Κάτω από το μπαλκόνι μου είναι τέσσερις άνδρες που χοροπηδούν. Στον Πειραιά χιλιάδες άλλοι παραληρούν. Ακούω κόρνες και βλέπω στο βάθος κόκκινα πυροτεχνήματα. Ολυμπιακός. Οι συλλογικές μου προτιμήσεις είναι γνωστές, αγαπώ τον ΠΑΟΚ. Ομως το χάρηκα του Ολυμπιακού, κατέθεσα και εγώ ένα μικρό ξενύχτι στο εορταστικό πρόγραμμα του Mega. Με το μυαλό στους φίλους μου, οπαδούς του Ολυμπιακού, που έφυγαν από τη ζωή και δεν πρόλαβαν να το δουν. Και χάρηκα με τη χαρά που βλέπω από χθες γύρω μου, με ανθρώπους καθόλα σοβαρούς να λούζονται στην τρέλα.
Τι είναι αυτό, λοιπόν, που μας συμβαίνει με το ποδόσφαιρο και τις ομάδες; Τι είναι αυτό που σε κάνει να ουρλιάζεις, να πέφτεις στα γόνατα, να διώχνεις τα πάντα από το μυαλό και να τα βλέπεις όλα με τα χρώματα της ομάδας σου; Πώς γίνεται, έστω για κάποια δευτερόλεπτα, όλος σου ο κόσμος, το σύνολο της ύπαρξής σου να είναι ένα σουτ, ένα γκολ ή μία χαμένη ευκαιρία; Ναι, σίγουρα το ποδόσφαιρο είναι πολύ πιο σοβαρή υπόθεση από όσο νομίζουμε. Οχι μόνο ως κοινωνικό φαινόμενο, αλλά και ως ψυχική κατάσταση. Γιατί μέσω της ομάδας που ακολουθείς αισθάνεσαι και δηλώνεις ότι ανήκεις κάπου.
Είναι πολλοί άνθρωποι που περιμένουν, ακόμα και υποσυνείδητα, να πάρουν από την ομάδα αυτά που δεν τους έχει δώσει η ζωή. Περηφάνια, αίσθημα επιτυχίας, ατόφια χαρά, συγκίνηση, ακόμα και απογοήτευση που συνοδεύεται από μεγάλη έκκριση αδρεναλίνης. Είναι, αν θέλετε, μία σύμβαση με την παιδικότητα που όλοι έχουμε μέσα μας. Το ποδόσφαιρο σου επιτρέπει να είσαι παιδί ακόμα και όταν το γήρας πάει να σε βάλει κάτω. Σε ξεγελάει, νομίζεις ότι και εσύ παίζεις, αγωνίζεσαι. Οταν αλλάζεις θέση στον καναπέ, για το γούρι, έχεις καταληφθεί από την ψευδαίσθηση της συμμετοχής, πιστεύεις ότι όλο το σύμπαν είναι συντονισμένο με αυτό που βλέπεις στην τηλεόραση. Γνωρίζω ότι για αρκετούς από σας όλα τα παραπάνω είναι αδιάφορα, ακατανόητα, μπορεί και αστεία. Πιστέψτε με, εσείς χάνετε, όχι εμείς.