«Τη στιγμή που έχουμε αντικείμενα που διαρκούν περισσότερο και παραμένουν γοητευτικά, η μόδα αμέσως σταματά. Πρέπει να μετράμε την ομορφιά σύμφωνα με τις αρχές του χρόνου» έγραφε ο αυστριακός αρχιτέκτονας Αντολφ Λοος το 1924 και η άποψή του καλωσορίζει στην ιστοσελίδα της οικογενειακής επιχείρησης ανδρικού ενδύματος, με μακρόχρονη παράδοση στην κατασκευή του πουκάμισου: Χριστάκης, όπως λέμε αθηναϊκός μοντερνισμός. Τον οποίο ανέδειξε ο ελληνικός κινηματογράφος του ’50 και του ’60 και που με περηφάνια αναφέρουν οι απόγονοι, σημερινοί υπεύθυνοι της επιχείρησης, αδελφοί Αντώνης και Χρήστος Νυφλής. Μιλάνε για τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, τον Αρη Κωνσταντινίδη, τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, διοικητές τραπεζών και πολυάσχολους της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Οι οποίοι βρίσκονται ταξινομημένοι στο αρχείο της επιχείρησης ανάμεσα σε αναρίθμητες σελίδες με κωδικοποιημένα τα σωματομετρικά τους στοιχεία ως πελάτες ραμμένων υποκαμίσων.
Μια μαστοριά είναι και το ραμμένο πουκάμισο. Ενα σημαντικό κομμάτι με τους όρους της κλασικής κομψότητας για το ανδρικό ντύσιμο. Με μια ιστορία που ταξιδεύει από τα βάθη του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, ανατρέπεται στη Γαλλική Επανάσταση, επιστρέφει με τη νεωτερικότητα στα τέλη του 19ου δίνοντας τις βάσεις του πρετ α πορτέ, αφού οι πρώτες ραπτομηχανές έραψαν μαζικά τα πρώτα εργατικά πουκάμισα – μπλούζες. Αυτή τη μαστοριά έφερε από την Κωνσταντινούπολη ο Χρήστος Τριανταφυλλίδης στην Αθήνα του Μεσοπολέμου δημιουργώντας τη δική του ιστορία στον τρόπο που εξελίχτηκε η αστική κομψότητα εκείνων των χρόνων, στην Κριεζώτου. Στο κατάστημα – λαβύρινθος όπου πίσω από τα ράφια με τα τόπια ελβετικής βαμβακερής ποπλίνας, τις ξύλινες κρεμάστρες με σακάκια, τις βιτρίνες με τα κολάρα, τα κουμπιά, τις γραβάτες και άλλα αξεσουάρ, βρίσκεται μία σκάλα παλιά που οδηγεί στο εργαστήριο όπου μία ομάδα ανδρών και γυναικών ράβουν τις παραγγελίες αλλά και τις σειρές που βγαίνουν κάθε σεζόν στις συλλογές Χριστάκης.
Ο Αντώνης και ο Χρήστος Νυφλής, εγγονοί του Χριστάκη από τη μητέρα τους, μετά τις σπουδές Οικονομικών εκπαιδεύτηκαν ως κόφτες υποκαμίσων στην Αγγλία αναλαμβάνοντας τη συνέχεια της οικογενειακής ιστορίας. Και έχει ενδιαφέρον να τους βλέπουμε να μας ξεναγούν σε αυτό που δεξιοτεχνικά δομείται με κλωστές, ύφασμα και κουμπιά και σιωπηλά αναδεικνύει την ανδρική κομψότητα.
Χρήστος Νυφλής: Η οικογενειακή επιχείρηση μετρά από το 1947, όταν ο παππούς μας, ο οποίος είχε έρθει μία δεκαετία νωρίτερα από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα, ίδρυσε εδώ στην Κριεζώτου το κατάστημά του. Ηταν ο μικρότερος στην οικογένεια Τριανταφυλλίδη, γι’ αυτό και τον φώναζαν Χρηστάκη. Μία μέρα στην Αθήνα, την ώρα που πήγαινε να παραδώσει μία παραγγελία πέτυχε τον συγγραφέα Στράτη Μυριβήλη, με τον οποίο προφανώς γνωριζόταν από το πουκαμισάδικο. Επιασαν κουβέντα και ο Μυριβήλης σε ένα πρόχειρο χαρτί του σχεδίασε το όνομά του Χριστάκης με γιώτα λέγοντάς του ότι φαινόταν πιο όμορφο. Και αυτό έγινε το λογότυπό μας.
Αντώνης Νυφλής: Ο προπάππους μας ήταν ήδη πουκαμισάς στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά επειδή ο παππούς ήταν πιο δημιουργικό πνεύμα και έβλεπε την αλλαγή της εποχής ήρθε μόνος του στην Αθήνα για να ξεκινήσει κάτι επιχειρηματικό και να μην παραμείνει απλός τεχνίτης.
Η μέλλουσα σύζυγός του, η γιαγιά σας, είχε συμμετοχή στη ραφή ή στην επιχειρηματικότητα;
Χ.Ν: Η γιαγιά κατά βάση είχε συμμετοχή στην επιχειρηματικότητα.
Τι ήταν αυτό που χαρακτήριζε την επωνυμία Χριστάκης και η οποία διατηρεί ακόμη και την παλιά γραμματοσειρά στο λογότυπό της;
Α.Ν.: Προσπαθούμε να είμαστε ένας πυλώνας της αθηναϊκής αγοράς και ο κόσμος να έχει ένα σημείο αναφοράς. Θεωρώ ότι σε κάθε μεγάλη πρωτεύουσα υπάρχουν μερικά μαγαζιά που έχουν αυτόν τον χαρακτήρα.
Χ.Ν.: Για παράδειγμα πέρασε χθες από εδώ ένας αμερικανός επισκέπτης που ήταν ντιζάινερ, είδε το κατάστημα και έκανε τον παραλληλισμό με τον οίκο Charvet στο Παρίσι. Μου άρεσε αυτό.
Οταν αναλάβαμε σεβαστήκαμε αυτό το brand και θελήσαμε να το συνεχίσουμε με μια σύγχρονη οπτική, χωρίς να αλλάξουμε το προϊόν. Δεν κάνουμε μια συλλογή για να τη φορέσουμε στον πελάτη, αλλά το εξετάζουμε περισσότερο γιατί μας ενδιαφέρει να είναι σωστή η εφαρμογή. Γιατί να κάνεις ένα κοστούμι ονομαστό αν δεν σου πάνε τα μανίκια; Κατευθείαν βγαίνει εκτός το ρούχο. Για εμάς ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία σε κάθε ένδυμα είναι το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένο. Η απαλή αίσθηση, το πώς «κάθεται» όταν φορεθεί (το λεγόμενο drape), η ευκολία στη φροντίδα, η αντοχή και το σχέδιο είναι οι παράγοντες που εξετάζουμε πριν εισαγάγουμε νέα υφάσματα στη συλλογή μας. Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για το ύφασμα έχει μεγάλη σημασία. Φυσικά υλικά όπως βαμβάκι, λινό, μετάξι, παρθένο μαλλί και κασμίρ είναι τα βασικά νήματα που αναζητούμε. Ενώ το μαλλί και το λινό προσφέρουν πολύ όμορφα χαρακτηριστικά, το βαμβάκι παραμένει ο «βασιλιάς» των υφασμάτων για το πουκάμισο.
Ποια είναι τα συστατικά της δικής σας παράδοσης;
Α.Ν.: Νομίζω ότι ανέκαθεν χαρακτηριστικό μας ήταν ότι βλέπουμε τον άνθρωπο ως προσωπικότητα και όχι ως καταναλωτή και προσπαθούμε να τον βοηθήσουμε να ανέβει εμφανισιακά αλλά και ψυχολογικά. Να φύγει από την πόρτα δέκα πόντους ψηλότερος, με χαμόγελο. Επειδή έχουμε πολλούς πελάτες που ζούνε με τα ρούχα τους, οι οποίοι δεν πήγαν απλά σε ένα πάρτι, κάθισαν όρθιοι δύο ώρες, γύρισαν σπίτι και τα έβγαλαν, μία σκηνή αντιπροσωπευτική για τη δουλειά μας είναι όταν γυρνάς το βράδυ έπειτα από, ενδεχομένως δέκα ή δεκαπέντε ώρες και είναι ώρα να βγάλεις το ρούχο σου. Αν το ρούχο είναι κακό νιώθεις ότι βγάζοντάς το ξεκουράζεσαι.
Ενώ αν το ρούχο είναι καλό, δεν σε ενοχλεί. Για παράδειγμα σε κάποιες ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ’60 φαίνεται το σακάκι δωματίου, το οποίο ο άντρας το φοράει όταν γυρνάει από τη δουλειά, χωρίς να τον απασχολεί να βγάλει το πουκάμισο και τη γραβάτα του γιατί τον ενοχλούν. Αυτό δείχνει ότι τα υλικά και η εφαρμογή δεν καταπιέζουν το σώμα του. Ταυτόχρονα προσπαθούμε και να τον αναδεικνύουν.
Πού βασίστηκε η συνεργασία σας με τον Marios Schwab, σχεδιαστή και της ανδρικής συλλογής Zeus+Dione;
Χ.Ν.: Δημιουργήσαμε το πουκάμισο «Pera» με έμπνευση από τα ιστορικά αρχεία του οίκου και την Κωνσταντινούπολη. Είναι το λευκό, ημιδιαφανές πουκάμισο από λεπτό βουάλ βαμβακερό ύφασμα. Είναι το δικό μας σήμα κατατεθέν.
Επειδή παλιά φόραγες και σακάκι, δεν σε ενοχλούσε η διαφάνεια του βουάλ. Είχες ένα πουκάμισο ανθεκτικό, με αραιή πλέξη που ανέπνεε πάρα πολύ ωραία στη διάρκεια του καλοκαιριού και σε άφηνε δροσερό. Αυτή ακριβώς τη λεπτομέρεια του χειροποίητου βουάλ θέλησε ο Marios να τη συνδυάσει στην πρώτη ανδρική του συλλογή για τη Zeus+Dione.
Το αρχείο πελατών που διατηρείτε δίνει πληροφορίες για τις αλλαγές του ανδρικού σώματος στο πέρασμα του χρόνου;
Χ.Ν.: Το αρχείο για τα πουκάμισα ξεκίνησε από την αρχή της επιχείρησης. Βρίσκεις τον προπάππο, τον παππού, τον πατέρα, τον γιο, τον εγγόνο και τον δισέγγονο και συγκρίνοντας τη σωματοδομή τους καμιά φορά ο παππούς μπορεί να έχει τις ίδιες ιδιαιτερότητες – στην πλάτη για παράδειγμα – με τον εγγονό και όχι με τον πατέρα. Ωστόσο οι μετρήσεις του 1960 συγκριτικά με τις μετρήσεις του 1990 έχουν μεγάλη διαφορά στα πατρόν πάνω στα οποία έγιναν τα σύγχρονα πουκάμισα.
Είναι η μόδα ή ο τρόπος ζωής που αλλάζει το πατρόν;
Χ.Ν.: Νομίζω ότι είναι η μόδα, που κάνει κύκλους. Τώρα έχει επιστρέψει το oversize, τo ’90 ήταν το κανονικό, το 2008 το εφαρμοστό πουκάμισο. Τώρα μεταβάλλεται στο να έχει χώρο.
Α.Ν.: Η διατροφή έχει βελτιωθεί, οπότε οι άνθρωποι έχουν ψηλώσει. Η παχυσαρκία επίσης έχει ανέβει. Και η τηλεργασία μετά την καραντίνα έκανε κάποιους ανθρώπους να χάσουν την ισορροπημένη διατροφή τους και να ζητάνε όλο και μεγαλύτερο παντελόνι. Αλλοι όμως πρόσεξαν τον εαυτό τους, βρήκαν άλλο ρυθμό ζωής. Οι ανάγκες της τηλεδιάσκεψης μας ώθησαν να προσθέσουμε στο μενού μας έναν επιπλέον τρόπο κατασκευής που είναι το soft tailoring ρούχο. Ορισμένοι το συνεχίζουν και τώρα στην καθημερινότητά τους. Δηλαδή κάτι που μοιάζει με κλασικό ρούχο, με κοστούμι, με σακάκι και παντελόνι, στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο άνετο και μαλακό. Το πετυχαίνεις με το ύφασμα, ή αφαιρώντας κάποια υλικά από το εσωτερικό του ρούχου είτε με την προσθήκη άλλης μίας πιέτας στο παντελόνι που δίνει χώρο σε κάποια σημεία του σώματος.