Σε μια συνάντηση που είχε προχθές το βράδυ με δημοσιογράφους, ο χαρισματικός Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος είπε ότι μεταξύ των Ελληνοαμερικανών παρατηρείται μια αναβίωση της ελληνικότητας, επικαλούμενος ως παραδείγματα την υψηλή συμμετοχή στις εκδηλώσεις του Πάσχα και το μεγάλο ενδιαφέρον των νέων για τους παραδοσιακούς χορούς. Τον ρώτησα πώς το εξηγεί. Από τη στιγμή που οι Ελληνοαμερικανοί ξεπέρασαν την αμηχανία τους για τη «διαφορετικότητά» τους, απάντησε, νιώθουν την ανάγκη να ανήκουν σε μια κοινότητα, σε μια ομάδα με ισχυρούς συναισθηματικούς, πολιτισμικούς, ταυτοτικούς δεσμούς.

Στο βιβλίο του Saturday, ο Ιαν ΜακΓιούαν γράφει κάπου για το πώς οι διαδηλώσεις κατά της δεύτερης αμερικανικής επέμβασης στο Ιράκ ικανοποιούσαν ένα αντίστοιχο αίσθημα του ανήκειν. Χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που μπορεί να τους χώριζαν τα πάντα έβγαιναν στους δρόμους κρατώντας τα ίδια πανό και φωνάζοντας τα ίδια αντιπολεμικά συνθήματα. Εκείνος (κατά σύμπτωση κι εγώ) δεν μπορούσε να ανακατευτεί μαζί τους (κατά βάθος ευχόμασταν, οι αφελείς, να πετύχει η επέμβαση και να γίνει το Ιράκ μια δημοκρατία), ζήλευε όμως πολύ τη συσπειρωτική, ενοποιητική, απογειωτική δύναμη του πλήθους.

Ο αθλητισμός, κυρίως το ποδόσφαιρο και από κάποια στιγμή και μετά το μπάσκετ, έπαιζε πάντα αυτόν τον ρόλο. Οι διανοούμενοι άργησαν να το καταλάβουν και μερικοί εξακολουθούν να το υποτιμούν: όμως το δέσιμο με μια ομάδα υπερβαίνει την πολιτική, είναι άσχετο με την προσωπικότητα του ιδιοκτήτη ή του προέδρου της, δεν μπορεί να εξηγηθεί με αποκλειστικά κοινωνικούς ή οικονομικούς όρους. «Εσύ είσαι φτωχός, αυτοί κερδίζουν σε μια μέρα όσα βγάζεις εσύ σε έναν χρόνο, πώς μπορεί να τους υποστηρίζεις με τέτοιο πάθος;» αναρωτιέται ο κοινωνιολόγος. H απάντηση έχει να κάνει και πάλι με τη δύναμη που χαρίζει το ανήκειν σε μια μεγάλη οικογένεια.

Με άλλα λόγια, ο μαζικός ενθουσιασμός για μια διεθνή επιτυχία σε ένα, συλλογικό κυρίως, άθλημα δεν αποτελεί απλώς αντίδοτο στη δυσαρέσκεια που μπορεί να προκαλεί η κατάσταση της οικονομίας ή στην ανία που μπορεί να συνοδεύει τις εξελίξεις στην πολιτική. Είναι πέρα και πάνω απ’ αυτά. Η εικόνα του Δαβίδ που νικά τον Γολιάθ βοηθάει: οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού που βγήκαν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν νίκες επί ομάδων με πολύ μεγαλύτερο budget διακατέχονταν από ένα αίσθημα ιστορικής εκδίκησης. Η συγκίνηση όμως που χαρίζει η μπάλα μπορεί να έρθει και από μια τιμητική ήττα. Αυτό που έχει σημασία είναι να παραμένει η ομάδα ενωμένη.

Ο χουλιγκανισμός και η βία ήταν και παραμένουν μεγάλα προβλήματα του αθλητισμού, ιδίως στη χώρα μας που διακρίνεται από μια διαχρονική περιφρόνηση στους νόμους. Δεν μπορούν όμως να σκιάσουν το πάθος. Δεν μπορούν να μειώσουν τη δύναμη της ομοιομορφίας. Το τραγούδι του αγκαλιασμένου πλήθους θα νικά πάντα τις κραυγές του μίσους.