70 υπό το φως των αποκαλύψεων του Guardian, εκπρόσωπος του γραφείου του Χαν δήλωσε ότι δεν μπορεί να σχολιάσει περαιτέρω πέρα από τις προειδοποιήσεις που έκανε ο επικεφαλής εισαγγελέας αυτόν τον μήνα ότι «όλες οι προσπάθειες παρεμπόδισης, εκφοβισμού ή αθέμιτης επιρροής των υπαλλήλων αυτού του Δικαστηρίου πρέπει να σταματήσουν αμέσως».
Δύσκολη εβδομάδα για το Ισραήλ
Η έρευνα του Guardian έρχεται μετά από μια δύσκολη εβδομάδα για το Ισραήλ στη διεθνή σκηνή, καθώς ο εισαγγελέας του ΔΠΔ, Καρίμ Χαν, ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι ζητά εντάλματα σύλληψης για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας για τους ηγέτες της Χαμάς και του Ισραήλ.
Η απόφαση να ζητηθούν εντάλματα σύλληψης κατά του πρωθυπουργού του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και του υπουργού Άμυνας, Γιοάβ Γκαλάντ, ήταν η πρώτη φορά που ένας εισαγγελέας του ΔΠΔ ανέλαβε δράση κατά των ηγετών ενός στενού συμμάχου της Δύσης.
Την πρωτοφανή απόφαση να ζητηθούν εντάλματα σύλληψης για τον Νετανιάχου και τον Γκαλάντ ακολούθησε την Παρασκευή, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου με την οποία διατάχθηκε το τέλος της καταστροφικής επίθεσης του Ισραήλ στη Ράφα. Την ίδια εβδομάδα, η Ιρλανδία, η Νορβηγία και η Ισπανία αναγνώρισαν επίσημα ένα παλαιστινιακό κράτος.
Το Ισραήλ απάντησε ανακαλώντας τους πρεσβευτές του από το Δουβλίνο, τη Μαδρίτη και το Όσλο και παρακρατώντας φορολογικά έσοδα από την ημιαυτόνομη Παλαιστινιακή Αρχή της Δυτικής Όχθης.
Πριν από τις αποκαλύψεις της Τρίτης, ο Χαν είχε ισχυριστεί ότι είχαν ήδη γίνει απροσδιόριστες προσπάθειες «παρεμπόδισης, εκφοβισμού ή αθέμιτης επιρροής των υπαλλήλων αυτού του δικαστηρίου» από μη κατονομαζόμενα μέρη. Μια τέτοια συμπεριφορά θα μπορούσε να συνιστά ποινικό αδίκημα βάσει του άρθρου 70 του ιδρυτικού καταστατικού του δικαστηρίου.
Νετανιάχου: «Ψευδείς ισχυρισμοί»
Εκπρόσωπος του γραφείου του Νετανιάχου δήλωσε ότι οι ερωτήσεις και τα αιτήματα σχολιασμού του Guardian ήταν «γεμάτα με πολλούς ψευδείς και αβάσιμους ισχυρισμούς που αποσκοπούσαν στο να πλήξουν το κράτος του Ισραήλ».
Η Ουάσινγκτον, μαζί με τη βρετανική και τη γερμανική κυβέρνηση, έχει αντιταχθεί στην απόφαση του Χαν να ζητήσει εντάλματα σύλληψης για τους ηγέτες του Ισραήλ. Μάλιστα ορισμένοι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου ζήτησαν να επιβληθούν κυρώσεις κατά του ΔΠΔ ως απάντηση, αλλά ο Λευκός Οίκος δήλωσε την Τρίτη ότι δεν θα το πράξει. Όπως και το Ισραήλ, έτσι και οι ΗΠΑ δεν είναι μέλος του δικαστηρίου.
Την Τρίτη, ο εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, Μάθιου Μίλερ, δήλωσε ότι είχε διαβάσει την έκθεση του Guardian και ότι οι ΗΠΑ αντιτίθενται στις «απειλές ή τον εκφοβισμό» κατά των μελών του διεθνούς ποινικού δικαστηρίου.
«Δεν θέλω να μιλήσω για υποθέσεις σχετικά με το τι μπορεί να κάνουν ή να μην κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε. «Αλλά φυσικά θα αντιτασσόμασταν στις απειλές ή τον εκφοβισμό εναντίον οποιουδήποτε δημόσιου αξιωματούχου», προσέθεσε.
«Οι τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν εναντίον των Παλαιστινίων έχουν τώρα χρησιμοποιηθεί εναντίον διεθνών αξιωματούχων»
Τα 124 κράτη μέλη του ΔΠΔ πρέπει να ενεργήσουν βάσει των ευρημάτων για να στείλουν ένα σαφές μήνυμα στους φορείς που επιχειρούν να σαμποτάρουν το έργο του Δικαστηρίου, δήλωσαν ακόμα αρκετοί εμπειρογνώμονες.
Η Ντάνια Τσάικελ, εκπρόσωπος της Διεθνούς Ομοσπονδίας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο ΔΠΔ, δήλωσε: «Αυτοί οι ισχυρισμοί θα πρέπει να αποτελέσουν ένα κάλεσμα αφύπνισης για τα κράτη μέρη σχετικά με το τι διακυβεύεται. Πρέπει να συσπειρωθούν και να υποστηρίξουν το δικαστήριο που έχτισαν».
«Για να διατηρηθεί το διεθνές σύστημα Δικαιοσύνης, πρέπει να προστατεύεται από απειλές, ιδιαίτερα από κατάφωρες απειλές εναντίον εκείνων που έχουν αναλάβει την τεράστια ευθύνη να εργάζονται για λογαριασμό όλων μας για τη δίωξη των χειρότερων εγκλημάτων που είναι γνωστά στην ανθρωπότητα», προσέθεσε.
Ένας ανώτερος Παλαιστίνιος αξιωματούχος, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί προκειμένου να μιλήσει ελεύθερα, δήλωσε: «Οι τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν εναντίον των Παλαιστινίων που ζουν υπό κατοχή έχουν τώρα χρησιμοποιηθεί εναντίον διεθνών αξιωματούχων από μερικούς από τους πιο σημαντικούς θεσμούς του κόσμου. Αυτή η έρευνα δείχνει ότι η πίστη του Ισραήλ στην ατιμωρησία του υπερβαίνει πλέον τα σύνορα της Παλαιστίνης»
«Η διεθνής κοινότητα έχει τώρα δύο επιλογές. Είτε να αλλάξει πορεία και να προστατεύσει το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς, είτε να καταστρέψει την τάξη που βασίζεται σε κανόνες για χάρη της υπεράσπισης του Ισραήλ», κατέληξε.