Οταν πριν από αρκετά χρόνια το περιοδικό «ΤΙΜΕ» συμπεριέλαβε την Κέιτ Μπλάνσετ  στη λίστα των 100 ανθρώπων με τη μεγαλύτερη επιρροή στον πλανήτη, ο λόγος ήταν η δημοτικότητα της ηθοποιού μέσω της δουλειάς της στον κινηματογράφο και το θέατρο.

H 55χρονη σήμερα Αυστραλέζα, κάτοχος δύο Οσκαρ (α’ γυναικείου ρόλου – «Θλιμμένη Τζασμίν», β’ ρόλου – «Aviator»), ανήκει στα πιο αξιοσέβαστα πρόσωπα της υποκριτικής σε παγκόσμια κλίμακα. Ωστόσο, η υποκριτική της δεινότητα δεν εμπόδισε πολύ κόσμο να τη χλευάσει επειδή στο τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών η Μπλάνσετ συμπεριέλαβε τον εαυτό της στη «μεσαία τάξη», παρά την περιουσία της που υπολογίζεται στα 95 εκατομμύρια δολάρια.

Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου των Ηνωμένων Εθνών στις Κάννες, μιλώντας για την εμπειρία της ως Πρέσβειρας Καλής Θελήσεως του ΟΗΕ, είπε: «Είμαι λευκή, είμαι προνομιούχος, είμαι μεσαία τάξη και ενώ νομίζω ότι μπορείς να κατηγορηθείς ότι έχεις λίγο σύμπλεγμα λευκού σωτήρα, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, η αλληλεπίδρασή μου με τους πρόσφυγες τόσο στον δρόμο όσο και σε περιβάλλοντα επανεγκατάστασης άλλαξε εντελώς την οπτική μου για τον κόσμο».

Και σαν να μην έφτανε αυτό, πάντα στις Κάννες, πολλοί εξέλαβαν το φόρεμα που φόρεσε η Μπλάνσετ για να περπατήσει στο κόκκινο χαλί ως δήλωση αλληλεγγύης προς τον λαό της Παλαιστίνης. Γιατί ενώ το εφαρμοστό, off-the-shoulder ένδυμα του οίκου Ζαν Πολ Γκοτιέ – σε σχεδιασμό Χάιντερ Ακερμαν – έμοιαζε με απλό φόρεμα, η εσωτερική φόδρα στο πίσω μέρος ήταν… πράσινη.

Με αυτόν τον τρόπο η Μπλάνσετ ίσως πράγματι να έκανε μια δήλωση, γιατί τον περασμένο Νοέμβριο, εν μέσω φίμωσης των προσωπικοτήτων του Χόλιγουντ που μίλησαν κατά των φρικαλεοτήτων του πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα, εκείνη ήταν που ζήτησε κατάπαυση του πυρός και υποστήριξη των προσφύγων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπογράφοντας παράλληλα ανοιχτή επιστολή του Artists4Ceasefire προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν για τερματισμό του πολέμου.

Παρότι ο ακτιβισμός για ανθρωπιστικούς σκοπούς βρίσκεται στο DNA της, το φόρεμα και κυρίως οι δηλώσεις της άναψαν φωτιά στο Διαδίκτυο. Αρχισε το τρολάρισμα για τον ισχυρισμό της «μεσαίας τάξης» στα social media. «Νομίζεις ότι είσαι μεσαία τάξη, Κέιτ Μπλάνσετ;», ρώτησαν ειρωνικά κάποιοι.

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Μπλάνσετ βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα για οικονομικούς λόγους. Το 2011, στην Αυστραλία, η εμφάνισή της σε τηλεοπτική διαφήμιση – αγγελία, μέσω της οποίας καλούσε τους αυστραλούς συμπολίτες της να υποστηρίξουν έναν φόρο επί του άνθρακα, προκάλεσε αντιδράσεις.

Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης των συντηρητικών Tόνι Αμποτ αντεπιτέθηκε λέγοντας ότι «οι άνθρωποι που κοστίζουν 53 εκατομμύρια έχουν δικαίωμα ακρόασης, αλλά η φωνή τους δεν πρέπει να ακουστεί πάνω από τους απλούς εργαζόμενους αυτής της χώρας». Βόλι προς την Μπλάνσετ που ζει σε εκατομμυρίων δολαρίων αρχοντικό του Σίδνεϊ.

Γεννημένη στη Μελβούρνη της Αυστραλίας στις 14 Μαΐου 1969, η Κέιτ Μπλάνσετ έχασε νωρίς τον αμερικανικής καταγωγής πατέρα της και μεγάλωσε με τη δασκάλα μητέρα της και τα δύο αδέλφια της. Οταν το 1992 αποφοίτησε από το Εθνικό Ινστιτούτο Δραματικής Τέχνης της Αυστραλίας, το ταλέντο της φάνηκε αμέσως.

Εναν χρόνο αργότερα απέσπασε το βραβείο καλύτερης νέας ηθοποιού από τον Κύκλο Κριτικών Θεάτρου του Σίδνεϊ για το έργο του Τιμ Ντέιλι «Ο Κάφκα χορεύει» και ύστερα από επιτυχίες στο θέατρο, στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο η καριέρα της εκτινάχθηκε στα ουράνια όταν ανέλαβε τον ρόλο της βασίλισσας Ελισάβετ Α’ της Αγγλίας στο «Elizabeth» (1997).

Αθελά της ή όχι, όμως, αυτή η αξιοσέβαστη ηθοποιός προκαλεί το ενδιαφέρον των media για διάφορους λόγους.

Ενα άλλο παράδειγμα είναι η υπόθεση σεξουαλικού σκανδάλου του Γούντι Αλεν: η υιοθετημένη κόρη του Αλεν, η Ντίλαν Φάροου, «επιτέθηκε» μέσω tweet εναντίον της Μπλάνσετ λέγοντας ότι είναι οξύμωρο να συμμετέχει σε εκστρατεία κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης και την ίδια ώρα να υποστηρίζει τον Γούντι Αλεν, ο οποίος, σύμφωνα με την Ντίλαν, την παρενοχλούσε όταν ήταν παιδί. Αναφερόμενη επί του θέματος, η Μπλάνσετ είπε ότι την περίοδο που δούλευε με τον Αλεν δεν ήξερε τίποτα για τους ισχυρισμούς, οι οποίοι βγήκαν στην επιφάνεια όταν άρχισε να προβάλλεται η «Θλιμμένη Τζασμίν».

Μιλώντας με τη φωνή του ορθολογισμού, είπε επίσης ότι σε αυτού του είδους τα θέματα η δικαιοσύνη και ο νόμος έχουν τον τελευταίο λόγο.

Σε μια άλλη περίπτωση, δηλώσεις για τη σεξουαλική ταυτότητα την έφεραν και πάλι στο επίκεντρο της δημοσιότητας, συμπτωματικά στο ίδιο φεστιβάλ, των Καννών.

Ηταν Μάιος του 2015 και την αφορμή είχε δώσει η ταινία «Κάρολ», στην οποία η Μπλάνσετ υποδύεται μια κρυφή ομοφυλόφιλη στη συντηρητική Αμερική της δεκαετίας του 1950. Η ηθοποιός (η οποία είναι παντρεμένη με τον συγγραφέα Αντριου Απτον και έχει αποκτήσει μαζί του τρία παιδιά – και ένα υιοθετημένο) είχε ήδη ταράξει τα νερά δηλώνοντας στο περιοδικό «Variety» ότι έχει ζήσει σεξουαλικές εμπειρίες με γυναίκες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποστηρίζει τις «ταμπέλες» στη σεξουαλικότητα.

Ομως το γεγονός ότι λίγο αργότερα βρέθηκε στις Κάννες για να υποστηρίξει μια ταινία σχετική με τη γυναικεία ομοφυλοφιλία συνδυάστηκε με αυτές τις δηλώσεις της.

Η ίδια είπε για τον θόρυβο: «Το σημαντικό ερώτημα δεν είναι αν είχα ή όχι κάποια στιγμή στη ζωή μου σχέση με γυναίκες, αλλά γιατί εν έτει 2015 πρέπει να κάνουμε αυτή την ερώτηση. Γιατί άραγε σήμερα κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει την περιέργεια;».