Πριν από λίγα χρόνια ο κορυφαίος οίκος μόδας Balenciaga λάνσαρε μια πλαστική μπλε τσάντα που η τιμή της ήταν 2.000 ευρώ και, ουσιαστικά, μόνο ως προς το λογότυπο της φίρμας ξεχώριζε από τις γνωστές πλαστικές τσάντες του ΙΚΕΑ διά πάσαν χρήσιν που στοιχίζουν λιγότερο από 1 ευρώ. Πριν από λίγους μήνες ο ίδιος οίκος παρουσίασε μία κανονικότατη πετσέτα μπάνιου που, τυλιγμένη γύρω από τη μέση του μοντέλου, παρίστανε τη φούστα. Και στοίχιζε 695 ευρώ. Α, είχε και δύο κουμπιά για να μην πέφτει και έχουμε αποκαλύψεις. Πριν από ακόμη λιγότερους μήνες, επίσης ο οίκος Balenciaga, δηλαδή ο καλλιτεχνικός διευθυντής του, φαντασιώθηκε ότι μία κολλητική ταινία θα μπορούσε «να φορεθεί και στο δεξί ως κόσμημα» που έλεγε και μια παλιά διαφήμιση. Πώς κάναμε παιδιά που ό,τι κρίκος έπεφτε στα χέρια μας τον κάναμε, ανάλογα με το μέγεθός του, βραχιόλι, δαχτυλίδι ή τιάρα; Ετσι ακριβώς. Και επειδή η «κολλητική ταινία» έγραφε στο εσωτερικό της Balenciaga, η τιμή της ήταν 3.000 ευρώ. Α, στο μεταξύ, προέκυψε και ένα σκάνδαλο με μια διαφημιστική καμπάνια της εταιρείας όπου νήπια πόζαραν κρατώντας λούτρινα αρκουδάκια με αξεσουάρ που παρέπεμπαν σε σαδομαζοχισμό, αλλά αυτό έχει περιφερειακή σχέση με το θέμα μας.

Πριν από λίγες μέρες είδα ένα «νέο» μοντέλο τσάντας του οίκου. Που, δηλαδή, πρόκειται για ένα παλαιότερο το οποίο επειδή είναι «δημιουργικά» κατασκισμένο, καταταλαιπωρημένο, με προχειροδεμένα κορδόνια παπουτσιών αντί για χερούλια, πλασάρεται ως καινούργιο και κοστίζει κάμποσες χιλιάδες ευρώ. Αλλη μία πρόκληση δηλαδή που αποθεώνει την υπεραξία του τίποτα. Μια τάση που ξεκίνησε πριν από κάμποσα χρόνια (πότε πρωτοκυκλοφόρησαν τα καινούργια – «παλιά» τζιν με τα πολλά σκισίματα;) και έφτασε να γίνει καθεστώς μόδας και στυλ. Ναι, ξέρω η πρόκληση είναι, σήμερα, το «αριστερό χέρι» του μάρκετινγκ, ειδικά στον χώρο της μόδας, εκεί όπου στήνεται η αέναη γιορτή της ματαιοδοξίας. Ανέκαθεν. Από τότε που, σε μια εποχή χρωματικής φαντασμαγορίας, η Κοκό Σανέλ λάνσαρε το μικρό μαύρο φόρεμα. Δεν είναι όμως το ίδιο. Αλλο ή πρόκληση που είναι ταυτόχρονα και δημιουργική πρόταση και άλλο η πρόκληση για την πρόκληση. Συγγνώμη, αλλά, βλέποντας και ξαναβλέποντας την πετσετόφουστα, η μόνη δημιουργία που μου έρχεται στο μυαλό είναι το λαϊκό άσμα «Πέταξα τα σκεπάσματα και φόρεσα ό,τι βρήκα και μες στη νύχτα με βροχή τρεις παρά δέκα βγήκα».

Αναρωτιέμαι σε ποιους απευθύνονται αυτά τα είδη χαμηλής αξίας, υψηλότατης τιμής και (επιτρέψτε μου) αμφιβόλου αισθητικής. Η απάντηση είναι εύκολη και έχει να κάνει (όπως πάντα έχει να κάνει η μόδα) με ταξικές αντιλήψεις. Σήμερα, ο πλούτος, η πολυτέλεια, η διασημότητα «οφείλουν» να έχουν ένα αντισυστημικό πρόσημο. Οι πλούσιοι πρέπει να δείχνουν ότι έχουν υπαρξιακό πρόβλημα με τον πλούτο τους, ότι τους φέρνει έναν ντουβρουτζά, μια δυσφορία. Οτι κατά λάθος είναι πλούσιοι, αλλά τι να κάνουν τώρα που τους έτυχε; Και παριστάνουν τους φτωχούς. Ή μάλλον παριστάνουν τους πλούσιους που παριστάνουν τους φτωχούς. Και όχι, αυτό δεν είναι διακριτικότητα. Είναι υποκρισία. Ενας ανεστραμμένος σουσουδισμός εξίσου ή και περισσότερο αντιπαθής. Που πληρώνει χιλιάδες ευρώ για πετσέτες, κολλητικές ταινίες και παλιατζούρες.

Ο Κριστομπάλ μάς βλέπει;

Ο οίκος Balenciaga είναι δημιούργημα του βασκικής καταγωγής Κριστομπάλ Μπαλενθιάγα που τη δεκαετία του 1930 κατέφυγε, λόγω της δικτατορίας του Φράνκο, στο Παρίσι. Την εποχή που η μόδα ήταν και τέχνη και τεχνική και φιλοσοφία – μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δηλαδή – επινόησε νέες φόρμες γυναικείων ρούχων, όπως το μπαλούν και η τουνίκ, ο δε τρόπος που συνδύαζε τα χρώματα του έδωσε το προσωνύμιο «Βελάσκεθ της υψηλής ραπτικής». Το 1968, απογοητευμένος από την «εκτροπή», όπως πίστευε τότε, της μόδας, ανέστειλε τη λειτουργία του οίκου και έπειτα από λίγα χρόνια πέθανε.

Στο γύρισμα του αιώνα, ο Φρανσουά Ανρί Πινό αγόρασε τον οίκο και τον έβαλε σε νέα τροχιά, τα τελευταία χρόνια με καλλιτεχνικό διευθυντή τον γεωργιανό σχεδιαστή Ντέμνα. Και έχω την εντύπωση ότι ο Μπαλενθιάγα θα βαριανάσαινε αν έβλεπε τις πετσέτες και τις κουρελιασμένες τσάντες. Και ακόμη περισσότερο αν ήξερε ότι ο Ντέμνα ανακηρύχθηκε από το περιοδικό «Time» ο πιο επιδραστικός σχεδιαστής της εποχής μας.