Ο περίφημος «γαλλογερμανικός άξονας» ίσως είναι ο πρώτος στην Ιστορία με προορισμό να… μην κάνει απολύτως τίποτα. Και που ακριβώς γι’ αυτό έχει και διαρκή ανάγκη σταθερών επαναληπτικών δόσεων αυτεπιβεβαίωσης. Για να θυμίσει στον κόσμο και στον εαυτό του ότι… υπάρχει, καθώς αλλιώς θα είχε προ πολλού ξεχαστεί. Γιατί; Επειδή υπάρχει μόνο στα λόγια. Αυτή είναι η αδιάψευστη πραγματικότητα, καθώς οι διάφορες «μεγάλες πρωτοβουλίες» που ο εν λόγω άξονας «ανέλαβε» στο πρόσφατο και μη παρελθόν ξεχάστηκαν αμέσως μετά που έσβησαν τα φώτα της σκηνής των «σπουδαίων» ανακοινώσεων.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του 2016, την περίοδο αμέσως μετά την υπερψήφιση του Brexit από τους Βρετανούς. Οταν ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ έλεγε δημοσίως στην, επίσης τότε, καγκελάριο της Γερμανίας Μέρκελ στα πλαίσια μιας έκτακτης και λίαν δραματικά φορτισμένης συνάντησης ότι «είναι ευθύνη της Γαλλίας και της Γερμανίας να πάρουν την πρωτοβουλία, επειδή δείξαμε ότι, από τη δυστυχία, από τη φρίκη και από τον πόλεμο, είμαστε ικανοί να οικοδομήσουμε μια ισχυρή φιλία […] Χωριστά, αναλαμβάνουμε τον κίνδυνο να είμαστε διασπασμένοι, σε διαφωνία και σε διενέξεις. Μαζί, μπορούμε να κερδίσουμε όχι απλώς την ειρήνη, αλλά και την εκτίμηση των ανδρών και των γυναικών αυτής της ωραίας ένωσης που ονομάζεται Ευρώπη». Αποτέλεσμα; Μηδέν. Ολα, λόγια του αέρα. Απόδειξη;
Τώρα, ο γάλλος πρόεδρος πήγε στο Βερολίνο για να κάνει με τον Σολτς ακριβώς ό,τι είχε κάνει ο Ολάντ τότε με τη Μέρκελ. Μακρόν και Σολτς ήθελαν να μεταφέρουν το μήνυμα ότι θα εστιάσουν σε όσα τους ενώνουν και θα αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους. Δηλαδή αντιγραφή. Verbatim! Που συνιστά μία ακόμη απόδειξη της ανυπαρξίας του «άξονα» και του τραγικού βαλτώματος της Ευρώπης, αλλά παράλληλα και του λίαν δημοκρατικού μοντέλου της σημερινής Ευρώπης που δύο χώρες μιλούν εξ ονόματός της.
Στο Βερολίνο προαναγγέλθηκαν, υποτίθεται, «ιστορικές πρωτοβουλίες». Υπάρχει όμως έστω και ένας που να πιστεύει ότι τα λόγια θα γίνουν έργα; Ή άπαντες γνωρίζουν ότι όλα αυτά είναι απλώς έκφραση προεκλογικής αγωνίας; Υποστηρίχθηκε ότι ήταν σημαντική επίσκεψη, επειδή ήταν η πρώτη «επίσημη» γάλλου προέδρου εκεί, έπειτα από 24 χρόνια. Και μόνον ότι χρειάζεται αυτό για να αποδείξει τη σημασία της δείχνει την πλήρη ένδεια ουσίας. Ποια προστιθέμενη αξία έχει, όταν οι ηγέτες των δύο κρατών συναντιούνται πολλές δεκάδες φορές ανά έτος, εκ των οποίων πολλές κατ’ ιδίαν; Τι εισφέρει συνεπώς το «επίσημη»;
Εκείνο όμως που δείχνει περισσότερο από καθετί πόσο κενά περιεχομένου είναι όλα αυτά, είναι το μείζον ζήτημα της δήθεν κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, που βρέθηκε στο επίκεντρο. Ατελείωτα χρόνια τώρα συζητείται η «απεξάρτηση» της Ευρώπης από τις ΗΠΑ ως μεγάλη ανάγκη. Ομως ουδέποτε έγινε το παραμικρό. Και πριν από περίπου έξι χρόνια οι Ευρωπαίοι κατάλαβαν ότι ο Τραμπ δεν αστειευόταν: μπορούσε πραγματικά να τους αφήσει σύξυλους και να φύγει αν δεν άρχιζαν να κάνουν κι εκείνοι κάτι σοβαρό στα πλαίσια του ΝΑΤΟ – τουλάχιστον να… εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους. Και αν δεν σταματούσαν να δίνουν κάθε χρόνο ατελείωτα δισ. στη Μόσχα για ενέργεια, επειδή έτσι κανόνισε το Βερολίνο για να έχει αφενός φτηνές πηγές το ίδιο και αφετέρου προνομιακή σχέση με το Κρεμλίνο. Τους έπιασε τρόμος στην ιδέα, είπαν, ξαναείπαν. Βγήκε ο Μπάιντεν και τα ξέχασαν όλα σ’ ένα βράδυ. Και τώρα ξανατρέμουν…
Πριν από δυόμισι χρόνια, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Νέος, χειρότερος τρόμος. Σχεδόν όλοι οι ηγέτες της ΕΕ φωνάζουν για υπαρξιακή ανάγκη δημιουργίας κοινής ευρωπαϊκής άμυνας. Για άμεσο πλέον κίνδυνο στην Ευρώπη. Τι έγινε έκτοτε; Απολύτως τίποτα. Οπως δεν θα γίνει ούτε τώρα. Οπου, κατόπιν όλων αυτών, ο γάλλος πρόεδρος είπε (πάλι!) από το Βερολίνο ότι «η Ευρώπη πρέπει να μεριμνήσει η ίδια για την άμυνά της». Ακόμα λόγια! Γιατί; Επειδή μόνο γι’ αυτά υπάρχει θέληση. Οχι για πράξεις. Επειδή οι ισχυρές χώρες δεν έχουν καμία «κοινή» πολιτική, αλλά τις δικές τους έντονα αποκλίνουσες εθνικές πολιτικές. Και όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς φτηνό θέατρο.