Περισσότερες από 2.100 πολυεθνικές έχουν μείνει στη Ρωσία από το 2022, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, σε σύγκριση με 1.600 διεθνείς εταιρείες που είτε εγκατέλειψαν τη συγκεκριμένη αγορά είτε μείωσαν τις εκεί δραστηριότητές τους, όπως προκύπτει από δημοσίευμα των «Financial Times» που επικαλείται στοιχεία από τη Σχολή Οικονομικών του Κιέβου (Kyiv School of Economics).
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, μεγάλος αριθμός τέτοιων ομίλων υποσχέθηκε ότι θα μειώσει την παρουσία του στη Ρωσία την ώρα που η Δύση ξεκινούσε προσπάθεια να πλήξει την οικονομία της χώρας και να μειώσει όσο περισσότερο μπορεί την πρόσβαση του Κρεμλίνου με έσοδα, όπως αναφέρεται.
Το κόστος
Ομως η ρωσική κυβέρνηση έχει αυξήσει σημαντικά το κόστος μιας τέτοιας αποχώρησης, επιβάλλοντας υποχρεωτική έκπτωση 50% στις πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού από εταιρείες που εδρεύουν σε «μη φιλικές» – όπως τις χαρακτηρίζει η Μόσχα – χώρες και θέλουν να πουλήσουν δραστηριότητες σε ρωσικές οντότητες. Επίσης η ρωσική κυβέρνηση έχει επιβάλει και ελάχιστο φόρο 15% για τις πωλήσεις αυτές, τον οποίο ονομάζει «φόρο εξόδου» από τη Ρωσία. Ταυτόχρονα, ακόμη και όταν μια εταιρεία θέλει όντως να αποχωρήσει, είναι δύσκολο να βρει ενδιαφερόμενο αγοραστή τον οποίο εγκρίνει η Μόσχα και που ταυτόχρονα δεν πτοείται ή δεν επηρεάζεται από τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία, όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Ως παράδειγμα αναφέρονται από τους «FT» αρκετές εταιρείες. Η PepsiCo ανακοίνωσε τον Μάρτιο του 2022 ότι ανέστειλε την πώληση και την παραγωγή αναψυκτικών στη Ρωσία, αλλά συνεχίζει να λειτουργεί εταιρεία γαλακτοκομικών στη χώρα που απασχολεί άμεσα 20.000 άτομα και έμμεσα άλλα 40.000, ειδικά στη γεωργία. «Ως εταιρεία τροφίμων και ποτών, τώρα περισσότερο από ποτέ πρέπει να παραμείνουμε πιστοί στην ανθρωπιστική πτυχή της επιχείρησής μας. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ευθύνη να συνεχίσουμε να προσφέρουμε τα άλλα προϊόντα μας στη Ρωσία» έγραψε ο διευθύνων σύμβουλος Ραμόν Λαγκουάρτα σε email προς τους υπαλλήλους τον Σεπτέμβριο του 2022, αναφέρει το δημοσίευμα.
Η ανταγωνίστρια Coca-Cola «έχει σταματήσει να στέλνει τα σιρόπια των αναψυκτικών της στη Ρωσία, αλλά ο ρόλος της έχει καλυφθεί από την εμφιαλώτρια της εταιρείας-γίγαντα στην περιοχή, την Coca-Cola Hellenic, στην οποία κατέχει μερίδιο 21%» αναφέρει το δημοσίευμα.
Τον Αύγουστο του 2022 ο εμφιαλωτής δημιούργησε αυτόνομη ρωσική εταιρεία, τη Multon Partners, της οποίας οι ρωσικές εκδόσεις των εμπορικών σημάτων της Coca-Cola περιλαμβάνουν την Dobry Cola, η οποία εκτόπισε την ορίτζιναλ Coca-Cola από την πρώτη θέση των πωλήσεων στη χώρα. «Η Dobry Cola αποτελεί επέκταση υπάρχουσας μάρκας στην αγορά, που παράγεται και διανέμεται από τη Multon Partners. Δεν έχει καμία σχέση με την The Coca-Cola Company ή τις μάρκες της» είπε ο εμφιαλωτής σύμφωνα με τους «FT».
Οι πωλήσεις
Μεταξύ των χιλιάδων εταιρειών που έχουν δηλώσει ότι θα παραμείνουν στη Ρωσία – στις οποίες περιλαμβάνονται οι Mondelez, Unilever, Nestlé και Philip Morris – ορισμένες είναι πιο ανοιχτές όσον αφορά τα σχέδιά τους. Ο διευθύνων σύμβουλος της Mondelez Ντιρκ βαν ντερ Πουτ είπε πρόσφατα στους «FT» ότι οι επενδυτές δεν νοιάζονται από ηθικής απόψεως αν οι όμιλοι εγκατέλειψαν τη χώρα. Σε πολλές περιπτώσεις, ωστόσο, υπάρχει έλλειψη σαφήνειας σχετικά με τις ισχυριζόμενες πωλήσεις δραστηριοτήτων ορισμένων εταιρειών, σημειώνεται.
Οι «FT» κατονομάζουν επίσης ως εταιρείες που έχουν παραμείνει τις Avon Products, Air Liquide και Reckitt, καθώς και την αυστριακή τράπεζα Raiffeisen Bank International, η οποία έχει μεγάλα κέρδη από τη συνεχιζόμενη δραστηριοποίησή της στη Ρωσία.
Ο ακτιβιστής επενδυτής και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Unilever Νέλσον Πέλτζ έχει αναφέρει στους «FT» φέτος ότι πίεσε τον όμιλο καταναλωτικών αγαθών, ο οποίος έχει διερευνήσει επιλογές για πώληση, να μη φύγει από τη χώρα. «Αν αποσυρθούμε από τη Ρωσία, θα πάρουν τις μάρκες μας για τον εαυτό τους. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι καλό» είπε τονίζοντας ότι ανταγωνιστές όπως η P&G και η Colgate-Palmolive δεν έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. «Γιατί θα πρέπει εμείς;» (να την εγκαταλείψουμε;) καταλήγει το δημοσίευμα των «FT».