Μια μικρή κιβωτό του χρόνου; Ενα μελόδραμα σε δύο πράξεις; Τραγούδια ελαφρά και αβαθή; Ποιος από τους χαρακτηρισμούς που επέλεξε για να χαρακτηρίζει τη νέα του δουλειά «Με ελαφριά καρδιά» βαραίνει περισσότερο; Το βέβαιο είναι ότι το νέο δισκογραφικό εγχείρημα του Μανώλη Φάμελλου έχει στραμμένη την πλώρη του προς τον πλούτο του Μεσοπολέμου (και όχι μόνο) και τη δημιουργία των μεγάλων συνθετών της εποχής (Αττίκ, Γιαννίδης, Χατζηαποστόλου, Χαιρόπουλος κ.ά.). Τραγούδια σε σύγχρονες εκτελέσεις συνθέτοντας μια ανθοδέσμη, όπως λέει, «όχι από αποξηραμένα αλλά από ολόφρεσκα λουλούδια που παραδόξως ακούγονται σημερινά μέσα σε μια εποχή που όλα μοιάζουν να έχουν ολότελα αλλάξει».

Δεν είναι η πρώτη φορά που αντλείτε υλικό από τη συγκεκριμένη εποχή. Τι σας γοητεύει;

Ημουν κάπως βιαστικός στις παλαιότερες εξορμήσεις μου στο παρελθόν, τώρα από τον καιρό της πανδημίας, όταν οι συνθήκες έγιναν ευνοϊκότερες για τους αφηρημένους, ξεχνιόμουν όλο και περισσότερο στα περασμένα… Δεν θέλω και πολύ άλλωστε. Πάντα βέβαια κοιτάζοντας πίσω προσπαθούμε να γιατρέψουμε κάτι στο σήμερα… Και η δική μου ματιά πάνω στην εποχή εκείνη δεν μπορεί να είναι πάρα αυτή ενός επισκέπτη από το μέλλον που άθελά του ή ίσως και εκουσίως παρεξηγεί κάποια πράγματα. Ετσι άλλωστε δεν κάνουμε για τα πάντα, χτίζοντας τις ηθελημένες μας αυταπάτες;

Το χαρακτηρίσατε «μελόδραμα σε δυο πράξεις». Τι σημαίνει πρακτικά αυτό και γιατί μελόδραμα;

Αν το μπουκέτο των τραγουδιών που κυκλοφορεί ήδη δεν σας είναι αρκετό, θα υπάρξει και ένα δεύτερο κύμα, ένα δεύτερο τεύχος που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο… Τώρα το μελόδραμα είναι ένας πρόδρομος του όρου μιούζικαλ, μια όπερα μάλλον λαϊκή, τουτέστιν μια οπερέτα… Εγώ εδώ τη διάλεξα χάρη αστεϊσμού επειδή μου πηγαίνει το μελό, όχι εκείνο που φωνάζει αλλά αυτό που ψιθυρίζει κανείς. Κάποια πάντως από τα τραγούδια που θα ακούσετε, όχι τα περισσότερα, όντως έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση στο κοινό μέσα από κάποιες ελληνικές οπερέτες, ένα είδος που μεσουρανούσε στα μέρη μας 100 χρόνια πριν…

Αυτά τα τραγούδια τα οποία χαρακτηρίστηκαν – όπως και ο ίδιος είπατε – ελαφρά και αβαθή τι αξία έχουν σήμερα;

Συνάντησα τραγούδια που υπήρξαν μεγάλες επιτυχίες στον καιρό τους κι όμως εδώ και δεκαετίες είχαν διαγραφεί παντελώς από τη συλλογική μνήμη. Αλλά ούτε και η ειδική ιστοριογραφία ασχολήθηκε μαζί τους ιδιαίτερα… Σε πείσμα όλων αυτών και του γεγονότος πως ο κόσμος άλλαξε έκτοτε (επανειλημμένα) ριζικά, πάντα είχα τη βεβαιότητα πως υπήρχε ένα μέρος του κοινού που με την πρώτη επαφή τα καλωσόριζε μέσα του σαν έτοιμο από καιρό, σαν να μην τα είχε αποχωριστεί πότε. Νομίζω πως δεν θα διαψευστώ σε αυτό μακροπρόθεσμα. Αν πάλι το συγκεκριμένο εγχείρημα δεν πάει πουθενά τελικά, θα πει απλά πως εγώ δεν ήμουν ο κατάλληλος αγωγός…

…και πώς φαντάζεστε την εποχή τους;

Εκείνη η εποχή, που τόσο προσφέρεται για να την εξιδανικεύει κάνεις σαν μια χαμένη μπελ επόκ, επεφύλασσε μια πολύ σκληρή καθημερινότητα στους ανθρώπους της, όμως «έδειχνε» ένα φωτεινό παράθυρο στο μέλλον κι ο κόσμος της προσπάθησε με τιμιότητα να το αγγίξει ανεξάρτητα από το αν οι ιστορικές εξελίξεις τον διέψευσαν. Από το ’60 και μετά η λαίλαπα της ανοικοδόμησης, που δυστυχώς διαρκεί μέχρι σήμερα, διέγραψε τους τόπους, τα σημεία αλλά και τους τρόπους της. Ισως σήμερα, που ζούμε αιχμάλωτοι του παρόντος μας και ο ορίζοντας των προσδοκιών μας είναι εξαιρετικά χαμηλός, να μη χάναμε κάτι να ρίξουμε μια ακόμα ματιά σε αυτά τα αγνά υλικά κατεδάφισης, μπορεί να έχουν να μας δείξουν μια άλλη δική μας προοπτική…

Ο ρομαντισμός που διατρέχει το είδος αυτό πώς «συγχρονίζεται» με τη δική σας δημιουργία;

Εμαθα να γράφω μουσική επηρεασμένος περισσότερο από άλλους κώδικες και μοτίβα και συνάντησα αυτό το ρεπερτόριο αρκετά μεγάλος πια… Τότε ένιωθα από μια άποψη σαν ένας ξένος περιηγητής που μαγεύτηκε από έναν αρχαίο πολιτισμό και προσπάθησα να μάθω να μιλώ αυτή τη σχεδόν νεκρή γλώσσα με τον τρόπο μου. Συνειδητοποίησα όμως με τον καιρό πως δεν ήταν καθόλου κάτι ξένο, αλλά μια χαμένη δυνατότητα μέσα στη δική μου γλώσσα και ίσως αυτό να θέλω τελικά τώρα να προτείνω.

Τι δίνει και τι παίρνει αυτή η διάθεση ρομαντισμού;

Υπάρχουν πολλοί κρυμμένοι θησαυροί για αυτούς που θα μπουν στην περιπέτεια να τους αναζητήσουν. Η αλήθεια είναι πως ενώ η συζήτηση στιχουργικά γίνεται αποκλειστικά περί έρωτος, εκεί που όλο το υπόλοιπο γίγνεσθαι βυθίζεται, πάντα προβάλλει μια έκφραση, ένας υπαινιγμός, μια λεπτομέρεια από το σκηνικό του δράματος και όλα παίρνουν μια άλλη μαγική τροπή… Περί του δούναι και λαβείν τώρα, η χαρά του να δίνεις είναι αυτό ακριβώς, δεν περιμένεις αντάλλαγμα, είναι πλήρης μέσα στον εαυτό της.

Πόσο αντέχει η εποχή αυτή την τρυφερότητα;

Εγώ θα υποστήριζα πως μέσα μας βαθιά, ίσως και χωρίς να το συνειδητοποιούμε, δεν αντέχουμε αυτό ακριβώς που συμβαίνει τώρα, με λίγα λόγια όλη αυτή τη θορυβώδη εξωστρέφεια, τον άκρατο και αβαθή συναισθηματισμό, τα εκατομμύρια ναρκισσιστικά κλικ, τις κοινοποιήσεις και τις δημόσιες διαχύσεις και έχουμε ανάγκη να επιστρέψουμε σε μια «μυστικότητα», στο να κατοικήσει ο έρωτάς μας σε έναν χώρο ιδιωτικό, χρειαζόμαστε μια συνθήκη εμπιστευτική που θα μας μυήσει πάλι σε σχέσεις που θα λειτουργούν πρόσωπο με πρόσωπο.

Η κατάθεση ενός κύκλου ρετρό τραγουδιών σε μια εποχή τόσο διασπασμένη – με κάθε ανάγνωση – για τη δισκογραφία και τον καλλιτεχνικό χώρο τι σημαίνει;

Ζούμε με την ψευδαίσθηση πως ο χρόνος αποκαθιστά το ανθρώπινο λάθος, αναγνωρίζει το «αληθινό» και του αποδίδει τη θέση που του αξίζει, αλλά εγώ για κάθε καλλιτεχνικό έργο που εδραιώνεται μέσα στον χρόνο είμαι βέβαιος πως υπάρχουν πολλά ισάξιά του που θα παραμείνουν καταδικασμένα στη λήθη. Και έτσι με κάθε ταπεινότητα θα δήλωνα πως αυτή η χειρονομία μου φιλοδοξεί να είναι μια μικρή πράξη αποκατάστασης μιας συνέχειας, μιας ομορφιάς και ίσως μιας καλλιτεχνικής δικαιοσύνης.